Της Ραφαέλας – Γεωργίας Τσιμτσιλή,
Η Δρ. Μαρία Ράιχε ήταν Γερμανίδα επιστήμονας, που έγινε γνωστή για το έργο της ως αρχαιολόγος. Η «Κυρία των Γραμμών» αφιέρωσε περίπου 50 χρόνια στην παρατήρηση, τη φωτογράφηση, την ηχογράφηση και τη συντήρηση των Γραμμών Nazca.
Γεννημένη στις 15 Μαΐου 1903, στη Δρέσδη της Γερμανίας, ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Συμβούλου του δικαστηρίου των δικαστών, Δρ. Φελίζ Ράιχε Γκρος και της Άνα Ελίζαμπεθ Νιούμαν. Σπούδασε μαθηματικά, φυσική, αστρονομία και ξένες γλώσσες στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Δρέσβης και μιλούσε πέντε γλώσσες.
Το 1932, μετανάστευσε στο Περού, ως οικονόμος και δασκάλα των παιδιών του Γερμανού προξένου στο Κούσκο. Το 1939 κι ενώ εργαζόταν ως μεταφράστρια στο Αρχαιολογικό Μουσείο στη Λίμα, γνώρισε τον Αμερικανό ιστορικό, Πολ Κόζοκ, ο οποίος ήταν ο πρώτος ερευνητής των γεωγλυφικών της Nazca. Η Ράιχε έγινε η βοηθός του και μαζί εξερεύνησαν τις γεωμετρικές και ζωικές φιγούρες, που σχηματίζονταν στις γραμμές. Το 1946, μετακόμισε κοντά στην περιοχή, στη μέση της ερήμου, με σκοπό να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο έργο και, ενώ αργότερα ο Κοσόκ έφυγε από το Περού, εκείνη συνέχισε να εργάζεται πάνω σε αυτό.
Η Ράιχε αποδύθηκε σε ακτιβιστικούς αγώνες για τη διατήρηση της περιοχής από τις αναπτυξιακές πολιτικές των περουβιανών κυβερνήσεων και με τη βοήθεια της Περουβιανής Πολεμικής Αεροπορίας (SAN) κατάφερε να χαρτογραφήσει την περιοχή, καλύπτοντας 450 τετραγωνικά χιλιόμετρα της ερήμου. Το 1949, δημοσίευσε το βιβλίο «Το μυστήριο στην έρημο», στο οποίο υποστήριξε, πως οι γραμμές αντιπροσωπεύουν ένα αστρολογικό ημερολόγιο, το οποίο χρησιμοποιούσαν χιλιάδες χρόνια πριν, για να διορθώσουν τους κύκλους των καλλιεργειών και του κλίματος.
Το 1992, τιμήθηκε με την περουβιανή ιθαγένεια, ενώ το αεροδρόμιο της Nazca, σχολεία και δρόμοι έλαβαν το όνομά της. Έλαβε πολλά βραβεία, μεταξύ αυτών το Τάγμα της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και το Τάγμα του Ήλιου του Περού στον βαθμό του Μεγάλου Σταυρού. Απόρροια της δουλειάς της ήταν η ανακήρυξη σε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO της αινιγματικής κληρονομιάς χιλιάδων ετών του Περού, το 1994.
Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής της, έχασε την όρασή της και χρησιμοποιούσε αναπηρική καρέκλα, ενώ υπέφερε από την νόσο του Πάρκινσον. Στις 8 Ιουνίου 1998, πέθανε, σε ηλικία 95 ετών, καταβεβλημένη από καρκίνο των ωοθηκών, σε νοσοκομείο της Λίμα.