Της Διαμάντως Γεωργακοπούλου,
Η ανθρώπινη επιθετικότητα είναι έμφυτο χαρακτηριστικό ή επίκτητο;
Το παραπάνω ερώτημα έχει απασχολήσει πολλούς επιστήμονες και αποτελεί αντικείμενο πολυάριθμων μελετών. Ωστόσο, η απάντηση δεν είναι απόλυτη. Ως επιθετικότητα ορίζεται η συμπεριφορά που έχει ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό ή την καταστροφή προσωπικής περιουσίας (Bandura, 1973). Είναι η επιθυμία ενός ατόμου να ασκήσει βία, να προκαλέσει σκόπιμη βλάβη ή πόνο σε κάποιον άλλον άνθρωπο ή σε κάποιο αντικείμενο. Αν εξετάσουμε το ζήτημα από μία εξελικτική προσέγγιση, η επιθετικότητα έχει επιβιωτικό ρόλο και αποτελεί στοιχειώδες χαρακτηριστικό για το ζωικό βασίλειο. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Moyer (1968), η επιθετικότητα διακρίνεται σε οκτώ κατηγορίες: αρπακτική, μεταξύ αρσενικών, που προκαλείται από φόβο, οξύθυμη, για την υπεράσπιση ζωτικού χώρου, μητρική, συντελεστική και αυτή που συνδέεται με το φύλο. Οι παράγοντες που δύνανται να συντελέσουν στην εμφάνιση της είναι τόσο περιβαλλοντικοί όσο και νευροβιολογικοί, η διερεύνηση των οποίων συνεισφέρει στην κατανόηση της μεταξύ τους αλληλεπίδρασης.
Όλες οι ψυχικές λειτουργίες αντιστοιχούν σε λειτουργίες του εγκεφάλου. Σε μία επισκόπηση μελετών για την ανατομική προέλευση της βίαιης συμπεριφοράς στον εγκέφαλο υπάρχουν ενδείξεις ότι εντοπίζεται στον κογχομετωπιαίο φλοιό, στον ιππόκαμπο, στην αμυγδαλή κ.α. Σε αρκετές μελέτες PET (τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων) και SPECT (υπολογιστική τομογραφία εκπομπής απλού φωτονίου) που αφορούν την «τεχνητή ενεργοποίηση» θυμού, επιβεβαιώνεται απεικόνιση της επιθετικότητας στον κογχομετωπιαίο φλοιό, μία περιοχή του ανώτερου μετωπιαίου φλοιού του εγκεφάλου. Σε βίαιους παραβάτες, σε πάσχοντες από σχιζοφρένεια ή σχιζοσυναισθηματική διαταραχή βρέθηκε σε μελέτες PET υπολειτουργικότητα του εγκεφάλου σε περιοχές του κροταφικού λοβού ως υπεύθυνη της εκδήλωσης βίαιης συμπεριφοράς. Η δυσλειτουργία της αμυγδαλής και του ιπποκάμπου, περιοχών που σχετίζονται με τα συναισθήματα, συνδέεται με τη εκδήλωση επιθετικότητας τόσο σε υγιή άτομα όσο και σε ψυχικά πάσχοντες ασθενείς (Δουζένης-Λύκουρας, 2008).
Συγχρόνως, αξίζει να τονιστούν και οι νευροχημικοί παράγοντες, οι νευροδιαβιβαστές και οι ορμόνες που αφορούν στην ρύθμιση της επιθετικής συμπεριφοράς. Αρχικά, γίνεται λόγος για τον νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη, καθώς η μειωμένη δραστηριότητα του σεροτονινεργικού συστήματος συνδέεται με την επιθετικότητα, παρορμητικότητα και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Ακόμη, τα επινεφρίδια παράγουν μεγάλες ποσότητες κατεχολαμινών σε συνθήκες στρες. Στις κατεχολαμίνες συμπεριλαμβάνονται η επινεφρίνη (ή αδρεναλίνη), η νορεπινεφρίνη (νοραδρεναλίνη) και η ντοπαμίνη. Η αυξημένη νοραδρενεργική δραστηριότητα σχετίζεται με τη βίαιη συμπεριφορά και η μειωμένη δραστηριότητα των ενζύμων ΜΑΟ-COMT αυξάνει την κατεχολαμινική δραστηριότητα γεγονός που συντελεί στην αυξημένη επιθετικότητα. Τέλος, το GABA (γ-αμινοβουτυρικό οξύ) θεωρείται ότι ασκεί ανασταλτικό ρόλο στην εκδήλωση της επιθετικής συμπεριφοράς.
Δεν πρέπει βεβαίως να παραληφθεί η αναφορά στις ορμόνες του φύλου. Τα ανδρογόνα έχουν συσχετιστεί με την επιθετικότητα- κυρίως η τεστοστερόνη. Η ορμόνη αυτή δε συνδέεται τόσο με τη βίαιη έκφανση της επιθετικής συμπεριφοράς, αλλά κυρίως με μία μη κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά. Από μία κοινωνική σκοπιά, αποτελεί κοινή παραδοχή ότι οι άντρες είναι σε μεγαλύτερο βαθμό επιθετικοί απ’ ότι οι γυναίκες, ενώ και σχετικές έρευνες έχουν καταδείξει την πεποίθηση (Connor et al., 2003. Gottman & Fainsilber, 1989. Keenan & Shaw, 1997). Μία έρευνα της έγκυρης γερμανικής εβδομαδιαίας εφημερίδας “Die Zeit”, κατέγραψε 150 περίπου περιπτώσεις θανάτου γυναικών στη Γερμανία κατά το 2018, οι οποίες σκοτώθηκαν από τον πρώην σύζυγο ή το σύντροφό τους. Σαφώς, η επιθετικότητα δεν είναι «προνόμιο» μόνο του ανδρικού πληθυσμού, καθώς συναντάμε αρκετά φαινόμενα βίας και από τις γυναίκες. Ωστόσο, η μάστιγα της πατριαρχίας που πλήττει μέχρι και σήμερα ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας συντελεί σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της βίας από τον ανδρικό πληθυσμό.
Για να μελετήσει κανείς την επιθετικότητα είναι υποχρεωτικό να συνυπολογίσει τόσο βιολογικούς όσο και κοινωνικούς-περιβαλλοντικούς παράγοντες. Στο εν λόγω άρθρο έγινε αναφορά κυρίως στη νευροβιολογία της βίαιης συμπεριφοράς, ωστόσο αξίζει να ειπωθεί πως η ανατροφή, το βίαιο υπόβαθρο, η συχνή έκθεση σε περιβάλλοντα με επιθετικότητα και η «χαμηλή» κοινωνικοοικονομική θέση συνδέονται άρρηκτα με την εμφάνιση αυτής της συμπεριφοράς. Η βιολογική όψη εξηγεί τον μηχανισμό λειτουργίας της μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά χωρίς απαιτούμενα τα ερεθίσματα δεν προκαλείται βίαιη συμπεριφορά σε ένα υγιές άτομο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Δουζένης Α., Λύκουρας Ε. (2008). Ψυχιατροδικαστική. BROKEN HILL PUBLISHERS LTD.
- Σκόνδρας Δ.Μ. (2004). Διατριβή: Μελέτη ψυχομετρικών και νευροβιολογικών παραμέτρων αρρένων φυλακισμένων για βίαιες πράξεις.