14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Ο βασιλικός οίκος των Wittelsbach


Του Κωνσταντίνου Βασιλείου,

Το πολίτευμα της μοναρχίας θεωρείται ένα από τα παλαιότερα, αν όχι το παλαιότερο, σύστημα διακυβέρνησης στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το φαινόμενο της συγκέντρωσης των εξουσιών στο πρόσωπο ενός και μόνο ατόμου εμφανίζεται συνεχώς στις ανθρώπινες κοινωνίες και διακρίνεται από συνέπεια και έντονη διαχρονικότητα. Μονάρχες κυβερνούσαν, ήδη από την Εποχή του Χαλκού, στις μεγάλες Αυτοκρατορίες της Εγγύς Ανατολής, ενώ είναι πολύ πιθανόν κάτι αντίστοιχο να συνέβαινε και τη Νεολιθική περίοδο. Δυστυχώς όμως τα αρχαιολογικά δεδομένα, προς το παρόν, δεν είναι αρκετά ώστε να δημιουργηθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα της πολιτειακής διαρρύθμισης (αν υπήρχε, και σε ποια ακριβώς μορφή) των συγκεκριμένων κοινωνιών.

Στον ελλαδικό χώρο, ο θεσμός αυτός εμφανίστηκε για πρώτη φορά πιθανότατα τη 2η π.Χ. χιλιετία, με τα μινωικά ανάκτορα να διοικούνται μάλλον από ένα συγκεντρωτικού τύπου σύστημα διακυβέρνησης, αλλά και με την ύπαρξη, μετέπειτα, του περίφημου μυκηναϊκού ἄνακτα. Εν τούτοις, στην Κλασική Αρχαιότητα, πέραν της αθηναϊκής δημοκρατίας, κυριαρχούν τα μοναρχικά πολιτεύματα της βασιλείας και της τυραννίας, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την επικράτεια της Μακεδονίας, αλλά και την πόλη των Συρακουσών στη Σικελία αντιστοίχως. Στη συνέχεια, ο συγκεντρωτισμός θα υιοθετηθεί και από την πανίσχυρη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ύστερα και από την οθωμανική, φτάνοντας μέχρι και τις μέρες μας.

Η μοναρχία συνήθως συνδέεται με  δεσμούς αίματος, ήτοι η εξουσία διαβιβάζεται με βάση συγγενικά κριτήρια, κυρίως από το γονέα προς τα τέκνα. Το φεουδαρχικό σύστημα αποτέλεσε αρωγό στην ανάπτυξη του θεσμού της βασιλείας στην Κεντροδυτική Ευρώπη. Η μακρόχρονη και συνεχής διαδοχή της εξουσίας από άτομα με κοινή καταγωγή, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία των λεγόμενων οίκων. Κάποιοι από αυτούς τους οίκους έφτασαν στο σημείο να διοικούν την εκάστοτε επικράτειά τους για 1.000 και πλέον χρόνια. Τέτοιου είδους βασιλικό οίκο αποτελεί και εκείνος των Wittelsbach, ένας από τους πλέον κραταιούς και γνωστούς στη Γηραιά Ήπειρο.

Χάρτης της επικράτειας των Wittelsbach.Πηγή εικόνας: deviantart.com

Ο οίκος των Wittelsbach υφίσταται από τον 11ο αιώνα μ.Χ. στην ευρύτερη περιφέρεια της Βαυαρίας, στη νότια Γερμανία. Οι Wittelsbach κατόρθωσαν να ανέλθουν κοινωνικά και να συγκεντρώσουν οικονομική και πολιτική δύναμη κατά το 12ο αιώνα, όντες αρχικά ένθερμοι υποστηρικτές του βασιλικού οίκου των Hohenstaufen. Φέρουν το όνομά τους από ένα μικρό κάστρο, στην περιφέρεια του Oberwittelsbach της Βαυαρίας, κοντά στο Augsburg, στην περιοχή του Aichach. Ιδρυτής της δυναστείας θεωρείται ο Otto I von Scheyern (1020-1072). Οι απόγονοι του βασίλεψαν στη Βαυαρία από το 1180 έως και το 1918. Μάλιστα, στο πέρασμα όλων αυτών των αιώνων, το 1806, η Βαυαρία θα κατορθώσει να μετατραπεί σε ανεξάρτητο Βασίλειο, πριν ενσωματωθεί το 1871 στη Γερμανική Αυτοκρατορία, μετά την ήττα στον Αυστροπρωσικό πόλεμο του 1866. Εκτός από βασιλείς, κάποιοι από τους εκπροσώπους της δυναστείας έφεραν τους τίτλους του Δούκα (Herzog=στρατιωτικός διοικητής) και του Εκλέκτορα, στο συγκεκριμένο βαυαρικό φέουδο.

Ωστόσο, οι Wittelsbach δεν περιορίστηκαν στα στενά γεωγραφικά όρια της Βαυαρίας. Αντιθέτως, ανέλαβαν τη διοίκηση του Παλατινάτου του Ρήνου  (1214–1918) ως Κόμητες, αλλά και της Κολωνίας, ως Αρχιεπίσκοποι-Εκλέκτορες (1583–1761). Πρίγκηπες του οίκου των Wittelsbach υπήρχαν στη Λιέγη του Βελγίου, στο Φράιζινγκ, στο Münster, στο Osnabrück, στο Paderborn, στο Regensburg της Γερμανίας, αλλά και Κόμητες, στην Ζηλανδία της Ολλανδίας (1349–1425). Στο απόγειο της αίγλης τους, οι Wittelsbach εκλέχθηκαν τρεις φορές Βασιλείς της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (το 1314–1347, το 1400–1410, αλλά και το 1742–1745). Πρόκειται για τους Louis IV, τον  Ruprecht III και τον Charles VII αντιστοίχως.

Οικόσημο των Wittelsbach, που σχετίζεται με τον Εκλέκτορα της
Βαυαρίας και του Παλατινάτου, Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας. Πηγή εικόνας: pinterest.com

Μακρά είναι και η παράδοση που θέλει τους Wittelsbach να αναλαμβάνουν το θρόνο κάποιας άλλης ευρωπαϊκής χώρας, εκτός των γερμανικών-πρωσικών συνόρων. Ένας εξ’ αυτών έγινε βασιλιάς της Σουηδίας, της Δανίας και της Νορβηγίας (1440–1448), δύο υπήρξαν βασιλείς της Βοημίας (1619–1620 και 1741–1745) και τέσσερις ανέβηκαν ξανά στο θρόνο της Σουηδίας (1654–1720). Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση της Ισπανίας, όπου οι Wittelsbach επιχείρησαν να εμπλακούν στο θρόνο της, χωρίς επιτυχία, το 1699, ως διάδοχοι της δυναστείας των Αψβούργων.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στον Όθωνα Α΄, τον πρώτο Βασιλέα της Ελλάδος. Ο Όθων, σε ηλικία μόλις 17 ετών, όντας ο δευτερότοκος γιός του βασιλιά Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας, του οίκου των Wittelsbach, προκρίθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις, ως ο επικρατέστερος για την ανάληψη του θρόνου του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους. Η βασιλεία του, τα πρώτα χρόνια της οποίας, εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του, ασκούντο από μια τριανδρία αντιβασιλέων (Joseph von Armansperg, Georg Ludwig von Mauer και Karl Wilhelm von Heideck), χωρίζεται σε δύο επιμέρους φάσεις. Η πρώτη εκτείνεται από το 1832 έως το 1844 και η δεύτερη από το 1844 έως και το τέλος της βασιλείας του, το 1862. Ειδοποιός διαφορά των δύο αυτών περιόδων αποτελεί η ύπαρξη συντάγματος, με τον Όθωνα από απόλυτος, να γίνεται πλέον συνταγματικός μονάρχης. Το 1862, εν μέσω πιέσεων, θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη χώρα, μη μπορώντας να δώσει τη λύση, στους έντονους πολιτικούς τριγμούς της εποχής, παραδίδοντας τη σκυτάλη στην επόμενη δυναστεία. Ο Όθων, παρά τη ματαιοδοξία του, υπήρξε ένθερμος Φιλέλληνας, μάλλον επηρεασμένος κι από την τάση του νεοκλασικισμού, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος στη Γερμανία, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Όθων, του οίκου των Wittelsbach, Βασιλέας της Ελλάδος. Πίνακας
του 19ου αιώνα του Josef Stieler. Πηγή εικόνας: eefshp.org

Συνοψίζοντας, ο βασιλικός οίκος των Wittelsbach διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της Δυτικής Ευρώπης. Εξακολουθεί μάλιστα να υφίσταται στις μέρες μας, με επικεφαλής τον Franz von Wittelsbach, Δούκα της Βαυαρίας, από το 1996. Παρατηρώντας κανείς την εξέλιξη του οίκου των Wittelsbach ανά τους αιώνες, είναι δυνατόν να εξαγάγει σημαντικά συμπεράσματα για τον ίδιο το θεσμό της μοναρχίας, τον οποίο και αντικατοπτρίζει. Η μοναρχία, ως συγκεντρωτικό σύστημα διακυβέρνησης, όλα αυτά τα χρόνια, βρίσκει τρόπους να αναδιπλώνεται, να εξελίσσεται και στο τέλος να αφομοιώνεται από την εκάστοτε κοινωνία. Η απόλυτη μοναρχία μεταλλάχθηκε σε συνταγματική, η «ελέω θεού βασιλεία» μετατράπηκε σε «πεφωτισμένη δεσποτεία» και στη συνέχεια σε «βασιλευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία», όσο οξύμωρος κι αν ακούγεται ο τελευταίος όρος. Καλώς ή κακώς, ο θεσμός της βασιλείας καταφέρνει να επιβιώνει, κάποιες φορές ίσως και με επιτυχία. Εν τούτοις, δε θα ήταν για κάποιον εύκολο να παραβλέψει το γεγονός ότι μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Δανία, η Ισπανία κ.α., συντηρούν ακόμα το συγκεκριμένο θεσμό, αλλά και το ότι στην Ελλάδα, μισό αιώνα μετά την κατάργησή του, εξακολουθούν να υπάρχουν φωνές, έστω και λιγοστές, που υποστηρίζουν ότι η ύπαρξη κάποιας βασιλικής οικογένειας θα άλλαζε τον ρου της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Δερτιλής, Γ.Β (2004) Ιστορία του Ελληνικού Κράτους 1830-1920, τομ. α΄, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Ερευνητικό Πρόγραμμα της Επιτροπής Ιστορίας, Αθήνα
  • Gallant, W. Thomas (2016) Modern Greece: From the War of Independence to the Present, Μτφ. Γιάννα Σκαρβέλη. Επιμ.Δήμητρα Λαμπροπούλου και Κατερίνα Γαρδίκα. Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο Α. Ε.
  • Thomas, Andrew L (2010) A House Divided: Wittelsbach Confessional Court Cultures in the Holy Roman Empire, C. 1550-1650. Studies in Medieval and Reformation Traditions.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Βασιλείου
Κωνσταντίνος Βασιλείου
Γεννήθηκε το 1998 και μεγάλωσε στο Περιστέρι. Είναι φοιτητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με κατεύθυνση Αρχαιολογίας. Μιλάει την αγγλική και διδάσκεται την κινεζική γλώσσα. Πάθος του ο αθλητισμός και τα ταξίδια.