Της Ιωάννας Κουτσομιχάλη,
Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας μιας χώρας, γνωστό μερικές φορές ως και υποπληθυσμός, είναι ο μειωμένος αριθμός γεννήσεων, ιδιαιτέρα όταν ο αριθμός εκείνος είναι μικρότερος από τον αριθμό των θανάτων. Μια τέτοια μείωση πληθυσμού προκαλείται από βραχυπρόθεσμα γεγονότα ή από μακροπρόθεσμες δημογραφικές τάσεις. Στις επιπτώσεις της υπογεννητικότητας αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και η Καθηγήτρια και Κοσμήτορας του School of Business & Economics του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος, Δρ. Άννα Τριανταφύλλου, τονίζοντας ότι «μικρότερος αριθμός νέων ανθρώπων σημαίνει λιγότερες νέες ιδέες, λιγότερη καινοτομία, χαμηλότερη οικονομική αύξηση, χαμηλότερη ανάπτυξη, μικρότερη πρόοδο, καθιστώντας απαραίτητη την ανάληψη δράσης».
Η Ευρώπη βιώνει μια πολύ μεγάλη δημογραφική μείωση. Ο πληθυσμός της ως ποσοστό του παγκόσμιου συνόλου έχει μειωθεί σημαντικά κατά τα τελευταία περίπου 60 χρόνια. Αλλά στο κοντινό μέλλον, η Νότια και η Ανατολική Ευρώπη αναμένεται να έχουν πολύ χειρότερες επιδόσεις από εκείνες στον Βορρά, διευρύνοντας περαιτέρω την ευρωπαϊκή οικονομική και δημογραφική ανισότητα, με λίγες εφαρμόσιμες λύσεις πολιτικής. Η ανησυχία για αυτή την πτώση έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις σχετικά με τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους για την αντιστροφή ή τον μετριασμό των επιπτώσεών τους. Όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά έθνη βιώνουν μακροπρόθεσμες πτώσεις στον πληθυσμό τους. Αυτές οι δημογραφικές τάσεις θα μπορούσαν να έχουν επιζήμιες συνέπειες για τα ευρωπαϊκά κράτη.
Αν στρέψουμε το βλέμμα μας στην Ελλάδα, θα συνειδητοποιήσουμε πως η μάστιγα της υπογεννητικότητας έχει πλήξει και τη χώρα μας. Μερικές έρευνες που έχουν διεξαχθεί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών δείχνουν πως ο πληθυσμός της Ελλάδας έχει μειωθεί κατά 0,4% σε σχέση με το 2010 και προβλέπεται να μειωθεί ακόμη περισσότερο. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, ο αριθμός των γεννήσεων μειώθηκε στις 1,38 το 2018 από 1,5 γεννήσεις το 2009, ενώ μέχρι το έτος 2050 προβλέπεται ότι το 35% του πληθυσμού της χώρας θα είναι ηλικίας 65 ετών και άνω, ποσοστό που σήμερα ανέρχεται σε 20%.
Ένα φαινόμενο που πολύς κόσμος τείνει να αγνοεί ή να προσπερνά είναι η βρεφική θνησιμότητα. Σε μια χώρα που οι γεννήσεις είναι μετρημένες, η νεογνική θνησιμότητα αυξάνει την υπογεννητικότητά. Οι 28 πρώτες ημέρες της ζωής ενός νεογνού, η λεγόμενη νεογνική περίοδος, είναι οι πιο ευάλωτες ώρες για την επιβίωση του. Στην Ελλάδα, συγκεκριμένα, εκτιμάται πως βιώνουμε 3 θανάτους νεογνών ανά 1.000 γεννήσεις. Η γενική εικόνα δείχνει πως η πλειοψηφία όλων των θανάτων νεογνών, δηλαδή το 75%, γίνεται κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας της ζωής τους και σχεδόν 1 εκατομμύριο νεογέννητα πεθαίνουν μέσα στις πρώτες ώρες. Συγκριτικά, ο πρόωρος τοκετός καθώς και οι επιπλοκές που σχετίζονται, μαζί με λοιμώξεις και γενετικές ανωμαλίες, προκάλεσαν τους περισσότερους θανάτους νεογνών το 2017 παγκοσμίως.
Σε μια χώρα όπου τα ποσοστά ανεργίας είναι υψηλά, δεν αποτελεί παράδοξο το γεγονός, ότι οι γηγενείς της προτιμούν να μην κάνουν απογόνους. Η οικονομική κρίση που βίωσε η χώρα πυροδότησε μια διαδικασία σημαντικής μείωσης του πληθυσμού της, λόγω μείωσης των γεννήσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως πολλά ζευγάρια παραμένουν για χρόνια σε σχέση, πολλές φορές και ως παντρεμένοι, χωρίς να έχουν την οικονομική δυνατότητα να φέρουν στον κόσμο παιδιά, καθώς ένα παιδί έχει υπέρογκα έξοδα. Χαρακτηριστικά, το 2017 το Υπουργείο Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, εκτίμησε ότι το μέσο κόστος της ανατροφής μόνο ενός παιδιού από τη γέννηση του μέχρι την ηλικία των 17 ετών είναι περίπου 233.610 δολάρια ετησίως.
Λόγω της ιδιαίτερης κατάστασης που βρίσκεται η χώρα, καθώς και σε συνδυασμό με τη μειωμένη νοσοκομειακή κρατική δαπάνη και υποστήριξη, καθίσταται αρκετά δύσκολη η παροχή ικανοποιητικών μαιευτικών και γυναικολογικών υπηρεσιών. Στην επαρχία και σε άλλες απόμακρες περιοχές της Ελλάδας, μιας και υπάρχει σημαντική συγκέντρωση εξειδικευμένων υποδομών στις μεγάλες πόλεις, υπάρχει μια δυσκολία πρόσβασης στις εν λόγω υπηρεσίες. Η έλλειψη υγειονομικών δομών παίζει σημαντικό ρόλο στην απόφαση των ζευγαριών που κατοικούν σε πιο απομονωμένες περιοχές να δημιουργήσουν την οικογένειά τους. Η εν λόγω αδυναμία πράγματι εντοπίζεται και στα μεγάλα αστικά κέντρα, ωστόσο παρατηρείται πιο έντονα σε απομονωμένες περιοχές.
Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας κουβαλάει και πολλές κοινωνικές συνέπειες. Αρχικά, λιγότερα σχολεία κτίζονται και λειτουργούν, λόγω του ότι υπάρχουν λιγότερα παιδιά για να τα γεμίσουν. Εντοπίζεται μια συμπαθητική μείωση των τιμών των κατοικιών, επειδή περισσότερα σπίτια είναι ακατοίκητα. Πολλά ζευγάρια που δεν έχουν παιδιά δεν χρειάζονται και μεγάλο χώρο για να ζήσουν. Ένα μικρό σπίτι είναι ευκολοσυντήρητο με μικρά έξοδα και λιγότερες ανάγκες. Δίπλα στην ιδιοκτησία, πλήττονται τα ενοικιαζόμενα καταλύματα, μιας και τα σπίτια μεγάλου μεγέθους μένουν κενά. Επιπλέον, επειδή ο αριθμός των παιδιών είναι αρκετά χαμηλός, μερικές εγκαταστάσεις φροντίδας που είναι απαραίτητες για ορισμένες κατηγορίες παιδιών δεν δημιουργούνται. Κατ’ επέκταση, περιορίζεται και η χρήση αθλητικών εγκαταστάσεων για τους ακριβώς ίδιους λόγους
Μακροπρόθεσμα, οι κοινωνικές επιπτώσεις που μέλλει να πλήξουν την χώρα λόγω της υπογεννητικότητας πρόκειται να λάβουν ανησυχητικές διαστάσεις. Στον χώρο του θεάματος, όλο και λιγότεροι άνθρωποι θα πηγαίνουν σε θέατρα και λιγότερα θεάματα κατάλληλα για παιδιά θα παράγονται. Έτσι, παιδότοποι, παιδικά θέατρα και λοιποί τρόποι διασκέδασης μικρών παιδιών θα περικόπτονται.
Ορισμένες από τις οικονομικές συνέπειες είναι αρκετά προφανείς: μείωση του εργατικού δυναμικού συνεπάγεται μείωση της παραγωγής και της κατανάλωσης, όπως και αργή οικονομική ανάπτυξη. Εξαιρετικής σημασίας για το βιοτικό επίπεδο μιας χώρας είναι και η παραγωγή ανά άτομο. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν η μείωση του πληθυσμού μπορεί να επηρεάσει και αυτήν.
Υπάρχει λύση τελικά; Ο καθηγητής Murray, ένας διάσημος Αμερικανός ερευνητής δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ και διευθυντής του Ινστιτούτου Μετρήσεων και Αξιολόγησης της Υγείας, δηλώνει πώς: «Βρίσκω τους ανθρώπους να περιγελάνε το φαινόμενο της υπογεννητικότητας. Δεν μπορούν να φανταστούν ότι θα μπορούσε να είναι αλήθεια, νομίζουν ότι οι γυναίκες απλά θα αποφασίσουν να κάνουν περισσότερα παιδιά. Ωστόσο, αυτή η εικασία παύει να είναι η απάντηση όταν σχεδόν ο πληθυσμός κάθε χώρας συρρικνώνεται». Συνάμα, το πρόβλημα της υπογεννητικότητας στις ανεπτυγμένες χώρες είναι πιο επίκαιρο από ποτέ και δεν υπάρχει ακόμη κάποιος σίγουρος τρόπος επίλυσής του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ποιοι Παράγοντες Ευθύνονται για την Υπογεννητικότητα στην Ελλάδα; eurolife.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Causes and effects of population decline, government.nl, Διαθέσιμο εδώ
- Δημογραφικό: Η Ελλάδα θα έχει 8 εκατ. πληθυσμό το 2050 εάν συνεχιστεί η υπογεννητικότητα, cnn.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Greece – Under-five mortality rate, knoema.com, Διαθέσιμο εδώ