Της Χριστίνας Πάτερου,
Αν θέλαμε να μιλήσουμε για το φαινόμενο της αποικιοκρατίας στην Νοτιοανατολική Ασία, με βεβαιότητα θα επιλέγαμε τις Φιλιππίνες ως το πιο εξόφθαλμο παράδειγμα των τοξικών συνεπειών που δημιουργεί η αποικιοκρατία στα πλέον ανεξάρτητα κράτη της περιοχής. Το ίδιο το όνομα της χώρας φανερώνει με τον πιο σαφή τρόπο τα στενά δεσμά του αρχιπελαγικού αυτού κράτους με την Ευρώπη, μιας και πήρε το όνομά του από τον τότε βασιλιά της Ισπανίας Φίλιππο II, όταν η Ισπανία κατέλαβε τη χώρα το 1521. Πριν αναλύσουμε το παραπάνω φαινόμενο κρίθηκε σκόπιμο να γίνει μια σύντομη αναφορά σε βασικές πληροφορίες σχετικά με το εν λόγω κράτος.
Οι Φιλιππίνες είναι αρχιπελαγικό κράτος της Νοτιοανατολικής Ασίας που αριθμεί περίπου 7.000 νησιά και νησίδες. Η πρωτεύουσα τους είναι η Μανίλα, αν και μεγαλύτερη πόλη είναι η Κεζόν (Quezon City). O πληθυσμός της χώρας ανέρχεται στα 108 εκατομμύρια, με το μεγαλύτερο μέρος του να απασχολείται στον αγροτικό τομέα (53,1%). Οι επίσημες γλώσσες της χώρας είναι η Φιλιππινέζικη γλώσσα και τα Αγγλικά, ενώ το νόμισμα της είναι το piso (πέσο στα ισπανικά). Η χώρα λόγω και του αποικιοκρατικού της παρελθόντος έχει στενές σχέσεις με την καθολική εκκλησία, καθώς το 79,5% του πληθυσμού ασπάζεται τον ρωμαιοκαθολικισμό. Οι Φιλιππίνες τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γνωρίσει ραγδαία οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα μετά τα τέλη του 20ου αιώνα, με το ΑΕΠ της χώρας να αυξάνεται κατακόρυφα από τα 84 δις δολάρια το 2000 στα 377 δις δολάρια το 2020. Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε πως οι Φιλιππίνες σήμερα είναι μέλος αρκετών διεθνών οργανισμών με σημαντικότερες συμμετοχές αυτές στην ASEAN (Association of Southeast Asian Nations), τον APEC (Asian-Pacific Economic Cooperation) και την Αναπτυξιακή Τράπεζα της Ασίας (ADB).
Ιστορικά στοιχεία
Κατά την προ-αποικιοκρατική εποχή η κοινωνία των Φιλιππίνων ήταν οργανωμένη γύρω από τα barangay, χωριά δηλαδή που αριθμούσαν μερικές δεκάδες οικογενειών, τις οποίες κυβερνούσε ο Datu, o τοπικός αρχηγός. Ο τρόπος δόμησης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής δεν προσιδίαζε ιδιαίτερα σε αυτόν της Δύσης, αφού τα νησιά ήταν οργανωμένα αυτόνομα, ενώ οι ιθαγενείς μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες και ασπάζονταν διάφορες θρησκείες χωρίς κάποια ιεραρχία. Η αλλαγή στον πολιτισμικό τομέα άρχισε να έρχεται με την μαζική εισροή μουσουλμάνων από το Μπρουνέι, ο αντίκτυπός της εντούτοις μειώθηκε μετά την κατάκτηση των εφ’ εξής Φιλιππίνων από τους Ισπανούς conquistadores τον 16ο αιώνα.
Οι Ισπανοί αποικιοκράτες εφάρμοσαν στις Φιλιππίνες παρόμοια πολιτική με αυτήν που εφάρμοζαν στην Λατινική Αμερική, μέσω του συστήματος των encomiendas, μεγάλων δηλαδή εκτάσεων γης που μοιράζονταν στους Ισπανούς αποικιοκράτες, σε ιδιώτες, στην Καθολική Εκκλησία και στον Βασιλιά, και στις οποίες η μεγάλη πλειοψηφία των ιθαγενών ήταν υποχρεωμένη να δουλεύει, πολλές φορές χωρίς κάποια αμοιβή. Τα αποτελέσματα της επί σχεδόν 400 χρόνων ισπανικής αποικιοκρατίας των Φιλιππίνων διαφέρουν ως προς την κατάταξή τους, ανάλογα με την σκοπιά που τα εξετάζουμε. Από την μία πλευρά η αγροτική παραγωγή αυξήθηκε στον βαθμό όπου η χώρα μπόρεσε να είναι σχεδόν αυτάρκης, ενώ παράλληλα διευρύνθηκαν και οι εμπορικές σχέσεις με κράτη όπως η Κίνα. Από την άλλη, η υπερσυγκέντρωση του πλούτου και της γης στα χέρια της Καθολικής Εκκλησίας και των κληρικών, διεύρυνε κατά πολύ τις οικονομικές ανισότητες στη χώρα και όξυνε την κοινωνική αναταραχή. Παράλληλα, η οικονομική ισχύς που είχε αποκτήσει η Καθολική Εκκλησία στη χώρα, της έδωσε την δυνατότητα να επιβάλλει τον καθολικισμό στον τοπικό πληθυσμό σε βαθμό που οι θρησκείες, τα έθιμα και τα σημεία πολιτισμού των ιθαγενών καταστρέφονταν ολοσχερώς, ενώ οι ίδιοι διώκονταν. Παράλληλα η Εκκλησία είχε καταφέρει να ελέγχει πλήρως το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των Φιλιππίνων με στόχο τον εκχριστιανισμό και την «ισπανοποίηση» του πληθυσμού, ενώ είχε φτάσει να συλλέγει περίπου το 90% των φόρων. Η παραπάνω συνθήκη είναι ευκόλως εννοούμενο ότι θα οδηγούσε σε εξέγερση των κατοίκων, οι οποίοι με πνευματικό ταγό τον José Rizal, φωτεινό διανοούμενο της εποχής, αλλά και άλλους επαναστάτες, οργάνωσαν την Φιλιππινέζικη επανάσταση το 1896 εναντίον των Ισπανών αποικιοκρατών.
Η συνέχεια ήταν καταστροφική για την ισπανική αυτοκρατορία λόγω της εμπλοκής της στον ισπανοαμερικανικό πόλεμο του 1898, στο τέλος του οποίου παραχώρησε τις Φιλιππίνες στις Η.Π.Α. με την υπογραφή της συνθήκης των Παρισίων το 1898. Ακολούθησε η επανάσταση εναντίον της Αμερικανικής κατοχής των Φιλιππίνων η οποία έληξε επίσημα το 1902 με χιλιάδες απώλειες. Παρ’ όλα αυτά η αμερικανική κατοχή συνεχίστηκε. Οι Η.Π.Α. ανέλαβαν την ανασυγκρότηση των Φιλιππίνων με την κατασκευή οδικού δικτύου και σχολείων. Παράλληλα η αμερικανική κουλτούρα διείσδυσε στην κοινωνία των Φιλιππίνων με τα αγγλικά να γίνονται επίσημη γλώσσα του κράτους. Η κατάσταση άλλαξε το 1941, όταν η Ιαπωνία κατέλαβε την χώρα, που από το 1935 είχε ανακηρυχθεί ως μέρος της αμερικανικής κοινοπολιτείας, κατάληψη που έληξε το 1945 μετά από εκτενείς μάχες ανταρτών, με την βοήθεια αμερικανικών δυνάμεων, με τους Ιάπωνες κατακτητές. Οι Φιλιππίνες κατάφεραν να ανεξαρτητοποιηθούν το 1946 μετά από συνθήκη που υπογράφηκε με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με πρόεδρο τον Manuel Roxas.
Οι Φιλιππίνες σήμερα
Οικονομία
Η οικονομία των Φιλιππίνων παρουσιάζει σταθερή βελτίωση τις τελευταίες δεκαετίες, με τάσεις εξωστρέφειας και προσέλκυσης επενδύσεων. Αυτήν τη στιγμή κατατάσσεται 73η στη λίστα των κρατών με τις πιο «ελεύθερες» οικονομίες. Παρόμοια βελτίωση παρουσιάζει και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας, το οποίο το 2019 ανερχόταν στα 3.337,7$, σταθερά αυξανόμενο σε σχέση με το 2010, όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ διαμορφωνόταν στα 2.264,4$. Όσον αφορά τις κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας, όπως αποτυπώνονται από το ποσοστό που αυτές συνεισφέρουν στο ΑΕΠ της χώρας, φαίνεται πως ο τομέας τον υπηρεσιών αποφέρει τα μεγαλύτερα κέρδη (57% του ΑΕΠ), κυρίως στους τομείς του εμπορίου επισκευών κινητήρων και των οικιακών ειδών. Επιπρόσθετα ο αγροτικός και o τομέας μεταποίησης αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του ΑΕΠ (22% και 12% του ΑΕΠ αντίστοιχα).
Η βελτίωση αυτή των οικονομικών δεικτών οφείλεται κυρίως στην αύξηση των ξένων επενδύσεων και την εισροή εμβασμάτων. Εντούτοις, φαίνεται πως η οικονομική ανάπτυξη των Φιλιππίνων δεν έχει βρει αντίκρισμα όσον αφορά τις κοινωνικές ανισότητες, καθώς οι τελευταίες παραμένουν αρκετά υψηλές. Πιο συγκεκριμένα, με βάση τον Δείκτη Gini, που μετράει το επίπεδο οικονομικής ανισότητας, η χώρα συγκεντρώνει 44,4 με το 100 να εκφράζει την απόλυτη ανισότητα και το 0 την απόλυτη ισότητα. Επιπλέον ο δείκτης φτώχειας παραμένει αρκετά υψηλός με το 21,6% του πληθυσμού να βιώνει φτώχεια. Πάντως η σημερινή κυβέρνηση των Φιλιππίνων με πρόεδρο τον Rodrigo Duterte έχει προτεραιοποιήσει την καταπολέμηση της φτώχειας με στόχο αυτή να μειωθεί στο 14% μέχρι το 2022.
Υγεία
Παρόμοιες προσπάθειες με αυτήν για την καταπολέμηση της φτώχειας γίνονται και για την βελτίωση του συστήματος υγείας,. Παρόλα αυτά η χώρα έχει να διανύσει μεγάλη απόσταση μέχρι να φτάσει τις επιδόσεις των ανεπτυγμένων κρατών. Πιο συγκεκριμένα, οι Φιλιππίνες ξοδεύουν περίπου το 4,4% του ΑΕΠ τους στην υγεία, την ίδια στιγμή που ο μέσος όρος των κρατών της ίδιας περιφέρειας ανέρχεται στο 6,67% του ΑΕΠ. Η έλλειψη χρηματοδότησης του δημοσίου συστήματος υγείας, η οποία εκφράζεται κυρίως μέσω της υποστελέχωσης των δομών, έχει αποκλείσει περίπου 90 εκατομμύρια πολίτες από την πρόσβαση στην υγεία, και έχει οδηγήσει το μέρος των πολιτών που έχουν την οικονομική δυνατότητα στην περίθαλψη από ιδιώτες. Το 2019 η κυβέρνηση υπέγραψε το Universal Healthcare Act με στόχο την δημόσια ιατρική κάλυψη του συνόλου του πληθυσμού με έμφαση στις ευάλωτες ομάδες, ωστόσο οι επιδόσεις της χώρας παραμένουν μέχρι και σήμερα αρκετά χαμηλές.
Εκπαίδευση
Παρόμοια περίπου κατάσταση επικρατεί και στον τομέα της εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τα ελλιπή στοιχεία που παραχωρεί η κυβέρνηση, η χρηματοδότηση για την εκπαίδευση αντιστοιχεί στο 3,4% του ΑΕΠ της χώρας, κατατάσσοντάς την στα κράτη μέλη της ASEAN με τη λιγότερη χρηματοδότηση για την εκπαίδευση. Με την ίδια βάση σύγκρισης, οι Φιλιππίνες βρίσκονται στις υψηλότερες θέσεις αναφορικά με την σχολική εγκατάλειψη. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως περίπου 1,4 εκατομμύρια μαθητές βρίσκονται σήμερα εκτός σχολείου. Οι λόγοι των μεγάλων αυτών αριθμών οφείλονται κυρίως στην φτώχεια που μαστίζει μεγάλο μέρος του πληθυσμού και που αναγκάζει τους/τις μαθητές/τριες να εγκαταλείψουν το σχολείο, με σκοπό να βοηθήσουν οικονομικά τις οικογένειές τους. Στον αντίποδα, η χώρα φαίνεται πως έχει βελτιώσει σημαντικά το επίπεδο αλφαβητισμού, που ανέρχεται στο 97,5% του πληθυσμού σε σχέση με το 2000 που το ποσοστό αυτό βρισκόταν στο 92,3%.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως οι Φιλιππίνες παραμένουν ένα κράτος που προσπαθεί εδώ και δεκαετίες να ξεπεράσει τις παθογένειες που του κληρονόμησαν εκατονταετίες αποικιοκρατίας και να οικοδομήσει από την αρχή τη δική του μοναδική ταυτότητα. Εντούτοις, με τα χρόνια φαίνεται πως τα μέτωπα, στα οποία καλείται η χώρα να λάβει δράση, αυξάνονται. Οι εδαφικές διαμάχες με την Κίνα για την Θάλασσα την Νότιας Κίνας, καθώς και η βία και η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο όνομα του «πολέμου ενάντια στα ναρκωτικά», παραμένουν ακανθώδη ζητήματα που συνεχίζουν να προβληματίζουν.
*φράση του προέδρου McKinley των Η.Π.Α.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The Philippines: An Overview of the Colonial Era, Asian Studies, Dana R. Herrera, Retrieved from here
- HDI Philippines, United Nations Development Program, Retrieved from here
- Education in Philippines, The Borgen Project, Sam Bostwick, Retrieved from here
- Health Care Expenditure Philippines, World Bank, Retrieved from here
- Philippines war on drugs, Human Rights Watch, Carlos H. Conde, Retrieved from here
- Philippines, Encyclopedia Britannica, Retrieved from here
- Philippines, The Gini Index, Retrieved from here