Του Γιώργου Δαλακούρα,
Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων συγκίνησε, ενέπνευσε και παρακίνησε πολλούς ανθρώπους τόσο στη σύγχρονη εποχή όσο και διαχρονικά. Η ιδέα της επανάστασης των Ελλήνων διαχύθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη, καθιστώντας σαφή τη βαθιά επιθυμία τους, να σπάσουν τα δεσμά του οθωμανικού ζυγού. Ένας από τους ευρωπαίους ηγέτες, που θορυβήθηκε από τα σχέδια των επαναστατών, αλλά και που επιθυμούσε τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν και ο αυτοκράτορας της Γαλλίας, Ναπολέων Βοναπάρτης. Ο Ναπολέων διαδραμάτισε καίριο ρόλο στην ενίσχυση του αγώνα, παρέχοντας σημαντικότατες στρατιωτικές ενισχύσεις, ώστε να αναχαιτιστεί η ισχύς των Τούρκων. Στα σώματα αυτά, που επανδρώθηκαν από τον Γάλλο μονάρχη, συντάχθηκαν και πολλοί Έλληνες.
Παρακάτω, λοιπόν, θα γίνει λόγος για τα κυριότερες ένοπλες δυνάμεις του Ναπολέοντος, στις οποίες οι Έλληνες ενσωματώθηκαν. Η Ελληνική Λεγεώνα αποτελούταν από τρεις υποομάδες Ελλήνων, οι οποίοι, κατά κύριο λόγο, ζούσαν και δρούσαν στην περιοχή του Νείλου και την Αίγυπτο. Το σώμα αναδιοργανώθηκε και έλαβε αυτή τη μορφή του μετά την έλευση των Γάλλων στην περιοχή και τη σύγκρουση της 21ης Ιουλίου 1798. Η λεγεώνα πρωτοσυστάθηκε από τους ναυτικούς του συνταγματάρχη Νίκολ και στην πορεία διευρύνθηκε ο κορμός της ομάδας από Αιγυπτιώτες. Οι άνδρες έφεραν τον γαλλικό οπλισμό και τον παραδοσιακό τους οπλισμό. Η Ελληνική Λεγεώνα διοικούνταν από τον περίφημο Νικόλαο Παπάζογλου. Οι αναταραχές και οι έριδες, ωστόσο, για τα ζητήματα της καθοδήγησης των γαλλικών δυνάμεων στην περιοχή επέφεραν αναταράξεις, οι οποίες επρόκειτο να οδηγήσουν, αρχικά, στη διάσπαση και, κατόπιν, στη διάλυση της λεγεώνας. Ο επίλογος γράφτηκε μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου 1801, όταν οι δυνάμεις της Ελληνικής Λεγεώνας ηττήθηκαν από τα βρετανικά στρατεύματα, που είχαν καταφτάσει στην περιοχή, ώστε να ελέγξουν την πλουσιότατη ζώνη της Αλεξάνδρειας και όχι μόνο. Την ίδια περίοδο, οι Γάλλοι αποχωρούν από την Αίγυπτο.
Οι Κυνηγοί της Ανατολής συστάθηκαν μετά την αποτυχία των Γάλλων στα της Αιγύπτου. Πιο αναλυτικά, ένας σχετικά μικρός αριθμός Ελλήνων αναχώρησε με τους Γάλλους από την αφρικανική ήπειρο και βρέθηκαν στην Γαλλία. Εκεί, ο Νίκος Παπάζογλου και πάλι ετέθη διοικητής των Κυνηγών, οι οποίοι συναποτελούσαν οχτώ ισχυρότατους και ευέλικτους λόχους. Στενός συνεργάτης του Παπάζογλου και υποδιοικητής ήταν ο Γαβριήλ Σιδέριος. Η ναυμαχία του Τραφάλγκαρ, το 1805, υπήρξε και η παρθενική εμφάνιση των Κυνηγών στο πεδίο της μάχης. Σύντομα, όμως, ο Ναπολέων έστειλε τους Κυνηγούς της Ανατολής στην Αδριατική και τη Δαλματία, ώστε να ελέγξει τα αυστριακές βλέψεις στην ευρύτερη περιοχή. Παρ’ όλα αυτά, το τάγμα όλο και συρρικνωνόταν. Κατά τα τέλη του 1806, έγινε ορατή η ανάγκη περαιτέρω στρατολόγησης, προκειμένου να επιβιώσει. Από το 1807, συναντάται κυρίως στη Βαλκανική Χερσόνησο, όπου και διαφυλάσσει τα γαλλικά συμφέροντα. Στο εξής, οι Κυνηγοί μεταφέρονται όπου είναι αναγκαίοι: από τα Βαλκάνια στην Κέρκυρα και από την Ιταλική Χερσόνησο στη Γαλλία. Οι άνδρες όλο και λιγοστεύουν και σταδιακά η ομάδα σβήνει.
Το Αλβανικό Σύνταγμα, ακόμη, είχε ενσωματώσει στους κόλπους του ομάδες και τάγματα Ελλήνων. Πιο αναλυτικά, η Πεζική Λεγεών Ελαφρών Κυνηγετών, η οποία απαρτιζόταν, κυρίως, από πρόσφυγες Σουλιώτες, που είχαν καταφύγει στα Επτάνησα, και οι Έλληνες Πεζοί Κυνηγοί, ένα σώμα περί των 1.000 προσφύγων στα Επτάνησα, εντάχθηκαν στο Σύνταγμα το καλοκαίρι του 1809. Έξι τάγματα υπό τους Κωνσταντίνο Ανδρούτση, Χρήστο Καλόγερου, Φώτο Τζαβέλλα, Χρηστάκη Καλόγερου, Κίτσος Μπότσαρη και Αναγνωσταρά υπήρξαν ο κεντρικός πυρήνας του πολυπληθούς Αλβανικού Συντάγματος, το οποίο, μάλιστα, ήταν ισχυρότατο και ακμαιότατο. Δύναμη του συγκεκριμένου τάγματος υπήρξε κι η ποικιλομορφία του, καθώς συνενώθηκαν καταπιεσμένοι Έλληνες, Ηπειρώτες, Αρβανίτες, αλλά και χριστιανοί Αλβανοί, προκειμένου να ταχθούν κατά του τουρκικού ζυγού. Ο Ζαν Λουί Τουσαίν Μινό ανέλαβε τη διοίκηση αυτή της ομάδας. Τα τάγματα του συντάγματος αντιστάθηκαν σθεναρά κατά τη βρετανική επέλαση στα Επτάνησα μεταξύ 1809 και 1810. Το φθινόπωρο του 1810, ωστόσο, ο Ναπολέων προχώρησε στη συρρίκνωση του συντάγματος. Έτσι, μονάδες αυτού παρέμειναν μόνο στην Κέρκυρα και την Πάργα. Η αποχώρηση του διοικητού του συντάγματος από τα Βαλκάνια, το καλοκαίρι του 1813, αποτέλεσε και το κύκνειο άσμα αυτού. Στα τέλη του 1813, το Αλβανικό Σύνταγμα έλαβε νέα μορφή, με τους έξι λόχους να συμπτύσσονται σε δύο (!), χωρίς αυτή η αλλαγή να επιφέρει κάποιο αξιοθαύμαστο αποτέλεσμα. Το Αλβανικό Σύνταγμα πέρασε και αυτό στην αφάνεια.
Άλλα μικρότερα σώματα δημιουργήθηκαν στα Επτάνησα, αφήνοντας και αυτά το στίγμα τους. Το Επτανησιακό Τάγμα ιδρύθηκε περί το 1807 από Βενετούς και Επτανήσιους. Ταγματάρχης είχε οριστεί ο Ανδρέας Γκαρτσόνης. Οι απανωτές ήττες εναντίον των Άγγλων και η συρρίκνωση του σώματος απέδειξαν πως το Τάγμα δεν θα μακροημέρευε. Έτσι, ο Ναπολέων το διέλυσε το 1812, ενώ όσοι είχαν απομείνει στο Τάγμα δημιούργησαν τους Ιόνιους Σκαπανείς, οι οποίοι και διαλύθηκαν δύο χρόνια αργότερα, δίχως να έχουν επιτύχει κάτι το ιδιαίτερο. Το Επτανησιακό Πυροβολικό του Νικολάου Βλατά, αποτελούμενο από Έλληνες, Γάλλους και Αυστριακούς κατά κύριο λόγο, διαλύθηκε επίσης το 1814. Ήσσονος σημασίας σώμα ήταν και η Επτανησιακή Χωροφυλακή, η οποία αποτελούταν από έναν και μόνο λόχο. Το 1807, ο Μπερτιέ συνέταξε τους Ιόνιους Έφιππους Κυνηγούς. Η οργάνωσή τους αντέγραφε αντίστοιχα γαλλικά συντάγματα και υπήρξε μια αρκετά ικανή δύναμη. Εκτός από τους έφιππους της Νάπολη, στρατολογήθηκαν και ντόπιοι. Όμως, ήδη από το 1808, το τάγμα άρχισε να περιορίζεται και να χάνει πολλούς άνδρες, με αποτέλεσμα η όποια ισχύς του να ελαχιστοποιείται. Αυτό ήδη σήμαινε το τέλος, αν και επισήμως οι Ιόνιοι Έφιπποι Κυνηγοί διέκοψαν τη δράση τους στα Επτάνησα περί το 1814.
Συμπερασματικά, λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψιν, γίνεται κατανοητό πως οι Έλληνες μετείχαν ενεργά κατά την πρώτη δεκαπενταετία του 19ου αιώνα στις στρατιωτικές δυνάμεις του Ναπολέοντος. Όπως φαίνεται, ο χώρος δράσης τους υπήρξαν τα Επτάνησα. Οι δυνάμεις αυτές, αν και ήταν καλά οργανωμένες, δεν επέτυχαν πολλά. Ωστόσο, σαφώς έδωσαν πολλά στους Έλληνες, καθώς ήρθαν σε επαφή με οργανωμένα στρατεύματα και έκαναν χρήση των γαλλικών εξοπλισμών. Τα σώματα αυτά μπορεί να ήταν αδύναμα, αλλά κατόρθωσαν να αποτελέσουν ισχυρότατα προπύργια στις περιοχές όπου έδρασαν.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- V. Branrdic (2004), Napoleon’s Balkan Troops, Oxford.
- Συλλογικό (2003), Ιστορία του Ελληνικού Κόσμου 1770-2000, 1ος Τόμος, Αθήνα.
- Ι. Παγουλάτος, Ελληνικές Μονάδες στην Υπηρεσία του Ναπολέοντα, Συλλογικό έργο (s.d.), Επιλογές Ιστορικά Θέματα, Τεύχος 17, Αθήνα: Εκδόσεις Γνώμων (διανέμεται με την εφημερίδα Real News. Εμπορική εκμετάλλευση Real Media.)