Της Βάσως Σοφάνη,
Το τρίλημμα του Αγρίππα πήρε το όνομά του από τον σκεπτικό φιλόσοφο Αγρίππα, ο οποίος το τυποποίησε, ωστόσο η αναφορά του παρουσιάζεται και στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Ομοχρόνως, στη σύγχρονη ιστορία της φιλοσοφίας, είναι γνωστό και ως επιχείρημα της επιστημικής αναδρομής (episteme regress). Επί της ουσίας, πρόκειται για ένα σχετικιστικό τρόπο τεκμηρίωσης, που αμφισβητεί τη δυνατότητα δικαιολόγησης των πίστεων. Η δικαιολόγηση των πίστεων στις οποίες θα επικεντρωθούμε κυρίως να σημειωθεί ότι σχετίζεται με την αναλυτική γνωσιολογία, η οποία κινείται στο πεδίο της εμπειρικής γνώσης. Αναλυτικότερα, όταν κάνουμε λόγο για την έννοια της πίστης (belief), αναφερόμαστε σε προτασιακές στάσεις της πίστης π μέσα σε μια πρόταση. Άπτεται του θέματος να αποσαφηνιστεί και ότι η γνώση και η πίστις εννοιολογικά δεν είναι ταυτόσημες. Οι πίστεις, για να μπορέσουν να αποτελέσουν μέρος της γνώσης, θα πρέπει να είναι προϊόν δικαιολόγησης και να παρέχουν αλήθεια. Μάλιστα, η απόδοση μιας αιτίας ύπαρξης είναι αναγκαία προϋπόθεση καθοριστικής σημασίας, ιδίως από την στιγμή που διαπιστώνουμε ότι μια πίστη μπορεί να μην χαρακτηρίζεται από επαρκή κριτήρια αιτιολόγησης, ωστόσο να αποτελεί αλήθεια.
Το αγριππιανό επιχείρημα αποτελεί ένα σχετικιστικό επιχείρημα σχετικά με την αμφισβήτηση της δυνατότητας της δικαιολόγησης των πίστεων. Κατά κόρον, στηρίζεται στους πέντε τρόπους του Αγρίππα, που κωδικοποιούν έναν τύπο επιχειρήματος, που συναντάται κυρίως στην επιχειρηματολογία των σκεπτικών από τον Σέξτο τον Εμπειρικό. Οι πέντε αυτοί τρόποι αφορούν την Ασυμφωνία, τη Σχετικότητα, την Απειρότητα, την Παραδοχή και την Κυκλικότητα. Η Ασυμφωνία έχει να κάνει με το ότι οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να διαφωνήσουν σχεδόν με τα πάντα, ενώ η Σχετικότητα με το γεγονός, ότι ο κάθε ισχυρισμός μπορεί, ή και θα έπρεπε, να περιορίζεται από τη ρήτρα «κατά τη γνώμη μου». Ο Τρόπος του Απείρου αφορά τo να «προσπαθώ κάθε φορά να βρω κάτι καινούριο, ξεκινώντας μια άπειρη αναδρομή» και η Παραδοχή την δυνατότητα άρνησης να απαντήσω ώστε να αποφύγω τον δογματισμό, ενώ η Κυκλικότητα αφορά την επανάληψη των λεγομένων μου, δημιουργώντας μια κυκλική επιχειρηματολογία.
Οι Τρόποι της Ασυμφωνίας και της Σχετικότητας δεν κάνουν φανερή την σχετικιστική τους διάθεση από την αρχή, αυτό ίσως να οφείλεται και στο ότι σκοπός τους αποτελεί η «εκπαίδευσή» μας να αναγνωρίζουμε, αν ο ισχυρισμός κάποιου υπερβαίνει ή αποτελεί αναφορά για το πώς αντιλαμβάνεται τα πράγματα. Έστω ότι κάποιος υπερβαίνει σε ένα οιονδήποτε ισχυρισμό. Καταρχάς, έχουμε το δικαίωμα να τον ρωτήσουμε, αν αυτό που υποστηρίζει είναι μία παραδοχή ή αν γνωρίζει αν όντως είναι αληθές. Κρίσιμη σε αυτό το σημείο είναι η απάντηση, καθώς η περίπτωση της παραδοχής δεν αποτελεί ισχυρή απόδειξη, σε αντίθεση με το αν γνωρίζω κάτι ως αληθές, που μου δημιουργεί το περιθώριο για περαιτέρω δικαιολόγηση παραθέτοντας τα τεκμήρια μου. Εντούτοις, σε αυτό το σημείο κάποιος, ο οποίος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σχετικιστής, θα μπορούσε να υποστηρίξει πως έπειτα των ανωτέρων βρισκόμαστε σε τέλμα, καθώς υπάρχει εξάντληση ιδεών.
Επικεντρωνόμενοι επί του παρόντος στους Τρόπους της Κυκλικότητας και της Παραδοχής μάς γεννούν την ψευδαίσθηση περί στερεότητας, ωστόσο η επιχειρηματολογία μας δεν μπορεί να εγκαθιδρύεται πάνω σε παραδοχές, αλλά ούτε και πάνω σε επιχειρήματα, τα οποία τεκμαίρονται δια του ίδιου τους του εαυτού. Εν κατακλείδι, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το ερώτημα, αν τελικά μας είναι αρκετός ο τρόπος περί Απειρότητας, φτάνοντας στο συμπέρασμα ότι και αυτός είναι το ίδιο ικανός με τους υπόλοιπους τρόπους που παραθέσαμε. Συλλήβδην, οι σχετικιστές ήταν υπέρ της άποψης ότι κανένας ισχυρισμός δεν είναι καθολικώς δικαιολογημένος εκτός αν, per possible, πρώτα ανατρέξουμε μια άπειρη αναδρομή προτέρων δικαιολογήσεων.
Το τρίλημμα του Αγρίππα βρίσκεται στην καρδιά του αρχαίου «προβλήματος του κριτηρίου», δηλαδή του προβλήματος εγκαθίδρυσης μίας μεθόδου-τρόπου, η οποία θα αποτελεί κριτήριο του να αποτελεί κάθε φορά κάτι γνήσια γνώση. Ο Αριστοτέλης έκανε απόπειρα εύρεσης λύσης, κατά την οποία η γνώση είναι αυτοτεκμηριούμενη. Στον αντίποδα, οι σχετικιστές υποστήριζαν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι αρκετά ισχυρό, καθώς δημιουργεί κυκλικότητα και μας φέρνει αντιμέτωπους με τον κίνδυνο της άπειρης αναδρομής, ενώ υπάρχει και η περίπτωση να υποστηρίξουμε ότι δεν δίνεται τόσο έμφαση στον ορθό λόγο, με την άποψη της λογικής ενόρασης ή στην εμπειρία από μέρους της γνώσης. Ωστόσο, αναγνωρίζεται και η πλευρά να αποφεύγουμε να κάνουμε τέτοιες δηλώσεις και να γινόμαστε εμμονικοί με τη γνώση, αφού πάντα φαίνεται να μας ξεφεύγει κάτι περί του όλου θέματος, ενώ ταυτόχρονα φαίνεται αναπόφευκτο να αποφύγουμε τον καθρεπτισμό των παραδοχών έναντι των εν δυνάμει πεποιθήσεών μας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Βενιέρη, Μ. (1995). Η ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΑΓΡΙΠΠΑ. ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ, σσ. σελ. 5-16.
- ΙΙΙ, Π. σ. (2021). Το τρίλημμα του Αργύπα. Πανεπιστημίο Πατρών.
- ΜΑΙΚΛ, Γ. (2013). ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ, ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ. LIBERAL BOOKS.