Του Νίκου Θεολόγου,
Στις 14 Μαΐου του 2017, ο Emmanuel Macron έγινε ο νεότερος Γάλλος Πρόεδρος στην ιστορία της χώρας. Χωρίς την υποστήριξη κάποιου μεγάλου κόμματος, ο Macron κατάφερε να αποσπάσει το 65% των ψήφων επικρατώντας πανηγυρικά επί του ακροδεξιού κόμματος της Marine Le Pen και έβαλε ένα τέλος στον δικομματισμό που κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας από τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Macron είχε στόχο την ανασύνταξη του πολιτικού πλαισίου της χώρας, γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ της «αριστεράς» και της «δεξιάς» και θέτοντας γερές βάσεις για μία Γαλλία πρωτοπόρα, με φιλελεύθερη ατζέντα και ηγέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η προεδρία του έως τώρα έχει υπάρξει ιδιαίτερα επεισοδιακή, με τις πολιτικές και τις μεταρρυθμίσεις του σε συνδυασμό με το ξέσπασμα της πανδημίας να προκαλούν πρωτοφανή κοινωνική αναταραχή.
Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Για να αντιληφθεί κανείς το κλίμα που επικρατεί στη Γαλλία σήμερα, θα πρέπει να κοιτάξει τον κοινωνικοπολιτικό ιστό της χώρας. Ακολουθώντας το μοτίβο πολλών ευρωπαϊκών χωρών, η πλειοψηφία των Γάλλων ψηφοφόρων ανήκει στο κέντρο, με τα δύο «άκρα» (αριστερά και δεξιά) να διατηρούν ένα σημαντικό αλλά ισοσταθμισμένο ποσοστό ψηφοφόρων. Συνεπώς, είναι προφανές πως όποιος υποψήφιος καταφέρει να κερδίσει την πλειοψηφία των κεντρώων ψηφοφόρων, θα κερδίσει και την εκλογική κούρσα.
Κάπως έτσι το 2007 η νίκη του Ρεπουμπλικάνου κόμματος, έφερε στην εξουσία τον -τότε- κεντροδεξιό πολιτικό Nicolas Sarkozy. Ο Sarkozy είχε χτίσει την προεκλογική του καμπάνια πάνω σε 2 στόχους: την ενδυνάμωση και ανάπτυξη της μεσαίας τάξης, που βρήκε πολλούς υποστηρικτές του κέντρου, και την ανύψωση της εθνικής ταυτότητας, που λειτούργησε ως πόλος έλξης για δεξιούς και ακροδεξιούς ψηφοφόρους. Παρόλα αυτά, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική ύφεση του 2008 έφερε τα πάνω κάτω στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης και κατ’ επέκτασιν της Γαλλίας. Ανήμπορη να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις του περί οικονομικής ενίσχυσης της μεσαίας τάξης, η κυβέρνηση Sarkozy έλαβε ένα «λαϊκίστικο και εθνικιστικό» χαρακτήρα με κύριο άξονα την εθνική ταυτότητα, γεγονός που απώθησε τους κεντρώους ψηφοφόρους από το Ρεπουμπλικάνο κόμμα. Έτσι, στις εθνικές εκλογές του 2012 το Σοσιαλιστικό κόμμα, με ηγέτη τον François Hollande, παρέλαβε την εξουσία της χώρας. Ύστερα από τις εκλογές και την αποχώρηση του Nicolas Sarkozy από τους Ρεπουμπλικάνους, το κόμμα έλαβε έναν ακροδεξιό χαρακτήρα και η φερεγγυότητά του δέχθηκε σοβαρό πλήγμα, όταν κατηγορήθηκε πως έλαβε χρήματα για την προεκλογική του καμπάνια από το Λιβυκό δικτάτορα, Muammar Gaddafi.
Ο François Hollande ήρθε στην εξουσία υποσχόμενος μία βαθιά «ριζοσπαστική» ατζέντα και υποσχέθηκε φορολόγηση της τάξεως του 75% για τους πλούσιους. Ξένοι επενδυτές, ποδοσφαιριστές και πολλοί άλλοι που λάμβαναν υψηλά εισοδήματα άρχισαν να αποχωρούν -κακήν κακώς- από τη χώρα, γεγονός που ανάγκασε τον Hollande να αποσύρει το αμφιλεγόμενο μέτρο άμεσα και δημιούργησε ρήξη σχέσεων και εμπιστοσύνης στο Σοσιαλιστικό κόμμα. Το εν λόγω μέτρο και τα όποια εσωτερικά προβλήματα υπήρχαν στο κυβερνών κόμμα ξεχάστηκαν γρήγορα, καθώς εμφανίστηκε μία νέα, πρωτόγνωρη για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, κρίση. Τα απανωτά τρομοκρατικά χτυπήματα που δέχθηκε η Γαλλία το 2015 μέσα σε μόλις λίγες μέρες έσπειραν τον τρόμο σε όλη τη Γηραιά Ήπειρο. Σε μία «φτηνή» προσπάθεια αποκατάστασης της αίσθησης εθνικής ασφάλειας ο François Hollande πρότεινε την αφαίρεση της Γαλλικής ιθαγένειας από τους τρομοκράτες, κίνηση που τον έφερε αντιμέτωπο όχι μόνο με την αντιπολίτευση αλλά και με το ίδιο του το κόμμα. Η πλήρης ενδόρρηξη του Σοσιαλιστικού κόμματος, σε συνδυασμό με την αποτυχημένη προσπάθεια αναδιάρθρωσης της οικονομίας και το απόν αίσθημα ασφάλειας βύθισαν την κοινωνική αποδοχή του κόμματος στο 4%.
Κάπου εκεί εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας ο Emmanuel Macron. Ενώ ο ίδιος είχε αναλάβει το Υπουργείο Οικονομικών στη θητεία του François Hollande το 2016 έκανε πίσω, ώστε να μπορέσει να σχεδιάσει την καμπάνια για το δικό του κόμμα. Ο Macron εκμεταλλευόμενος τη δύναμη των κεντρώων ψηφοφόρων και, λαμβάνοντας υπόψιν την αποδυνάμωση του Σοσιαλιστικού κόμματος και την ακροδεξιά και αντιευρωπαϊκή πολιτική των Ρεπουμπλικάνων, κατάφερε να κερδίσει «πανηγυρικά» τις εκλογές. Όταν του ζητήθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση, ο Macron επιστράτευσε πολιτικούς και από τα δύο στρατόπεδα (Ρεπουμπλικάνους και Σοσιαλιστές), δείχνοντας την επιθυμία του να γεφυρώσει το χάσμα αριστεράς-δεξιάς.
Από την αρχή της διακυβέρνησης του Macron, ένα πράγμα έγινε αρκετά σαφές στους Γάλλους: ο Macron, όσο και να αυτοδιαφημίστηκε στην προεκλογική του καμπάνια ως ένας κεντρώος πολιτικός, έχει κατά βάση δεξιά, φιλελεύθερη ατζέντα. Οι μεταρρυθμίσεις του Emmanuel Macron στο σιδηροδρομικό σύστημα της χώρας, που από πολλούς χαρακτηρίστηκαν ως το «πρώτο βήμα» ιδιωτικοποίησης του κλάδου, η πρόταση για πλήρη αναδόμηση του συνταξιοδοτικού συστήματος, αυξάνοντας το ανώτατο ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης κατά δύο χρόνια και η απεγνωσμένη προσπάθεια για γεφύρωση της σχέσης μεταξύ της αστυνομίας και του γαλλικού λαού, προτείνοντας την απαγόρευση βιντεοσκόπησης αστυνομικής βίας, έφεραν το γαλλικό λαό στα όρια του. Η προσπάθεια του Γάλλου προέδρου να στραφεί προς τη βιωσιμότητα και την «πράσινη ενέργεια», αυξάνοντας σημαντικά τις τιμές της βενζίνης φαίνεται να ήταν η ενέργεια που ξεχείλισε το ποτήρι. Έκτοτε, μαζικές διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες έχουν ξεσπάσει στη Γαλλία με το χαρακτηριστικό σύμβολο των κίτρινων γιλέκων (το κίτρινο γιλέκο είναι αξεσουάρ που έχουν όλοι οι Γάλλοι στα αυτοκίνητα τους υποχρεωτικά και χρησιμοποιείται μόνο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης).
Με τα «κίτρινα γιλέκα», που αποτελούνται κυρίως από την εργατική τάξη και από συνταξιούχους, να αντιδρούν βίαια σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις και με τον Macron να χάνει την υποστήριξη των κεντροαριστερών και αριστερών ψηφοφόρων, ο πρόεδρος της Γαλλίας χρειάστηκε να πάρει πίσω πολλές από τις μεταρρυθμίσεις για να αποφύγει τα χειρότερα, έχοντας ήδη χάσει το αίσθημα αισιοδοξίας που προκάλεσε η εκλογή του.
Παράλληλα, οι Γάλλοι ύστερα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις του 2015 δεν έχουν καταφέρει να επαναφέρουν το αίσθημα της εθνικής ασφάλειας. Οι συνεχείς ανά τα χρόνια τρομοκρατικές επιθέσεις οδήγησαν τον Macron στη λήψη αντιδημοκρατικών μέτρων, που ανά περιπτώσεις παραβιάζουν το κατοχυρωμένο δικαίωμα της ανεξιθρησκίας στο όνομα της καταπολέμησης του «ισλαμικού αυτονομισμού» (δική του έκφραση). Οι πολιτικές εθνικής ασφάλειας του Emmanuel Macron έχουν ωθήσει το κόμμα του στη δεξιά, με το κόμμα της Marine Le Pen να μην απέχει πολύ. Λέει πολλά για τον Macron το γεγονός πως έχει φτάσει να ανταγωνίζεται ένα ακροδεξιό κόμμα για το ποιος θα έχει την πιο αυστηρή πολιτική προκειμένου να «πατάξει» την τρομοκρατία, εκμεταλλευόμενος το κοινό αίσθημα φόβου του γαλλικού λαού.
Το 2021 είναι το τελευταίο χαρτί του Macron
Ούτε ένας χρόνος δεν έχει απομείνει για τις γαλλικές εκλογές, με τον Emmanuel Macron να ξεμένει από λύσεις. Η οικονομία, λόγω πανδημίας, βρίσκεται στα τάρταρα και ο Macron έχει χάσει την εμπιστοσύνη των αριστερών και κεντροαριστερών ψηφοφόρων του. Στο χρόνο που του έχει απομείνει, ο Γάλλος πρόεδρος ελπίζει το άνοιγμα της οικονομίας και τα μέτρα ασφαλείας να είναι αρκετά για να του κερδίσουν την εμπιστοσύνη του λαού. Για να επανεκλεγεί, όμως, ο Macron πρέπει να ξεπεράσει δύο μεγάλα εμπόδια: την Marine Le Pen που έχει καταφέρει να αναγεννήσει το Ρεπουμπλικάνο κόμμα και να το απομακρύνει από την αντιευρωπαϊκή ρητορική του 2017 και την περίπτωση κάποιου ανερχόμενου κόμματος από το χώρο της αριστεράς, ο οποίος δεν έχει εκπρόσωπο αυτή τη στιγμή. Με αυτά τα δεδομένα, η επόμενη μέρα της Γαλλίας προβλέπεται δεξιά ή…ακροδεξιά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Macron refuses to back down on French fuel tax as protests loom, Reuters, διαθέσιμο εδώ
- Who Are France’s Yellow Vest Protesters, And What Do They Want?, NPR, διαθέσιμο εδώ
- Macron Bypassing Parliament to Pass Pension Reform Stirs Protest, Bloomberg, διαθέσιμο εδώ
- France’s Macron calls for ‘urgent’ police reform following protests, BBC, διαθέσιμο εδώ