Του Φίλιππου – Αθανάσιου Μισούλη,
Το Brexit αποτέλεσε το σημαντικότερο πολιτικό αλλά και νομικό γεγονός της «γηραιάς ηπείρου» εδώ και δεκαετίες, καθώς και την πρώτη οπισθοχώρηση στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Σηματοδότησε την πρώτη περίπτωση αποχώρησης κράτους-μέλους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η αναζήτηση του νομικού καθεστώτος του Ηνωμένου Βασιλείου στην μετά-Brexit εποχή αποτελεί τη μεγαλύτερη παρούσα πρόκληση του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, η αναζήτηση ενός προτύπου νομικής σχέσης έστρεψε την προσοχή των Ευρωπαίων και Βρετανών αξιωματούχων σε μια άλλη διαφορετική περίπτωση, εκείνη της Νορβηγίας.
Σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, η Νορβηγία δεν αποτέλεσε ποτέ μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά τις δύο αποτυχημένες απόπειρές της για ένταξη τις δεκαετίες του ’70 και του ’90, από τις οποίες υποχώρησε έπειτα από απορριπτικά δημοψηφίσματα του νορβηγικού λαού το 1972 και το 1994. Εντούτοις, αποτελεί κατά πολλούς αναλυτές τη χώρα με τις στενότερες σχέσεις με την Ένωση, ούσα, ήδη, μέλος της ζώνης Schengen, της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών (European Free Trade Agreement/εφεξής EFTA) και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ενώ συμμετέχει οικειοθελώς σε πλήθος άλλων πτυχών του ενωσιακού δικαίου.
Ειδικότερα, το νομικό καθεστώς των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης και Νορβηγίας διέπεται, κατά κύριο λόγο, από την συμμετοχή της Νορβηγίας στην EFTA (στην οποία συμμετέχουν παράλληλα η Ελβετία, η Ισλανδία και το Λιχτενστάιν). Μέσω της συμφωνίας αυτής, η Νορβηγία συμμετέχει στην κοινή αγορά και έχει εξασφαλίσει ελεύθερο εμπόριο με την Ένωση, υιοθετώντας σε αντάλλαγμα μεγάλο μέρος των ενωσιακών κανόνων δικαίου. Συγχρόνως, βρίσκεται εκτός της κοινής αγροτικής πολιτικής και της κοινής πολιτικής αλιείας, διασφαλίζοντας κυριαρχία σε κρίσιμους για την εθνική οικονομία τομείς, ενώ δεν δεσμεύεται και από την κοινή εμπορική πολιτική της Ένωσης. Επιπλέον, η Νορβηγία διατηρεί την κρατική της κυριαρχία στον τομέα της ενέργειας και της διαχείρισης του φυσικού της πλούτου, γεγονός μεγίστης σημασίας για την σκανδιναβική χώρα με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου στην Ευρώπη, ένα από τα μεγαλύτερα κρατικά ταμεία παγκοσμίως και μια οικονομία που στηρίζει εν πολλοίς την ευημερία της σε ένα διογκωμένο κοινωνικό κράτος, χρηματοδοτούμενο από τα έσοδα της εξαγωγής πετρελαίου και άλλων φυσικών πόρων. Είναι χαρακτηριστικό δε ότι η εθνική εταιρία πετρελαίου της Νορβηγίας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε κρατικές ενισχύσεις, αντίθετες προς το ενωσιακό δίκαιο, που θα αντιμετώπιζαν απαγόρευση σε περίπτωση που η Νορβηγία ήταν πλήρες μέλος της Ένωσης.
Παράλληλα, η Νορβηγία διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίου και υπηρεσιών με την Ένωση, χωρίς όμως να υπόκειται στην δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ε.Ε. Όσον αφορά την οικονομική συνεισφορά της Νορβηγίας στον προϋπολογισμό της Ένωσης, καθώς δεν αποτελεί κράτος-μέλος, αυτή διασφαλίζεται μέσω ενός ειδικού καθεστώτος επιχορηγήσεων του νορβηγικού κράτους σε 15 κράτη-μέλη της Κεντρικής, Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης, που έχουν λιγότερο ανεπτυγμένες οικονομίες.
Είναι δε ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι, ακόμα και σε τομείς που δεν καλύπτει η EFTA, η Νορβηγία συνεργάζεται με την Ένωση μέσω διμερών συμφωνιών και σχημάτων συνεργασίας, οδηγώντας σε στενή συνεργασία στους τομείς της ασφάλειας, της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος, της εξωτερικής πολιτικής και του περιβάλλοντος.
Ωστόσο, το μοντέλο αυτό συνεργασίας, παρά την ευελιξία του, παρουσιάζει και σημαντικά μειονεκτήματα για την Νορβηγία. Το κυριότερο από αυτά έγκειται στο γεγονός ότι η χώρα είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει και να ενσωματώνει πλήθος ενωσιακών κανόνων δικαίου, χωρίς, ωστόσο, να συμμετέχει στην ψήφιση τους, καθώς δεν εκπροσωπείται στα ενωσιακά όργανα, δεν κατέχει δηλαδή έδρες στο Ευρωκοινοβούλιο, δεν συμμετέχουν εκπρόσωποι της νορβηγικής κυβέρνησης στο Συμβούλιο της Ε.Ε. και δεν εκπροσωπείται από κανέναν Ευρωπαίο Επίτροπο.
Συνοψίζοντας, γίνεται φανερό ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα συγκεκριμένο μοντέλο, απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες της βορειοευρωπαϊκής χώρας, το οποίο δύσκολα θα μπορούσε να υιοθετηθεί σε άλλες περιπτώσεις, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit. Πιο συγκεκριμένα, αποτελεί το πληρέστερο και αποτελεσματικότερο υποκατάστατο της πλήρους ένταξης στην Ένωση, ενώ πτυχές του, όπως η υιοθέτηση ευρωπαϊκών κανόνων δικαίου αλλά και η διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ευρωπαίων πολιτών, δύσκολα θα έβρισκαν απήχηση στο Λονδίνο της μετά-Brexit εποχής. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι παρά την έως τώρα μερική επιτυχία του εν λόγω μοντέλου συνεργασίας, πληθαίνουν οι φωνές στο Όσλο που επιζητούν μια τροποποίηση της συμφωνίας και μια πιο διακριτή σχέση με την Ένωση είτε μέσω της πλήρους ένταξης είτε, κυρίως, μέσω της μεγαλύτερης αποδέσμευσης της Νορβηγίας από την Ευρώπη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- “Brexit : What is the Norway model?”, διαθέσιμο εδώ
- “Norwegian Exceptionalism: How the European Union can use Norway to further European Integration”, διαθέσιμο εδώ
- “Norway’s push for a change to ‘bad deal’ with EU”, διαθέσιμο εδώ
- “Brexit explained: What is the Norway model and is it an option for the UK?”, διαθέσιμο εδώ
- “What is the EEA? Ten facts”, διαθέσιμο εδώ