Της Άννας Βαρβαρέζου,
Η φωτογραφία, κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, πέραν της διαδεδομένης χρησιμότητας της ως ένα εύχρηστο μέσο επικοινωνίας και αλληλοδιάδρασης αναγνωρίστηκε, επίσης, ως μια νέα για την εποχή μορφή τέχνης. Παρουσιάζει κοινά στοιχεία με την ζωγραφική και ως έναν βαθμό μπορεί να θεωρηθεί μια «συγγενική» της τέχνη. Όπως, άλλωστε, χαρακτηριστικά διατύπωνε ο Ansel Adams: «δεν βγάζεις μια φωτογραφία αλλά την δημιουργείς» δίνοντας, έτσι, την αρμόζουσα βαρύτητα στο καλλιτεχνικό κομμάτι, που κρύβει μέσα της κάθε φωτογραφία ή ίσως και στο έμφυτο ταλέντο που πρέπει να έχει ο φωτογράφος ώστε να αποδίδεται το βέλτιστο αποτέλεσμα μιας ψηφιακής ή αναλογικής απεικόνισης.
Ένας από τους σπουδαιότερους φωτογράφους του περασμένου αιώνα είναι ο προαναφερόμενος, Ansel Adams. Γεννήθηκε το 1902 στο Σαν Φρανσίσκο και προέρχονταν από μεγαλοαστική οικογένεια, ενώ από αρκετά νεαρή ηλικία αποφάσισε να εγκαταλείψει το σχολείο και να αφοσιωθεί στην μουσική και ιδίως στο πιάνο, με το οποίο και ήθελε, αρχικά να ασχοληθεί επαγγελματικά. Η ζωή, ωστόσο, ανέτρεψε τα σχέδια του, καθώς η αγάπη του για την φύση τον οδήγησε στα μονοπάτια της φωτογραφίας. Καταλυτικό ρόλο φαίνεται πως διαδραμάτισαν οι τακτικές επισκέψεις του στο Εθνικό Πάρκο Yosemite τα καλοκαίρια. Ως φυσιολάτρης θαύμαζε όλες τις λεπτομέρειες των τοπίων γύρω του, συνοδευόμενα από το μεγαλείο της φύσης, και κάπως έτσι άρχισε να αποτυπώνει όσα έβλεπε σε μια Kodak Box Brownie.
Οι φωτογραφίες του χαρακτηρίζονταν ως «καθαρές», διότι ξέφευγαν από τα αυστηρά καλούπια του πικτοριαλισμού, που αποτελούσε ένα πιο παρεμβατικό μοτίβο απεικόνισης. Αντ’ αυτού εμφάνιζαν μεγαλύτερες χρωματικές αντιθέσεις, εντονότερο κεντράρισμα και βαθύτερους τόνους, ώστε να θυμίζουν μια «αυστηρή και εκρηκτική ποίηση του πραγματικού», όπως ο ίδιος έλεγε. Άλλωστε αυτή η έντονη ματιά ως προς την αντίληψη του περιβάλλοντα κόσμου του, που ήθελε ακριβώς να εμφανίζεται και στις λήψεις του, εκτιμήθηκε δεόντως από την Polaroid και την Hasselblad, καθώς διετέλεσε σύμβουλος των συγκεκριμένων εταιριών, γεγονός που προστίθεται ως μια ακόμη επιβεβαίωση για την υψηλή ποιότητα του έργου του.
Επιπροσθέτως, στον Ansel Adams έχει αποδοθεί ο τίτλος του πατέρα του ζωνικού συστήματος, μιας μεθόδου για την μελέτη της φωτομέτρησης, την οποία ο ίδιος συστηματοποίησε στα βιβλία του “The Camera”, “The Negative” και “The Print”. Το ζωνικό σύστημα χωρίζει σε δέκα ζώνες εκφρασμένες σε λατινικούς αριθμούς (0 – Ι – ΙΙ – ΙΙΙ – IV – V – V – VI – VII – VIII – IX) τους τόνους των χρωμάτων, που μπορούν να εμφανιστούν στο χαρτί. Το 0 αντιστοιχεί στους βαθύτερους τόνους του μαύρου, ενώ η ζώνη ΙΧ αποδίδει το λευκό. Ακολούθως η ζώνη V, που βρίσκεται στη μέση, δίνει ως αποτέλεσμα έναν τόνο του γκρι. Παρότι το ζωνικό σύστημα εξυπηρετούσε ως επί το πλείστον τις αναλογικές λήψεις, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα.
Κατά την διάρκεια της ζωής του, ο Adams συχνά αναγκάζονταν να δίνει στις φωτογραφίες του υφή περισσότερο εμπορική προκειμένου να κατορθώνει να βγάζει τα προς το ζην έξοδα του. Η κατάσταση αυτή ένιωθε πως μείωνε την δημιουργικότητα του και έκανε την τέχνη του περισσότερο πεζή. Χαρακτηριστικά, το 1938 απευθυνόμενος σε έναν φίλο του εξέφρασε την δυσαρέσκεια του για την εμπορευματοποίηση των φωτογραφιών του σε βάρος της αποκλειστικά καλλιτεχνικής τους διάστασης, που ο ίδιος είχε στο μυαλό του. Επηρεασμένος από αυτούς τους συλλογισμούς του, τελικά κατόρθωσε στην τελευταία δεκαετία της ζωής του να προβάλλει την δεξιοτεχνία του κατά τον δικό του αποκλειστικό τρόπο και έτσι να λάβει υψηλές αμοιβές, αλλά και την ευρεία αναγνώριση του κόσμου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Εισαγωγή στο ζωνικό σύστημα του Ansel Adams, photographyinfo.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Γνωριμία με το μεγαλείο και την ομορφιά στις φωτογραφίες του Ansel Adams, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Το Ζωνικό Σύστημα, aspromavro.net, διαθέσιμο εδώ.