Της Αναστασίας Διαμαντοπούλου,
Το παρόν άρθρο αποτελεί τη συνέχεια του Κριμαϊκού πολέμου και παραθέτει τα γεγονότα που οδήγησαν στη λήξη του. Αρχικά, η Αυστρία, μετά την υποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, δήλωσε ουδετερότητα. Αυτό δεν κράτησε πολύ, καθώς τον Δεκέμβριο του 1854 οι Βρετανοί και οι Γάλλοι υπέγραψαν στην Βιέννη συμφωνία με την κυβέρνηση της Αυστρίας, σύμφωνα με την οποία η τελευταία καλούσε την Ρωσία να σταματήσει να προστατεύει, και κυρίως να επηρεάζει, τους Ορθοδόξους των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών. Ταυτόχρονα, απαιτούσε την αναθεώρηση της Συμβάσεως των Στενών του 1841, που έδινε στην Ρωσία πλεονεκτική θέση στα Στενά σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Η Πρωσία παρέμεινε ουδέτερη παρά την αίτηση της Αυστρίας για συμμετοχή και οι υπόλοιπες γερμανικές χώρες απέρριψαν την πρόταση των αυστριακών για συμμαχία με τις δυτικές δυνάμεις. Έτσι, η συμφωνία της Βιέννης δεν εφαρμόστηκε.
Για την συμμετοχή της Αυστρίας στον πόλεμο χρειάστηκε να πέσει η Σεβαστούπολη, το 1855, που έδειξε ξεκάθαρα την κάμψη της δύναμης της Ρωσίας, και ο εκβιασμός των Δυτικών, οι οποίοι απείλησαν ότι θα υποκινούσαν το Πεδεμόντιο σε νέα ενωτική κίνηση των Ιταλών. Η έξοδος της Αυστρίας από την ουδετερότητα ανάγκασε την Ρωσία να δεχθεί την συμφωνία της Βιέννης και ουσιαστικά έθεσε τέλος στον πόλεμο. Το επίσημο τέλος του Κριμαϊκού πολέμου σηματοδοτήθηκε με το συνέδριο ειρήνης που συγκλήθηκε στο Παρίσι το 1856 και διήρκησε τρείς μήνες, από τον Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο. Εκεί, ρυθμίστηκαν οι διαφορές των αντιπάλων και η συνθήκη, που υπογράφθηκε, ανάγκαζε την Ρωσία να επιστρέψει στην Πύλη το Καρς, το οποίο είχαν καταλάβει τα στρατεύματά της, να εγκαταλείψει το δέλτα του Δούναβη, να παραιτηθεί από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και από την απαίτηση να προστατεύει του Ορθοδόξους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παράλληλα, η Ρωσία αναγκάστηκε να δεχθεί δύο επιτροπές, που θα ρύθμιζαν την ναυσιπλοΐα στον Δούναβη.
Επιπλέον, η συνθήκη αναθεώρησε την Σύμβαση των Στενών του 1841. Με βάση την νέα αναθεώρηση, η Πύλη πλέον αναλάμβανε να μην επιτρέπει την είσοδο πολεμικού στόλου στα Δαρδανέλια και τον Βόσπορο, ενώ οι μεγάλες δυνάμεις αναλάμβαναν να σεβαστούν την αναθεώρηση αυτή. Τέλος, η συνθήκη αποστρατιωτικοποιούσε τον Εύξεινο Πόντο και επισημοποιούσε την ελεύθερη διεξαγωγή του εμπορίου στην περιοχή, υποσχόταν ανεξαρτησία στην Μολδαβία και την Βλαχία, αναγνώριζε την ισότιμη συμμετοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα συνέδρια των Μεγάλων Δυνάμεων και εγγυόταν την ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της αυτοκρατορίας.
Το συνέδριο και η συνθήκη απέδειξαν την συνεργασία των δυτικών Μεγάλων Δυνάμεων και κατοχύρωσαν το εδαφικό καθεστώς του 1815. Υπονόμευαν, όμως, την συνεργασία όλων συνολικά των δυνάμεων και το υφιστάμενο εδαφικό καθεστώς, καθώς η Ρωσία βρέθηκε σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τις υπόλοιπες δυνάμεις. Ο ίδιος ο πόλεμος αλλά και η συνθήκη ειρήνης επέφεραν σημαντικές συνέπειες στον ευρωπαϊκό χώρο αλλά και στην Ανατολή.
Συγκεκριμένα, η προβολή του Πεδεμοντίου στο διεθνές προσκήνιο και η υπόθαλψη των ενωτικών φιλοδοξιών του στρέφονταν άμεσα κατά της Αυστρίας. Η πίεση που δέχθηκε η χώρα κατά την διάρκεια του πολέμου να λάβει και αυτή μέρος και να παρασύρει μαζί της και τις υπόλοιπες γερμανικές χώρες απομάκρυνε περισσότερο την Πρωσία από την Ευρώπη. Η Ρωσία, ενώ ήταν βασικός υποστηρικτής της ισορροπίας των δυνάμεων, έγινε αναθεωρητική δύναμη και στράφηκε για τον σκοπό αυτό προς την υιοθέτηση του αναδυόμενου δόγματος του Πανσλαβισμού. Όσον αφορά την Ελλάδα, εκτός από τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν, τα οποία αναφέρθηκαν παραπάνω, ο Κριμαϊκός Πόλεμος και η γαλλο-βρετανική στρατιωτική επέμβαση, τόνισε για άλλη μια φορά την απόλυτη εξάρτηση του ελληνικού κράτους από τις Μεγάλες Δυνάμεις, γεγονός που οφείλεται στην οικονομική και στρατιωτική της αδυναμία.
Ο Κριμαϊκός πόλεμος είναι ένα παράδειγμα για το πώς η θρησκεία μπορεί να λειτουργήσει ως η αφορμή που χρειάζονται ισχυρά κράτη για να επιδιώξουν τα δικά τους συμφέροντα. Η Ρωσία αναζητούσε το πολυπόθητο άνοιγμα στην Μεσόγειο, η Βρετανία επεδίωκε να κρατήσει τη δύναμη της Ρωσίας περιορισμένη και η Γαλλία ήθελε μια εύκολη νίκη για να ισχυροποιήσει την Β΄ Γαλλική Αυτοκρατορία, ενώ είχε βλέψεις και για στενές γαλλο-βρετανικές σχέσεις. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, που εκείνη την περίοδο ήταν «ο μεγάλος ασθενής», ήταν υποχείριο των παραπάνω δυνάμεων. Βλέπουμε ότι τα αίτια του πολέμου, όπως γίνεται σχεδόν πάντα στην ιστορία, δεν έχουν καμία σχέση με την αφορμή που τον πυροδοτεί, και όπως είδαμε και στην περίπτωση της Ελλάδας, μικρές χώρες παραμένουν εξαρτημένες από τις Μεγάλες Δυνάμεις…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ι.Σ. Κολιόπουλος (2001), Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία 1789-1945, από την Γαλλική Επανάσταση μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Βάνιας
- Κ. Παπαρρηγόπουλος (1997), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος 13ος, Εκδόσεις Κάκτος
- Π. Καρολίδης (2013), Σύγχρονος Ιστορία των Ελλήνων και των λοιπών λαών της Ανατολής από 1821 μέχρι 1921, τόμος 4ος, Εκδόσεις Πελεκάνος
- Δ. Τσιριγώτης (2013), Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία: Διεθνείς Σχέσεις & Διπλωματία, Αθήνα: Εκδόσεις Ποιότητα