Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Οι δηλώσεις του βουλευτή και πρώην Υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Παύλου Πολάκη σχετικά με τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού δεν είναι απλώς άλλο ένα δείγμα ενός ιδιόρρυθμου χαρακτήρα, όπως θέλουν κάποιοι να παρουσιάζουν. Ο Αλέξης Τσίπρας, μέσω του «αψύ Κρητικού», επιλέγει να κλείσει το μάτι στους αρνητές του εμβολιασμού. Ό,τι κι αν λένε ο ίδιος κι άλλοι εντός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης υπέρ των εμβολίων, δεν έχουν κάποια αξία εφόσον διατηρεί τον Πολάκη στο κόμμα. Διότι, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τη διατύπωση μίας απλής άποψης για ένα δευτερεύον ζήτημα. Το διακύβευμα αφορά την επίσημη κυβερνητική κι επιστημονική άποψη σχετικά με τον προσφορότερο τρόπο αντιμετώπισης μιας πρωτοφανούς πανδημίας. Η δε ιατρική ιδιότητα του Πολάκη βαραίνει έτι περεταίρω το περιεχόμενο των δηλώσεών του.
Γι’ ακόμη μία φορά, γίνεται αντιληπτό ότι στον ΣΥΡΙΖΑ ούτε μπορούν ούτε θέλουν ν’ αλλάξουν. Όπως και στην περίοδο της οικονομική κρίσης έτσι και σε αυτήν τη υγειονομικής, επιλέγουν να χαϊδέψουν τα πιο ταπεινά ανθρώπινα ένστικτα, να υιοθετήσουν τους, παντός είδους, συνωμοσιολόγους και να υπονομεύσουν την εθνική προσπάθεια προς άγραν ψήφων. Την περίοδο 2010-2015, όταν κι εφαρμόζονταν τα δύο πρώτα Μνημόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνίστησε σε διαφόρων ειδών ακρότητες, οι οποίες διέρρηξαν την κοινωνική συνοχή, υπονόμευσαν τη δημοκρατική ομαλότητα κι έθεσαν σε κίνδυνο την ίδια την υπόσταση της χώρας με τον τρόπο που τη γνωρίζουμε τον τελευταίο μισό αιώνα. Με αυτή την τακτική, αφού εξαπάτησε το εκλογικό σώμα αναδείχθηκε στην εξουσία κι, αφού οδήγησε τη χώρα με το ένα πόδι εκτός Ευρωζώνης κι Ευρωπαϊκής Ένωσης, έφερε τελικά το τρίτο και σκληρότερο όλων των Μνημονίων.
Κυβέρνησε, ρέποντας διαρκώς προς την πολιτειακή εκτροπή και -πλην των οικονομικών- προκάλεσε σοβαρές βλάβες στην Πατρίδα σε πολλούς άλλους τομείς, με κορυφαία φυσικά τη Συμφωνία των Πρεσπών. Βλάβες που αποτελούν απόρροια του συνδυασμού ανικανότητας, οπορτουνισμού και ιδεοληψίας που χαρακτηρίζει την ηγεσία και τα στελέχη του. Κάποιοι μιλούσαν τότε για «παρά φύσιν» συμμαχία με τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου, βάσει του ιδεολογικού προσανατολισμού κάθε κόμματος. Η αλήθεια είναι ότι η κυβερνητική συνεργασία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπήρξε απολύτως συμβατή με την ύπαρξη αντιλήψεων που τέμνουν οριζόντια κι όχι κάθετα το πολιτικό σύστημα. «Ψεκασμένες» απόψεις υπάρχουν σε όλο το πολιτικό φάσμα και, ειδικά κατά τη σημερινή εποχή της άκρατης σχετικοποίησης, αποτελούν ευδιάκριτο σημείο επαφής, θεωρητικά, αντίρροπων δυνάμεων. Αν αναμειχθούν δε με την άμετρη φιλοδοξία για εξουσία, προκύπτει η πιο αποτελεσματική συγκολλητική ουσία.
Ο Τσίπρας και το κόμμα του στερούνται τόσο της ικανότητας όσο και της επιθυμίας ν’ αλλάξουν, διότι, βάσει της ιδεολογικοπολιτικής τους συγκρότησης, αντιλαμβάνονται την πολιτική με αυτόν ακριβώς τον τρόπο: χρήση οποιουδήποτε μέσου θεωρείται πρόσφορο για την άνοδο στην εξουσία και τη παραμονή σε αυτήν. Αδιαφορία για το αν το μέσο αυτό μπορεί να προκαλέσει τεράστια, ακόμη και ανήκεστο, βλάβη στη χώρα. Ακόμα και η προσπάθεια του Τσίπρα να απορροφήσει το σύνολο του χώρου της λεγομένης Κεντροαριστεράς έχει ως θεμέλιο τις ανωτέρω πεποιθήσεις του, σχετικά με την πολιτική, και όχι μια ειλικρινή και συνειδητή στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία (με όποιο περιεχόμενο μπορεί να έχει ο όρος αυτός στην Ελλάδα). Έχοντας, όμως, απολέσει την «παρθενία» της δήθεν αντισυστημικής δύναμης που ουδέποτε είχε κυβερνήσει, βρίσκονται σε αδιέξοδο καθότι το αποτύπωμα της περιόδου 2015-2019 είναι όχι μόνο νωπό, αλλά και ανεξίτηλο. Κάπως έτσι, Κυριάκος Μητσοτάκης και ΝΔ κυριαρχούν απόλυτα δύο χρόνια μετά την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας κι εν μέσω πολλών προβλημάτων. Αντέχει ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, κυρίως, λόγω της αδυναμίας του Κινήματος Αλλαγής να πείσει ότι μπορεί να επιτελέσει τον ρόλο αυτό, σε πρώτη φάση.
Ο Πολάκης δεν είναι ένα «εξωτικό» στοιχείο του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μία μεγάλη ψηφίδα της όψης του και κυρίαρχο συστατικό του περιεχομένου του. Όσοι δεν το συνειδητοποιούν είναι καταδικασμένοι, αν πέφτουν συνεχώς από τα σύννεφα…