Του Γιώργου Γαλανάκη,
Στην Κωνσταντινούπολη του 996 μ. Χ., ο αυτοκράτορας Βασίλειος είχε μόλις το προηγούμενο φθινόπωρο τερματίσει νικητής από την εκστρατεία κατά των Αράβων. Με πρωτοφανή ταχύτητα κατόρθωσε να εκδώσει ως την 1η Ιανουαρίου του 996 μ. Χ. την Νεαράν του «Περὶ τῶν δυνατῶν τῶν ἀπὸ πενήτων ἐπικτωμένων», η οποία λειτουργούσε εμμέσως υπέρ και των επιχειρήσεων κατά του στασιαστή Σαμουήλ. Χάρη στον περιορισμό των αυθαιρεσιών των δυνατών συγκεντρώνονταν σαφώς μεγαλύτερα ποσά στα κρατικά ταμεία, δίνοντας ευχέρεια κινήσεων στον Βασίλειο, ώστε χρόνο με τον χρόνο εισχωρούσε σταθερά εντός της Βαλκανικής και καταλάμβανε το ένα οχυρό μετά το άλλο.
Ωστόσο, όσο καιρό παρέμενε στην Πόλη ο αυτοκράτορας, ο Σαμουήλ έκανε επιδρομές στον ελλαδικό χώρο, εξοντώνοντας πρώτα τον στρατηγό του θέματος Θεσσαλονίκης, Γρηγόριο Ταρωνίτη. Κινούμενος νότια, έφθασε ως την Πελοπόννησο, λεηλατώντας και διαλύοντας ό,τι έβρισκε στο πέρασμά του. Για να αποκρούσει τον Σαμουήλ, ο Βασίλειος έστειλε το 997 μ. Χ. στράτευμα υπό τον εξαίρετο Νικηφόρο Ουρανό, που βρήκε τις βουλγαρικές δυνάμεις στρατοπεδευμένες δίπλα στον τότε υπερχειλισμένο Σπερχειό ποταμό. Ο Ουρανός στρατοπέδευσε στην άλλη όχθη, αναζητώντας τρόπο να αιφνιδιάσει τον φορτωμένο με λάφυρα στρατό του Σαμουήλ. Ο ηγεμόνας των Βουλγάρων, θεωρώντας πως είναι αδύνατη η διάβαση του ποταμού, ελάττωσε τις φρουρές. Μελετώντας σχέδιο διάβασης του ποταμού ο Ουρανός, κατόρθωσε να βρει πέρασμα, από το οποίο πέρασε ο βυζαντινός στρατός σε ώρα ανάπαυσης των Βουλγάρων. Έτσι, οι Βυζαντινοί αιφνιδίασαν και προκάλεσαν σημαντικές απώλειες στον Σαμουήλ. Τα λάφυρα επανήλθαν στην αυτοκρατορία και οι αιχμάλωτοι του Σαμουήλ απελευθερώθηκαν.
Τον ίδιο χρόνο, παρουσιάστηκαν προβλήματα στις σχέσεις με τους Άραβες της Αιγύπτου. Έπειτα από ατελέσφορες διαπραγματεύσεις με τον χαλίφη για σύναψη ειρήνης, ο Βασίλειος ανέλαβε, το καλοκαίρι του 999 μ. Χ., εκστρατεία εναντίον τους. Μέσα στο φθινόπωρο καταλάμβανε το ένα οχυρό μετά το άλλο, προχωρώντας στο εσωτερικό της Συρίας. Τον Δεκέμβρη του 999 μ. Χ., μετά από αποτυχία κατάληψης της Τρίπολης του Λιβάνου, αποσύρθηκε στην Αντιόχεια με τον Νικηφόρο Ουρανό και ύστερα, πήγε στην Ταρσό για να περάσει τον χειμώνα. Τον Μάρτιο του 1000 μ. Χ. έγινε γνωστό στον αυτοκράτορα πως φονεύθηκε ο ηγεμόνας της Ιβηρίας, Γεώργιος Δαυίδ. Με αυτόν, παλιότερα, είχαν γίνει διπλωματικές συνεννοήσεις, καθώς είχε πάρει το μέρος του Βάρδα Φωκά στο πραξικόπημα εναντίον του Βασιλείου Β΄. Μετά την ήττα της παράταξής του, ο Δαυίδ είχε δηλώσει υποταγή και ο Βασίλειος τον συγχώρησε. Η πλευρά της Βασιλεύουσας έθεσε ως προϋπόθεση για τις καλές σχέσεις, την παραχώρηση της ηγεμονίας στη δικαιοδοσία του αυτοκράτορα, μετά τον θάνατο του Δαυίδ. Με την αποδοχή της πρότασης, ο ηγεμόνας θα λάμβανε και τον τίτλο του κουροπαλάτη. Για να εξασφαλίσει πως θα δε θα βρισκόταν προ εκπλήξεως, ο Βασίλειος κατευθύνθηκε μαζί με τον στρατηγό Ουρανό προς την Ιβηρία και αφού ενέταξε την περιοχή στο Βυζαντινό κράτος, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Το κύρος του αυτοκράτορα αυξανόταν διαρκώς και παρότι η επιχείρηση κατά των Αράβων δεν είχε απόλυτη επιτυχία, ο χαλίφης αναγκάστηκε το 1001 μ. Χ., ύστερα από νέες διαπραγματεύσεις, να υπογράψει δεκαετή ειρήνη, με ευνοϊκούς για τους Βυζαντινούς όρους.
Πλέον, ο Βασίλειος είχε το πεδίο ελεύθερο να στραφεί ξανά κατά του Σαμουήλ, προκειμένου να τον περιορίσει περαιτέρω. Το φθινόπωρο του 1001 μ. Χ., κινήθηκε, μέσω Φιλιππούπολης προς Σόφια και ως το 1002 μ. Χ. αποδυνάμωσε τα μεταξύ των δύο πόλεων οχυρά των Βουλγάρων. Το επόμενο έτος, επιτιθέμενος στα νότια εδάφη του Σαμουήλ, κατέκτησε τη Βέροια αμαχητί και με συνθηκολογήσεις και προσφορές αξιωμάτων σε διοικητές, επανέφερε και άλλες περιοχές της Μακεδονίας στη Βυζαντινή επικράτεια. Εν συνεχεία, κατέκτησε και τα φρούρια της Θεσσαλίας, που ήταν υπό τον Σαμουήλ, περιορίζοντας τον στη βορειοδυτική Βαλκανική. Το 1004 μ. Χ., ο Βασίλειος διέσχισε προς βορρά τα Βαλκάνια, φθάνοντας ως τον Δούναβη για να πολιορκήσει τη Βιδίνη (Vidin) επί 8 μήνες! Ο Σαμουήλ, αδυνατώντας να τερματίσει με στρατό την πολιορκία του Βασιλείου, προσπάθησε να προκαλέσει αντιπερισπασμό, λεηλατώντας, περίπου τον Δεκαπενταύγουστο, την Αδριανούπολη. Ο Βασίλειος, όμως, κατάφερε στρατηγικό πλήγμα κατακτώντας τη Βιδίνη. Στο εξής, οι Βυζαντινοί μπορούσαν να χτυπούν από βορρά, νότο και ανατολή. Κινούμενος νότια ο Βασίλειος καταλάμβανε τα πάντα στο διάβα του, ώσπου βρήκε αμέριμνο τον Σαμουήλ πλησίον των Σκοπίων, που επέστρεφε με τη λεία από την Αδριανούπολη! Η τρομερή σύμπτωση έγινε αφορμή να επαναληφθεί ο προ μερικών ετών θρίαμβος του Ουρανού, με ηγέτη του στρατού αυτή τη φορά τον αυτοκράτορα! Τα Σκόπια περιήλθαν ξανά στα χέρια του αυτοκράτορα και η εκστρατεία τελείωσε το 1005 μ. Χ., με τον Βασίλειο να επιστρέφει στην Πόλη.
Το 1014 μ. Χ., ο Σαμουήλ είχε οχυρωθεί σε ορεινά περάσματα, που του έδιναν πλεονέκτημα ενάντια στις επιχειρήσεις του στρατού του Βασιλείου για εκπόρθηση της γραμμής Αχρίδα-Σκόπια. Ταυτόχρονα όμως, ο στρατηγός Φιλιππούπολης, Ξιφίας, οδήγησε μυστικά, μέσω των βουνών, στρατό, που περικύκλωσε τους Βούλγαρους στην τοποθεσία Κλειδί. Όταν αντιλήφθηκε ο Σαμουήλ στις 29 Ιουλίου το σχέδιο των Βυζαντινών, ήταν αργά. Μανιωδώς έτρεχαν να ξεφύγουν από σίγουρο χαμό οι Βούλγαροι. Ο Σαμουήλ, μόλις κατάφερε και γλίτωσε, ενώ οι περισσότεροι εξ αυτών αιχμαλωτίστηκαν. Τότε, οι αιχμάλωτοι υποβλήθηκαν από τον Βασίλειο στην τιμωρία που προέβλεπε το βυζαντινό δίκαιο σχετικά με τους στασιαστές· την τύφλωση. Ο αριθμός των τυφλωμένων γράφει ο Σκυλίτζης πως ήταν 15.000 (με έναν ανά εκατό να έχει την τύχη να κρατήσει το ένα μάτι). Ωστόσο, αμφιβολίες για τον τεράστιο αυτό αριθμό έχουν διατυπωθεί από σημαντικούς σύγχρονους ερευνητές, όπως ο Ostrogorsky και η Χριστοφιλοπούλου, που θεωρούν πως ο πραγματικός αριθμός των αιχμαλώτων πρέπει να ήταν κατά πολύ μικρότερος. Η σκληρή αυτή ποινή όμως είναι ένας από τους κύριους λόγους, που από πολλούς χαρακτηρίζεται ως βάναυσος, αιμοδιψής και φιλοπόλεμος ο Βασίλειος.
Πέραν αυτών ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί πως η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Ο Σαμουήλ ήταν ακατάβλητος και ασυμβίβαστος ως χαρακτήρας και στο παρελθόν, ο Βασίλειος ποτέ δεν είχε επιβάλει ακραία τιμωρία σε στασιαστές. Αντιθέτως, σε όσους συνεργάζονταν προσέφερε περιουσίες και τίτλους. Επίσης, από στρατηγικής πλευράς, το να έστελνε μαζικά χιλιάδες ανάπηρους στρατιώτες στη βάση του Σαμουήλ θα προξενούσε τρόμο και απελπισία για τυχόν μελλοντικές επιχειρήσεις κατά του Βυζαντίου, ενώ θα καθιστούσε μεγάλο μέρος του πληθυσμού ανίκανο προς μάχη. Ο Σαμουήλ ο ίδιος, στην θέα των τυφλωμένων στρατιωτών του δεν άντεξε το σοκ και εντός 2 ημερών εξέπνευσε. Το ένα φρούριο μετά το άλλο επέστρεφαν στον Βασίλειο. Οι διάδοχοι του Σαμουήλ ξεκίνησαν εμφύλιο και ο Βασίλειος προχωρούσε ακάθεκτος, κάνοντας την κατάληψη των υπολειμμάτων της Βουλγαρίας θέμα χρόνου. Το ζήτημα τελείωσε το 1018 μ. Χ., με τον θάνατο του τσάρου Ιωάννη Βλαδισλάβου στην ύστατη προσπάθεια για κατάληψη του Δυρραχίου. Το κύρος του Βασιλείου κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν ανυπέρβλητο. Σύντομα, εντάχθηκαν στη βυζαντινή διοίκηση οι Κροάτες και οι Σέρβοι.
Κατά τα χρόνια που ο Βασίλειος επιχειρούσε να τερματίσει την απειλή του Σαμουήλ εμφανίστηκε απειλή και στα ανατολικά σύνορα από τον βασιλιά Αβασγίας, Γεώργιο. Καθότι είχε προτεραιότητα, όμως, η βουλγαρική απειλή, ο Βασίλειος στράφηκε εναντίον του μόνο αφού διευθέτησε τα ζητήματα της Βαλκανικής. Η διαμάχη που ακολούθησε ήταν από τις επικινδυνότερες, διότι η σύγκρουσή τους ήταν τόσο σφοδρή, ώστε ο αυτοκράτορας αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί και να αναζητήσει περαιτέρω συμμάχους. Ο Βασίλειος πέτυχε μέσα στο 1022 μ. Χ. να αποσπάσει τον ισχυρότερο σύμμαχο του Γεωργίου, τον Ιωβανεσίκη, υποσχόμενος τη διατήρηση των προνομίων του μετά την αυτομόλησή του. Οι αιματηρές μάχες συνεχίστηκαν ως τον Σεπτέμβρη, όταν και νικήθηκε κατά κράτος ο Γεώργιος.
Ο Βασίλειος επέστρεψε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη για να ζήσει τα τελευταία 3 έτη της πολύπαθης ζωής του σε σχετική ειρήνη, αφήνοντας ως κληρονομιά το υγιέστερο δημοσιονομικά και περισσότερο κραταιό βασίλειο των Μέσων Χρόνων στη Μεσόγειο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ι. Σκυλίτζης (2010), A Synopsis of Byzantine History 811-1057, (transl.) Wortley J., Cambridge: Cambridge University Press
- Α. Σ. Αντωνιάδη (1956), Δοκίμιο για την ηθική αποκατάσταση του Βασιλείου Β’, Μακεδονικά, τ. Γ΄, Θεσσαλονίκη
- Δ. Ζακυθηνός (2015), Βυζαντινή Ιστορία, Αθήνα: Εκδόσεις Δωδώνη
- Ι. Καραγιαννόπουλος (1993), Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Β΄, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Βάνιας
- Α. Σαββίδης (1995), Μελέτες Βυζαντινής Ιστορίας 11ου-13ου αιώνα, Αθήνα: Εκδόσεις Καρδαμίτσα
- Αι. Χριστοφίλοπούλου (1997), Βυζαντινή Ιστορία Β’2, 867-1081, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Βάνιας
- A. Harvey (2002), Economic expansion in the Byzantine Empire 900-1200, Cambridge: Cambridge University Press
- C. Holmes (2005), Basil II and the Governance of Empire, N.Y.: Oxford University Press
- G. Ostrogorsky (2020), Ιστορία του βυζαντινού κράτους, τ. Γ΄, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη
- G. SCHLUMBERGER (1999), Η βυζαντινή εποποιΐα, Βασίλειος Β’ Βουλγαροκτόνος, τ. Β΄, μτφρ. Λαμπρίδης Ι., Αθήνα: Εκδόσεις Δημιουργία, Αθήνα 1999
- P. Stephenson (2003), The Legend of Basil the Bulgar-Slayer, Cambridge: Cambridge University Press
- W. Treadgold (1997), A History of the Byzantine State and Society, Stanford, California: Stanford University Press