Της Ραφαέλας – Γεωργίας Τσιμτσιλή,
Η Σαπφώ Νοταρά ήταν Ελληνίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου. Η επιβλητική, βροντώδης και βραχνή φωνή της την καθιέρωσε στο καλλιτεχνικό στερέωμα, μέσα από τις ιστορικές ατάκες «Μπουρλότο», «Εδώ μέσα γίνονται Σόδομα και Γόμορρα» και «Καράτε!».
Η Σαπφώ Χανδάνου, γεννήθηκε το 1910 στη Βήσσανη των Ιωαννίνων και ήταν η μικρότερη από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Η μητέρα της ήταν δασκάλα και ο πατέρας της έμπορος, τον οποίο έχασε ξαφνικά σε μικρή ηλικία. Τη δεκαετία του 1920, η Σαπφώ μετακόμισε στην Αθήνα και σπούδασε Οικονομικά στην Εμπορική Σχολή και έγινε δημόσιος υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα.
Το 1925, σπούδασε στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου και συνέχισε τις σπουδές της στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου. Από την οδό Νοταρά, στην οποία βρισκόταν η δεύτερη σχολή της στον Πειραιά, πήρε το ψευδώνυμό της. Επιπλέον, μιλούσε άπταιστα γαλλικά και παρακολούθησε μαθήματα ρυθμικής και χορού.
Το 1929, έκανε την πρώτη της εμφάνιση στη θεατρική σκηνή, με τον θίασο του σκηνοθέτη Βασίλη Ρώτα, στην παράσταση «Καραγκιόζης». Συνεργάστηκε με ονόματα σταθμός, όπως η Κοτοπούλη και η Λαμπέτη, και συνάμα με πλήθος θιάσων, όπως του Εθνικού, του ΚΒΘΕ, της Νέζερ κ.α. Επιπλέον, ο ζωγράφος και φίλος της, Γιάννης Τσαρούχης, τής εκπλήρωσε το μεγάλο της όνειρο, να παίξει τραγωδία.
Η πορεία της στις «σκοτεινές» αίθουσες ξεκίνησε το 1951, με την ταινία «Λύκαινα», της Μαρίας Πλυτά. Γύρισε συνολικά 32 ταινίες, ενώ έκανε και ραδιοφωνικές εκπομπές συνεχείας, όπως «Το ημερολόγιο ενός θυρωρού», στο οποίο ξεχώρισε με τον ρόλο της Κλημεντίνης Περπερίδου. Έμεινε συνυφασμένη με ρόλους αθυρόστομης και φωνακλούς υπηρέτριας ή μητέρας, όπως ο ρόλος της Μαριγώς στη «Χαρτοπαίχτρα».
Λέγεται πως ήταν μία πολύ ελκυστική γυναίκα, με καλλίγραμμο σώμα, το οποίο έκρυβε, όμως, φορώντας φαρδιά ρούχα. Ήταν μία εσωστρεφής, με ιδιόρρυθμο χαρακτήρα γυναίκα και δεν είχε παραχωρήσει ποτέ συνέντευξη. Το 1945, είχε συνάψει σχέση με έναν νεαρό αντάρτη, ο οποίος, όταν έφυγε για το βουνό, συνελήφθη, με αποτέλεσμα να μην τον ξαναδεί. Αργότερα, της είχαν γίνει δύο προτάσεις γάμου, η πρώτη από έναν εργοστασιάρχη στην Αλεξάνδρεια και η δεύτερη από τον Τσαρούχη, όμως απέρριψε και τις δύο. Έζησε μία μοναχική ζωή, το πρωί έκανε βόλτες στη γειτονιά, όπου διέμενε, το βράδυ παρακολουθούσε τα καλλιτεχνικά δρώμενα και κάπνιζε πάντα τα ίδια άφιλτρα τσιγάρα.
Τελικά, η αγαπημένη ηθοποιός πέθανε μόνη, στις 11 Ιουνίου 1985, στο διαμέρισμά της, στην Πλατεία Κουμουνδούρου. Βρέθηκε νεκρή δύο μέρες αργότερα από την αστυνομία και σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση έπαθε καρδιακή προσβολή.