Του Μιχάλη Σταματόπουλου,
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κυριάρχησε για πολλούς αιώνες και αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες κοσμοκρατορίες της ανθρώπινης ιστορίας. Από την ομιχλώδη Βρετανία και την Ιβηρική Χερσόνησο, ως την Ελλάδα και τον αφιλόξενο ήλιο της Βόρειας Αφρικής και της Μεσοποταμίας, η Ρώμη άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στο πέρασμα των αιώνων. Η ύπαρξή της περιλάμβανε αιματοβαμμένα πεδία μαχών, εξουθενωτικές εκστρατείες και απάνθρωπη αντιμετώπιση των ηττημένων, εσωτερικές έριδες αλλά και χιλιάδες μνημεία πολιτισμού, πρωτοποριακά νομοθετικά διατάγματα, σπουδαία τεχνολογικά επιτεύγματα όπως το ρωμαϊκό τσιμέντο και τα θερμά λουτρά με τρεχούμενο νερό, ενώ, μέσα στο πέρασμα του χρόνου, προετοίμασε τη γένεση μιας νέας ανερχόμενης δύναμης, της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Μέσα σε όλο το μεγαλείο της Ρώμης υπήρξε όμως ένας θεσμός, που η ύπαρξή του δίχασε τόσο στο παρελθόν όσο και στη σημερινή εποχή, και αυτός ήταν ο θεσμός της μονομαχίας.
Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία αποτελούσε ένα πολυεθνικό κράμα, καθώς υπήρχαν πολλές διαφορετικές εθνικότητες, θρησκείες και κουλτούρες που αναμείχθηκαν. Κάτω από το πρίσμα της Pax Romana (Ρωμαϊκή Ειρήνη), όλοι οι υπήκοοι της αυτοκρατορίας που διέμεναν στις αποικίες (coloniae) μπορούσαν να ζουν ανεπηρέαστοι με τον τρόπο που είχαν συνηθίσει, δείχνοντας όμως τον απαιτούμενο σεβασμό στους θεσμούς που επέβαλλαν οι ρωμαϊκοί νόμοι. Δύο από τους πολιτισμούς που η Ρώμη κατέκτησε δια των όπλων, ο ελληνικός και ετρουσκικός, αποτέλεσαν βασικό θεμέλιο για τον τρόπο που διαμορφώθηκε ο ρωμαϊκός πολιτισμός. Αρκεί μόνο κάποιος να εξετάσει το πολυθεϊστικό υπόβαθρο της Ρώμης, οι καταβολές του οποίου εντοπίζονται στους Έλληνες και τους Ετρούσκους. Ακόμη και ο όρος Ρώμη προέρχεται από την ετρουσκική λέξη “ruma” που σχετίζεται με το γυναικείο στήθος και αναφέρεται στη χαρτογραφική απεικόνιση της πόλης. Έτσι και ο θεσμός της μονομαχίας οφείλει την καταγωγή του στους Ετρούσκους.
Η αρχική μορφή που είχαν οι μονομαχίες ήταν τελετουργικού χαρακτήρα και συσχετιζόταν με ετρουσκικές λατρευτικές δοξασίες, που εξυμνούσαν τη σχέση της ζωής και του θανάτου. Η πρώτη καταγεγραμμένη ιστορικά μονομαχία πραγματοποιήθηκε το 264 π. Χ και, σύμφωνα με τον Έλληνα ιστορικό Νικόλαο Δαμασκηνό, ο λόγος ήταν πως δύο νεαροί γιοί ήθελαν με αυτό τον τρόπο να τιμήσουν τη μνήμη του πατέρα τους. Τα επόμενα χρόνια μάλιστα αυτό το γεγονός αποτέλεσε έθιμο στη Ρώμη και ονομάστηκε munus, δηλαδή καθήκον, από τον Τίτο Φλαμινίνο.
Οι υποχρεώσεις, ή αλλιώς numera, πραγματοποιούνταν συνήθως τους χειμερινούς μήνες και παράλληλα με τις τιμητικές εορτές προς τον θεό Κρόνο (Saturnus). Με την πάροδο του χρόνου προστέθηκαν, πέρα από τις μάχες μεταξύ των ανδρών, και μάχες που περιλάμβαναν άγρια ζώα από όλα τα σημεία της αυτοκρατορίας όπως λέοντες, αρκούδες, ιπποπόταμους και λεοπαρδάλεις. Η ονομασία αυτών των αγώνων είχε τον τίτλο venatio, δηλαδή κυνήγι. Η επιλογή δεν ήταν τυχαία, καθώς αποτελούσε το πρωινό θέαμα που ήθελε να δείξει ότι στη δύναμη της Ρώμης υποκύπτουν μέχρι και τα άγρια θηρία, ενώ στη συνέχεια ακολουθούσαν οι ανθρωπομαχίες. Ακόμη, σε όλη τη διάρκεια υπήρχαν μουσικοί, που πληρώνονταν αδρά για τις υπηρεσίες τους. Σε αυτό το θέαμα συμμετείχαν όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, ευγενείς και διανοούμενοι, ενώ ποτέ σχεδόν δεν έλειπαν αξιωματούχοι από τα αυτοσχέδια ξύλινα αμφιθέατρα. Σχεδόν όλοι οι Ρωμαίοι αστοί και αριστοκράτες είχαν γράψει ρητά στη διαθήκη τους να πραγματοποιηθούν μεγαλειώδεις και γεμάτες χλιδή numerae για να τιμηθεί η μνήμη τους.
Στην πορεία όμως το τελετουργικό έθιμο μεταλλάχθηκε και έγινε ένα όργανο προπαγάνδας, ελέγχου του λαού και μια οργανωμένη βιομηχανία θεάματος και ματωμένου χρήματος. Δημιουργήθηκαν σχολές μονομάχων, οι αγώνες πλέον είχαν διασκεδαστικό χαρακτήρα και χαρακτηρίζονταν πετυχημένοι μόνο όταν υπήρχαν εκατόμβες θυμάτων. Υπήρξε μέχρι και διοργάνωση «θεατρικών» μαχών όπου οι μονομάχοι υποδύονταν τους αντίπαλους λαούς της Ρώμης. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως πολλοί αυτοκράτορες με κακή φήμη όπως ο Κόμμοδος και ο Καλιγούλας ήταν φανατικοί λάτρεις και θιασώτες των μονομαχιών. Τέλος μέχρι και το Κολοσσαίο, αυτό το αριστούργημα αρχιτεκτονικής που όλοι θαυμάζουμε, δημιουργήθηκε για να φιλοξενήσει αυτούς τους αιματηρούς αγώνες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙA
- Stephen Wisdom, Angus McBride, Gladiators: 100BC – AD200, Warrior Series, Osprey Publishing 2001.
- Γεώργιος Θ. Καρδαράς, H ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ, Σειρά Παγκόσμια Ιστορία, Εκδόσεις Περισκόπιο 2002.
- Mark Cartwright, “Roman Gladiator”, World History Encyclopedia. Διαθέσιμο εδώ.