Του Δημήτρη Βασιλειάδη,
Σ’ όλο το φάσμα των αιώνων όπου η βασιλεία κατείχε κυρίαρχη θέση στο πολιτικό σύστημα, ο γάμος του εκάστοτε ηγεμόνα αποτελούσε κομβικό σημείο του θεσμού. Μέσω αυτής της ενέργειας, ο βασιλιάς πραγματοποιούσε ένα σημαντικό βήμα για την εξασφάλιση της διαδοχής. Επιπλέον, συχνά μέσω του γάμου εξυπηρετούνταν πολιτικοί και διπλωματικοί σκοποί. Συγκεκριμένα, μέσω της επιγαμίας εξασφαλιζόταν η σύναψη μιας συμμαχίας, ακόμα και η ένωση δύο βασιλείων. Την ίδια στιγμή, η διαμόρφωση του βασιλικού ζεύγους δεν άφηνε ασυγκίνητο το κράτος. Οι υπήκοοι εξέφραζαν, έμμεσα τις περισσότερες φορές, την ικανοποίηση ή τη δυσαρέσκειά τους αντίστοιχα για την επιλογή του ηγεμόνα τους.
Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος δεν αποτέλεσε εξαίρεση στο παραπάνω σύνηθες φαινόμενο. Παρόλο που ο πρώτος κυβερνήτης του κράτους, ο Ιωάννης Καποδίστριας, δεν πρόλαβε να εμπλακεί σε μία τέτοια διαδικασία, ο επόμενος ανώτατος άρχοντας του τόπου, ο βασιλιάς Όθωνας, απασχόλησε την κοινή γνώμη. Συγκεκριμένα, με την ενηλικίωση του το φθινόπωρο του 1835, ξεκίνησε να απασχολεί σε όλο και εντονότερο βαθμό το θέμα της εύρεσης συζύγου.
Ωστόσο, η έναρξη της προαναφερθείσας συζήτησης προηγούνταν της ενηλικίωσης του Βαυαρού βασιλέα. Η αρχική σκέψη προέβλεπε τη νύμφευση του Όθωνα με μία από τις κόρες του Τσάρου. Όμως, το εγχείρημα αυτό δεν εφαρμόστηκε ποτέ Εμπόδιο στάθηκε η απαραίτητη προϋπόθεση που είχε θέση ο ισχυρός άνδρας της Ρωσίας, προκειμένου να δώσει τη συγκατάθεσή του. Ειδικότερα, ο Όθωνας θα έπρεπε να ασπαστεί το Ορθόδοξο δόγμα, κάτι το οποίο αρνήθηκε ο πατέρας του, πιεζόμενος και από τον Πάπα.
Λίγο αργότερα, το 1836, ο νεαρός βασιλιάς αναχωρεί για τη γενέτειρά του, τη Βαυαρία. Η παραμονή του εκτός ελληνικών συνόρων διήρκεσε εννέα μήνες, μέχρι τον Ιανουάριο του 1837. Στη θέση του τοποθέτησε τον Armansperg, δίνοντάς του διευρυμένες εξουσίες σε μία αρκετά ταραχώδη περίοδο. Η επιστροφή του, προκάλεσε την έκπληξη των υπηκόων του. Ο λόγος ήταν η παρουσία ενός επιπλέον προσώπου, της Αμαλίας, πριγκίπισσας του Oldenburg. Επρόκειτο για την πρώτη βασίλισσα του ελληνικού κράτους και σύζυγο του νεαρού Όθωνα. Ο γάμος είχε τελεστεί επί γερμανικού εδάφους και υπό άκρα μυστικότητα. Το αποτέλεσμα ήταν, τόσο τα υπουργικά στελέχη, όσο και ο υπόλοιπος λαός, να ενημερωθούν για την είδηση από τα ευρωπαϊκά ειδησεογραφικά πρακτορεία.
Η άφιξη του Όθωνα συνοδεύτηκε και από ορισμένες πολιτικές αλλαγές. Ειδικότερα, έδωσε τέλος στην ανάμειξη του Armansperg στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Καθοριστική σ’ αυτή την εξέλιξη κρίνεται μία σειρά λανθασμένων ενεργειών του άνωθεν προσώπου, η οποία οδήγησε σε όξυνση της δυσαρέσκειας του ελληνικού λαού. Παρά το γεγονός της παραπάνω καθαίρεσης και της κατάργησης της θέσης του αρχιγραμματέα, η απαξίωση των ελληνικών προσώπων από πλευράς Όθωνα συνεχίστηκε. Συγκεκριμένα, αντικαταστάτης του Armansperg ορίστηκε ο Βαυαρός Ignaz von Rudhart, στον οποίο δόθηκε ο ρόλος του γραμματέα εξωτερικών θεμάτων και αρχηγού του βασιλικού οίκου.
Η εμφάνιση του Rudhart στην ελληνική πολιτική σκηνή προβλημάτισε τόσο τον ελληνικό λαό, όσο και τις Μεγάλες Δυνάμεις. Στην πρώτη περίπτωση, εκφράζονταν η ανησυχία της «βαυαροποίησης» του ελληνικού κράτους και της περιθωριοποίησης των Ελλήνων πολιτικών και στρατιωτικών. Από την άλλη πλευρά, οι Μεγάλες Δυνάμεις παρατηρούσαν να υπονομεύονται τα συμφέροντά τους με την εμπλοκή ενός υποστηρικτή της Ιεράς Συμμαχίας και του Metternich.
Η έλευση της Αμαλίας επηρέασε τα πολιτικά πράγματα της χώρας, σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο. Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, είναι εμφανές ότι με τις νέες εξελίξεις η χώρα απώλεσε την ευκαιρία να συσφίξει ακόμα περισσότερο της σχέσεις της με το ομόδοξο κράτος της Ρωσίας. Στο εσωτερικό της χώρας, η Αμαλία δεν περιορίστηκε μόνο στο ρόλο της συζύγου του Όθωνα, αλλά σταδιακά χάραξε τη δική της πολιτική. Σ’ αυτό βοήθησε και η ιδιαίτερη επιρροή που ασκούσε στο πρόσωπο του βασιλιά.
Η βασίλισσα αρχικά επιθυμούσε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού. Γι’ αυτό το λόγο φρόντισε να μάθει σε σύντομο χρονικό διάστημα την ελληνική γλώσσα και να υιοθετήσει αρκετά από τα στοιχεία του ελληνικού τρόπου ένδυσης. Στη συνέχεια, ανέλαβε τη συμφιλίωση των διάφορων αντιμαχόμενων ομάδων που υπήρχαν στην Αθήνα. Αυτές ήταν οι Φαναριώτες, οι Αγωνιστές και οι Επήλυδες. Ωστόσο, μη μπορώντας να κρύψει το θαυμασμό της για την ομάδα των Αγωνιστών, οι ενέργειές της δεν έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της όμως δημιούργησε ακόμα περισσότερα προβλήματα στο βασιλικό ζεύγος. Ειδικότερα, η άρνηση της να βαπτιστεί Χριστιανή Ορθόδοξη και η επιθυμία της να διατηρήσει την υφιστάμενη θρησκευτική της ταυτότητα, δυσχέραινε την αύξηση των ποσοστών αποδοχής της από τον ελληνικό λαό.
Επιπλέον, η ανάμειξη της στα κυβερνητικά ζητήματα, σε συνδυασμό με τις εκρήξεις θυμού που την κυρίευαν, είχαν ως αποτέλεσμα την δυσαρέσκεια των υπουργών του κράτους αλλά και των ξένων απεσταλμένων, σχετικά με τον τρόπο που αντιμετωπίζονταν από τη βασίλισσα. Μάλιστα, η τελευταία ήταν αρκετά αυστηρή ως προς τις προϋποθέσεις που θα έπρεπε να πληροί κάποιος για να εισέλθει στο ανάκτορο. Η είσοδος επιτρεπόταν μόνο σε περίπτωση που η σύζυγος του Όθωνα ήταν βέβαιη για τον ηθικό χαρακτήρα του επισκέπτη.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι ο γάμος του νεαρού βασιλιά αποτελεί μία σημαντική στιγμή στην πορεία της βασιλείας του. Αυτό συμβαίνει, διότι κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα τον βλέπουμε να επωμίζεται περισσότερες ευθύνες και να προβαίνει στη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Άλλωστε, η απομάκρυνση του Armansperg δηλώνει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο την επιθυμία του για αποκοπή από κάθε πρόσωπο που είχε συνδεθεί με την κηδεμονία του.
Από την άλλη πλευρά, η έλευση της Αμαλίας, μιας δυναμικής γυναίκας με έντονη την επιθυμία συμμετοχής στις κυβερνητικές αποφάσεις ενισχύει τη θέση των ανακτόρων. Οι πρώτες της ενέργειες προκάλεσαν ανάμεικτα συναισθήματα, όμως, οπωσδήποτε, οι προθέσεις της αξιολογούνται με θετικό πρόσημο. Στη διάρκεια των ετών, ο συγκεκριμένος γάμος αποτέλεσε το θεμέλιο για να παρθούν σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, μέχρι και την εκδίωξη του ζεύγους από τη χώρα το 1862.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βακαλόπουλος, Ε. Απόστολος, (2005) Νέα ελληνική ιστορία, κγ’ έκδοση, Θεσσαλονίκη: Εκδ. Βάνιας
- Ευαγγελίδης Ε. Τρύφωνας (1894) Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος (1832-1862), 2η έκδοση, Αθήνα: Εκδότης: Αριστείδης Γ. Γαλανός
- Dakin, Douglas (2012) Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923, 7η ανατύπωση, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ)