Του Χριστόφορου Σωτηρίου,
Σε μια περίοδο παρακμής για την ιστορία της Ελλάδας και με την λογοκρισία στον χώρο του πολιτισμού να κυριαρχεί, ανεβαίνει μια από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις που ανέβηκε σε διάρκεια της δικτατορίας, κάνοντας πρεμιέρα στις 22 Ιουνίου του 1973, στο θέατρο Αθήναιον. Ήταν «Το μεγάλο μας τσίρκο», που διατρέχει όλη την νεότερη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, ξεκινώντας από την Τουρκοκρατία και τα χρόνια του Όθωνα έως τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη γερμανική κατοχή.
Η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος συλλαμβάνουν την ιδέα για την δημιουργία ενός τέτοιου έργου, επηρεασμένοι από μια πρωτοποριακή παράσταση που είχαν παρακολουθήσει στο Παρίσι. Σύμφωνα με την Τζένη Καρέζη το έργο έπρεπε «να είναι κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι» να κλείνει μέσα του πολλή ρωμιοσύνη και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να μιλήσουμε για τους καημούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες, για προδομένες ελπίδες και πάνω απ’ όλα για ομορφιά. Για την ομορφιά αυτού του λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται, να προδίδεται, να πιστεύει και να συνεχίζει τον αγώνα του, διατηρώντας τις ρίζες του αναλλοίωτες αιώνες τώρα. Όλα αυτά όμως θά ‘πρέπε να ειπωθούν ρωμέικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θα έπρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο, που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης.»
Έτσι απευθύνονται στο σπουδαίο θεατρικό συγγραφέα Ιάκωβο Καμπανέλλη, προκειμένου να δώσει σάρκα και οστά σε ένα έργο που έγινε το σύμβολο του αγώνα εναντίον της χούντας. Οι βασικοί ρόλοι ερμηνεύτηκαν από την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο, τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, τον Νίκο Κούρο, τον Τίμο Περλέγκα και τον Χρήστο Καλαβρούζο Την παράσταση ανέλαβε να σκηνοθετήσει ο Κώστας Καζάκος με την βοήθεια του Άρη Δαβαράκη, ενώ ο Σταύρος Ξαρχάκος έγραψε τα τραγούδια, τα οποία και ερμήνευε επί σκηνής ο Νίκος Ξυλούρης («Φίλοι και αδέλφια», «Τ’ Ανάπλι», «Προσκύνημα»). Κυρίαρχα συνθήματα που έμελλε να στιγματίσουν τον όποιο μελλοντικό αντιστασιακό αγώνα ήταν τα -γνωστά από την εξέγερση του Πολυτεχνείου- «ΨΩΜΙ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ-ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ».
Την παράσταση παρακολούθησαν περίπου 400.000 θεατές, για τους οποίους δεν ήταν απλώς ένα θεατρικό έργο, αλλά μια πράξη αντίστασης. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και αρκετοί εκπρόσωποι του στρατιωτικού καθεστώτος, οι οποίοι κατέγραφαν τις σκηνές και τα λόγια του έργου, με τα οποία οι θεατές γελούσαν και χειροκροτούσαν περισσότερο, ώστε να τα καταθέτουν στους προϊσταμένους τους ως αποδεικτικά στοιχεία για τον αντιχουντικό χαρακτήρα της παράστασης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η πολιτική εξουσία επέβαινε και διέγραφε σκηνές ή τις τροποποιούσε ως προς το συμφέρον της, ώστε να περάσει το μήνυμά της προς τον λαό. Σημαντικό είναι πως Καμπανέλλης, Καζάκος και Καρέζη οδηγήθηκαν πολλάκις ενώπιον του στρατιωτικού λογοκριτή, για να δώσουν εξηγήσεις.
Αν και το έργο ήταν γεμάτο αλληγορίες και υπονοούμενα, περνώντας δεκάδες μηνύματα κατά της χούντας, αλλά ξεπερνώντας τις συμπληγάδες της λογοκρισίας, ωστόσο διακόπηκε βίαια από την χούντα τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ενώ η Καρέζη με τον Καζάκο συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν. Στις 15 Δεκεμβρίου αφέθηκαν ελεύθεροι και στις 22 Δεκεμβρίου ξανά ξεκίνησε η παράσταση. Η πρεμιέρα ήταν συγκλονιστική. Ο κόσμος είχε κρυμμένα κόκκινα γαρύφαλλα στις τσέπες του και όταν έπεσε η αυλαία, έρανε τη σκηνή και τους συντελεστές. Η Τζένη Καρέζη ψιθύρισε «Ναι. Θα ξαναπάω φυλακή. Αν χρειαστεί, θα ξαναπάω». Μετά την πτώση της χούντας πραγματοποιήθηκαν περιοδείες σε όλη την επαρχία. Στις 4 Αυγούστου του 1974, το έργο ανέβηκε και πάλι με την προσθήκη σκηνών που είχαν λογοκριθεί, για να τιμηθούν τα θύματα του Πολυτεχνείου.
Ενδεικτικά, σας παραθέτω την άποψη του κριτικού θεάτρου και συγγραφέα Κώστα Γεωργουσόπουλου. «Πολύ σωστά ο κ. Καμπανέλλης προσπάθησε να βρει τον συγγραφικό του στόχο μέσα στη «Μικρή Ιστορία». […] Τα επεισόδια που αντλούνται από το ιστορικό περιθώριο είναι και λαϊκότερα και βολικότερα για να υποδεχθούν στον σατιρικό χώρο. […] Φοβούμαι πως στη γραφή αλλά περισσότερο στην παρουσίαση του έργου πρυτάνευσε η αρχή πως ο κόσμος πρέπει να «καθοδηγηθεί» για να καταλάβει. […] Μ’ όλες τις επιφυλάξεις μας, χαιρετίζουμε την επιστροφή του κ. Καμπανέλλη στο λαϊκό, ουσιαστικό θέατρο».
Εν κατακλείδι, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης πρόσφερε στη νεότερη ιστορία του ελληνικού θεάτρου ένα έργο – σταθμό, και μια πολύτιμη διδαχή για την ανάγκη οι καλλιτέχνες να δημιουργούν και να αντιπαρατίθενται με τη δημιουργία τους σε δεινούς καιρούς. Ο Καμπανέλλης, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο του «θεάτρου μέσα στο θέατρο» και τη δομή των επιθεωρησιακών σκετς, κατάφερε να «χορτάσει», να εκτονώσει αλλά και να μπερδέψει τη λογοκριτική μανία της χούντας. Και τα κατάφερε. Έτσι, «Το μεγάλο μας τσίρκο» έγινε η σπουδαιότερη μουσικό-θεατρική παράσταση των τελευταίων πενήντα χρόνων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Το Μεγάλο μας Τσίρκο (1973), kambanellis.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Το Μεγάλο μας Τσίρκο, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Το Μεγάλο μας Τσίρκο – η παράσταση, totheatro.blogspot.com, διαθέσιμο εδώ.