Του Νικόλαου Τσελέντη,
Το Χονγκ Κονγκ αποτελεί μία πρώην βρετανική αποικία και ξεχωρίζει για το ιδιόμορφο πολιτικό του καθεστώς. Αφ’ ης στιγμής απέκτησε την ανεξαρτησία του, την 1η Ιουλίου του 1997, πέρασε υπό τον έλεγχο της Κίνας, η οποία αυτοβούλως το θεωρεί έκτοτε ένα αναπόσπαστο κομμάτι της επικράτειάς της. Φυσικά, τα 156 χρόνια της αποικιοκρατικής επιρροής στιγμάτισαν εμφανέστατα την ιστορία της εν λόγω περιοχής, δημιουργώντας μία εγγενή αντίθεση με το απολυταρχικό μοντέλο διακυβέρνησης της κομμουνιστικής Κίνας, ωθώντας στη θέσπιση του Βασικού Νόμου (Basic Law). Σύμφωνα με αυτόν, το Χονγκ Κονγκ κυβερνάται ως μία ειδική διοικητική περιοχή, μέχρι το 2047, εφαρμόζοντας την πολιτική της «μίας χώρας, δύο συστημάτων», που εν τοις πράγμασι παραχωρεί μία σωρεία δικαιωμάτων.
Βεβιασμένα, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως ο Βασικός Νόμος θα έδινε μία οριστική λύση στις όποιες διαφωνίες των δύο μερών. Ωστόσο, η αυταρχική ηγεσία της Κίνας και η έκδηλη επιθυμία της να απομακρύνει το Χονγκ Κονγκ από οιοδήποτε «δυτικό δέλεαρ», οδήγησε την πρώτη σε μία σειρά ενεργειών που σαφέστατα παραβίαζαν την υφιστάμενη κατάσταση της σχετικής αυτοδιοίκησης. Επ’ αφορμή, λοιπόν, της πανδημίας του κορωνοϊού και της απαγόρευσης των μαζικών συναθροίσεων, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) προέβη στη ψήφιση ενός νομοσχεδίου, με το οποίο θα περιοριζόταν σημαντικά η αυτοδυναμία του Χονγκ Κονγκ. Πρόκειται, λοιπόν, για τον περίφημο «νόμο περί εθνικής ασφάλειας».
Τι προβλέπει ο εν λόγω νόμος;
Στις 30 Ιουνίου του περασμένου έτους, η μόνιμη επιτροπή του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου της Κίνας ψήφισε με ομοφωνία, κατόπιν παράκαμψης του τοπικού Κοινοβουλίου του Χονγκ Κονγκ, το νόμο περί εθνικής ασφάλειας, βάσει του οποίου καθορίζονται 4 αδικήματα: οι δραστηριότητες της απόσχισης, της υπονόμευσης της κρατικής εξουσίας, της τρομοκρατίας και της συνωμοσίας με ξένες δυνάμεις. Τα ανωτέρω θα τιμωρούνται με ποινές που ενδέχεται να λάβουν μέχρι και τη μορφή της ισόβιας κάθειρξης, ενώ θα ακολουθούν μία σειρά βαρύτατων κυρώσεων, όπως η απώλεια του δικαιώματος του εκλέγεσθαι, η διακοπή της λειτουργίας εταιρειών και ομίλων, μέλη των οποίων έχουν κριθεί ένοχα, το πάγωμα των λογαριασμών και η κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων.
Επιπροσθέτως, κατά τον νόμο, προβλέπεται η ίδρυση από το Πεκίνο μίας υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας με έδρα το Χονγκ Κονγκ, αλλά η δράση της θα βρίσκεται υπό τη δικαιοδοσία της κινεζικής κεντρικής αρχής. Άλλωστε, η άμεση εμπλοκή της Κίνας υπερτονίζεται και με τη δυνατότητα εκδίκασης των «σοβαρών εγκλημάτων» κατά της εθνικής ασφάλειας στα κινεζικά δικαστήρια και όχι σε αυτά της ημιαυτόνομης περιοχής. Τέλος, αξίζει να επισημανθεί πως ο νόμος αυτός ισχύει τόσο για τους μόνιμους όσο και για τους μη μόνιμους κατοίκους του Χονγκ Κονγκ.
Αναμενόμενα, η γνωστοποίηση του νέου νόμου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και διαδηλώσεις εκ μέρους των πολιτών. Την ακριβώς επόμενη ημέρα του ψηφίσματος, οι δυνάμεις ασφαλείας προχώρησαν σε δεκάδες αυθαίρετες συλλήψεις, μεταξύ των οποίων αρκετών επιφανών ακτιβιστών, υπέρμαχων της δημοκρατίας. Τα Ηνωμένα Έθνη εξέφρασαν ευθύς αμέσως την ανησυχία τους, ισχυριζόμενα ότι ο νόμος είναι τόσο ευρύς και ασαφής σε σημείο που μπορεί να ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Ειδικά το έγκλημα της συνωμοσίας με ξένες δυνάμεις φαίνεται πως αφήνει εκτεθειμένους τους αντιφρονούντες του καταπιεστικού, μονοκομματικού καθεστώτος, εφόσον υπόκεινται διώξεις για την άσκηση βασικών δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι. Και οι φόβοι της διεθνούς κοινότητας επιβεβαιώθηκαν λίγους μήνες αργότερα.
Τον Απρίλιο του 2021, συνελήφθη ο δισεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης της φιλελεύθερης εφημερίδας Apple Daily και ένθερμος υποστηρικτής του κινήματος υπέρ της δημοκρατίας του Χονγκ Κονγκ, ονόματι Jimmy Lai. Κατηγορήθηκε για τη συμμετοχή του στις μακροσκελείς διαδηλώσεις του 2019 και για την υποκίνηση δραστηριοτήτων που έθεταν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια. Μολονότι η στοχοποίηση του επικεφαλής του μοναδικού δημοκρατικού μέσου ενημέρωσης ήταν ένα ισχυρό πλήγμα, εντούτοις οι εκδόσεις συνέχισαν απρόσκοπτα τη δουλειά τους, δείχνοντας την απαράμιλλη θέλησή τους να αντισταθούν στον κινεζικό γίγαντα. Το πείσμα των εργαζομένων της Apple Daily, όμως, την έφεραν στο στόχαστρο της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας και την Πέμπτη 17 Ιουνίου η κατάσταση τέθηκε εκτός ορίων.
Μία μεγάλη ομάδα αστυνομικών, περί τους 500, εισέβαλαν στα κεντρικά γραφεία της Apple Daily και συνέλαβαν συνολικά 5 στελέχη. Ο αρχισυντάκτης Ryan Law και ο διευθύνων σύμβουλος Cheung Kim-hung κατηγορήθηκαν βάσει του αμφιλεγόμενου νόμου περί εθνικής ασφάλειας, ενώ οι υπόλοιποι 3 (ο Chow Tat-kuen, η Chan Pui-man και ο Cheung Chi-wai) μεταφέρθηκαν στο αστυνομικό τμήμα για περαιτέρω καταθέσεις. Ακόμη, οι αστυνομικοί κατάσχεσαν τους υπολογιστές και τους σκληρούς δίσκους της εφημερίδας, αφού πρώτα είχαν αποκτήσει πρόσβαση σε κάθε έναν υπολογιστή των δημοσιογράφων. Σα να μην έφταναν αυτά, η αστυνομία πάγωσε επίσης περιουσιακά στοιχεία αξίας 18 εκατομμυρίων, που ανήκουν σε 3 συνδεόμενες με την εφημερίδα εταιρείες. Οι αρχές δικαιολόγησαν τις πράξεις τους, δηλώνοντας πως από το 2019 μέχρι και σήμερα η Apple Daily έχει δημοσιεύσει τουλάχιστον 30 άρθρα, τα οποία καλούν τις ξένες χώρες να επιβάλλουν κυρώσεις στο Χονγκ Κονγκ και κατ’ επέκταση στην Κίνα. Άρα, η εφημερίδα κατηγορείται για προσπάθεια συνωμοσίας.
Η Apple Daily, παρότι φανερά αποδυναμωμένη από τις αστυνομικές παρεμβάσεις, κυκλοφόρησε κανονικά την Παρασκευή 18 του μηνός το επόμενο τεύχος της, εστιάζοντας στα τεκταινόμενα της προηγούμενης ημέρας. Στο εξώφυλλο απεικονίζονταν τα 5 συλληφθέντα στελέχη, με λεζάντα: «Η αστυνομία εθνικής ασφάλειας εισέβαλε στην Apple Daily, συνέλαβε 5 άτομα και κατάσχεσε 44 σκληρούς δίσκους», και στο κάτω μέρος με κίτρινα γράμματα αναγραφόταν ένα ηχηρό μήνυμα της δημοκρατίας: «Πρέπει να συνεχίσουμε». Η φράση αυτή λέγεται πως ειπώθηκε από τον διευθύνοντα σύμβουλο Cheung Kim-hung στο προσωπικό της εφημερίδας, καθώς απομακρυνόταν με τις χειροπέδες.
Ο ζήλος της φιλελεύθερης φυλλάδας να ενημερώσει τον πληθυσμό για τις κρατικές αυθαιρεσίες εκτιμήθηκε δεόντως από τους πολίτες του Χονγκ Κονγκ, οι οποίοι δημιούργησαν ουρές στους πάγκους πώλησης των εντύπων. Ενδεικτικά, σε μία φυσική ροή η εφημερίδα τύπωνε κατά μέσο όρο 80.000 αντίτυπα, ενώ την Παρασκευή χρειάστηκαν 500.000 για να καλυφθεί η υπέρμετρη ζήτηση. Πολλοί νέοι, όχι μόνο στήριξαν τον δημοκρατικό αγώνα με την αγορά του τεύχους, αλλά αξιοποίησαν το βήμα που τους δίνεται μέσω των social media και ανάρτησαν δημοσιεύσεις στο Instagram με λογοπαίγνια (“I had Apple for breakfast”, “Ate one early in the morning”). Στον αντίποδα, η παλαιότερη γενιά συνέβαλε στη μαζική κινητοποίηση με τον δικό της τρόπο. Αγόραζαν οι ηλικιωμένοι πληθώρα εντύπων και τα διένεμαν στον κόσμο δωρεάν, προκειμένου να καταστεί ενημερωμένος.
Ο πολιτικός αναβρασμός στο Χονγκ Κονγκ καλά κρατεί. Η Κίνα ασκεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα πιέσεις, διαμορφώνοντας ένα απολυταρχικό μοντέλο διοίκησης, τη στιγμή που οι πολίτες ζητούν απεγνωσμένα την εγκαθίδρυση μίας πάγιας δημοκρατίας. Αναπόφευκτα έχουν στραφεί στη Δύση και στους φύλακες των δημοκρατικών ιδεωδών (ΟΗΕ, ΕΕ, Η.Π.Α.), δείχνοντας πως χρειάζονται δράσεις και όχι απλώς λόγια και παραινέσεις. Εξάλλου, αν δεν πραγματοποιηθεί μία ριζική αλλαγή λίαν συντόμως, η φίμωση των εναπομεινάντων ακτιβιστών θα είναι οριστική και αμετάκλητη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Hong Kong security law: What is it and is it worrying?, BBC, διαθέσιμο εδώ
- Apple Daily: Hong Kong police raid sparks rush on newspapers, BBC, διαθέσιμο εδώ
- Apple Daily executives face national security charge in HK court, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ
- Hongkongers queue to buy Apple Daily copies after editor-in-chief arrested, The Guardian, διαθέσιμο εδώ