Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Δήμου,
Ο Στράτος Ν. Δορδανάς είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και ειδήμων στα πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά γεγονότα της Βαλκανικής Χερσονήσου του 20ού αιώνα. Τελευταία συγγραφικά του πονήματα είναι τα βιβλία «Οι Αργυρώνητοι» (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2021) και «Οι Ζωές των Άλλων», σε συνεργασία με τον Β. Καλογρηά (Εκδόσεις Επίκεντρο, 2020).
Με αφορμή την επέτειο για τα 80 χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης, ο Στράτος Ν. Δορδανάς παραχώρησε προς μεγάλη μας χαρά αυτή τη συνέντευξη στο OffLine Post, απαντώντας σε όλες μας τις ερωτήσεις για τα γεγονότα των κρίσιμων εκείνων ημερών.
- Θεωρείτε ότι η επιχείρηση «Μαρίτα» ήταν κάτι το αναπόφευκτο και προκαθορισμένο ή ήταν μια έκτακτη απόφαση του Χίτλερ μετά την αποτυχία της ιταλικής επίθεσης και την εμπλοκή του βρετανικού παράγοντα στα πράγματα της Ελλάδος;
Έχει γραφτεί, τόσο από τον Χίτλερ όσο και από άλλους του καθεστώτος, όταν επισημαίνουν ότι οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι έχουν μια μικρή απόσταση μεταξύ τους. Αυτό σημαίνει πως οι άνθρωποι και τα έθνη θυμούνται, ακόμα και σε ένα μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Για τη Γερμανία οι μνήμες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Μακεδονικού Μετώπου είναι ακόμα νωπές. Οι Γερμανοί θυμούνται τι συνέβη στη Θεσσαλονίκη με την απόβαση των Άγγλων και των Γάλλων το φθινόπωρο του 1915 και τι συνέβη μετά την κατάληψη της Σερβίας. Οι Γερμανοί δεν θέλουν να εμπλακούν στα Βαλκάνια, το κάνουν αναγκαστικά από την στιγμή που θα εμπλακούν οι σύμμαχοί τους, οι Ιταλοί. Ο Χίτλερ επιθυμεί να διασώσει τον βασικό σύμμαχό του, τον Μουσολίνι. Επομένως, η κάθοδος της Βέρμαχτ στα Βαλκάνια με την επιχείρηση «Μαρίτα» είναι μια επιχείρηση που το Ράιχ την αναλαμβάνει με βαριά καρδιά, καθώς ο βασικός επιχειρησιακός προσανατολισμός βρίσκεται στο Ανατολικό Μέτωπο. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τον ίδιο μήνα, τον Δεκέμβριο του 1940, σε απόσταση μόλις λίγων εβδομάδων, το Γερμανικό Γενικό Επιτελείο διεξάγει τη μείζονος σημασίας επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» και μια δεύτερη, την επιχείρηση «Μαρίτα», που αναφέρεται στα Βαλκάνια. Συνδέοντας κανείς αυτές τις δύο επιχειρήσεις, καταλαβαίνει πως, εάν μπορούσαν να αποφύγουν την κάθοδό τους στα Βαλκάνια, ενόψει της επίθεσης στη Σοβιετική Ένωση, θα το έκαναν. Αλλά ο ιταλικός «αιφνιδιασμός» δημιουργεί ένα τετελεσμένο γεγονός και επομένως οποιαδήποτε άλλη συζήτηση για τους Γερμανούς, αν θα έμπαιναν στα Βαλκάνια ή όχι, ήταν εκ των ων ουκ άνευ.
- Συχνά, στο πλαίσιο της δημόσιας ιστορίας της Ελλάδος, ακούμε ότι η Μάχη της Κρήτης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην καθυστέρηση της έναρξης της «Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα». Το γεγονός αυτό αποτελεί μια ακαδημαϊκή αλήθεια ή έναν εγχώριο μύθο;
Η Ελλάδα πλήρωσε έναν βαρύ φόρο αίματος και υπέστη ανυπολόγιστες καταστροφές κατά τη διάρκεια της ξένης Κατοχής. Η συμβολή της στη συμμαχική νίκη ήταν πολύ μεγάλη. Η πρώτη ήττα του Άξονα, τουλάχιστον σε ευρωπαϊκό έδαφος, σημειώθηκε μετά τις επιτυχίες των ελληνικών όπλων εναντίον των Ιταλών εισβολέων. Με αυτό, θέλω να επισημάνω, ότι δεν χρειάζεται να προσδίδουμε περισσότερες δάφνες από αυτές που πραγματικά αναλογούν στην Ελλάδα, ως μαχόμενο έθνος κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Επομένως, εδώ έχει αναπτυχθεί μια «παραφιλολογία», για το κατά πόσο η γερμανική επίθεση στην Ελλάδα συνέβαλε στην καθυστέρηση της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα» και, συνεπώς, ο ελληνικός παράγοντας ήρθε να συμβάλλει τα μέγιστα στην εξέλιξη και το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Γερμανοί δεν θέλουν να κατέβουν στα Βαλκάνια, διότι ετοιμάζονται για την επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Η αναγκαστική κάθοδός τους στα Βαλκάνια με την επιχείρηση «Μαρίτα» αναβάλει αυτά τα σχέδια, καθώς χρειάστηκαν να δεσμεύσουν ένα μικρό μέρος της συνολικής δύναμής τους, όπως η 12η Στρατιά. Αν, δηλαδή, κάποιος δει τον αριθμό των γερμανικών μεραρχιών που στράφηκαν στα Βαλκάνια, σε σχέση με τον αριθμό αυτών που επιτέθηκαν στην Σοβιετική Ένωση, είναι ένας πολύ μικρός αριθμός.
Μια καθυστέρηση, λοιπόν, σίγουρα υπάρχει. Όταν όμως, μετά την εισβολή της Βέρμαχτ στην Ελλάδα, ολοκληρωθεί η κατάληψη της χερσαίας Ελλάδος και των νησιών, εκτός της Κρήτης, ένα μεγάλο μέρος των μονάδων θα ανασυνταχθούν και θα μεταφερθούν, για να συμμετάσχουν στη ρωσική εκστρατεία. Αυτό, λοιπόν, που θα μείνει στην Ελλάδα θα είναι μια πολύ μικρή στρατιωτική δύναμη. Από την άλλη, γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα πλέον έχει περάσει κυρίως στα ιταλικά χέρια, με ένα μεγάλο κομμάτι της να ελέγχεται από τους Βούλγαρους. Σε μια γενικότερη συζήτηση για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι γνωστό, ότι το Γερμανικό Γενικό Επιτελείο σχεδίαζε να επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση πολύ νωρίτερα. Αυτή η συζήτηση εντάσσεται σε μια πολύ μεγαλύτερη, σχετικά με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και αν οι Γερμανοί ήταν προετοιμασμένοι να τον ξεκινήσουν. Οι καιρικές συνθήκες δεν επέτρεπαν την έναρξη της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα» νωρίτερα. Ο Ιούνιος του 1941 ήταν μάλλον η ιδανικότερη ημερομηνία, για να την πραγματοποιήσει.
- Ποιος ήταν ο Αντικειμενικός Σκοπός των γερμανικών δυνάμεων και ποιος των ελληνοβρετανικών; Τι επιδίωκαν να πετύχουν οι Βρετανοί, να καθυστερήσουν ή να νικήσουν τα γερμανικά στρατεύματα; Υπήρξε ενεργή συμμετοχή στην επίθεση από πλευράς των Ιταλών;
Και οι δύο αντίπαλοι επιδιώκουν το ίδιο, αναγνωρίζοντας τη σημαντική γεωστρατηγική θέση της Κρήτης. Η συζήτηση αυτή έχει ξεκινήσει νωρίτερα, πριν ακόμη την εμπλοκή της Ιταλίας στον πόλεμο το 1940. Γνωρίζουμε ότι, σε μια συνάντηση του Χίτλερ με τον Μουσολίνι, τη στιγμή της ιταλικής επίθεσης εναντίον της Ελλάδος, ο Χίτλερ προτείνει στον Μουσολίνι να διαθέσει κάποιες αεραποβατικές δυνάμεις, για να καταλάβουν οι Ιταλοί την Κρήτη. Οι ίδιες συζητήσεις έχουν ξεκινήσει και στην βρετανική στρατιωτική ηγεσία, γνωρίζοντας ότι η απώλεια της Κρήτης θα ήταν μεγάλης σημασίας. Το νησί έπρεπε να κρατηθεί, καθώς το Βορειοαφρικανικό μέτωπο ήταν ενεργό και οι δυνάμεις του Ρόμελ θα καθίσταντο ένας θανάσιμος κίνδυνος. Ενδεχόμενη νίκη του Ρόμελ θα σήμαινε προέλαση στην Αίγυπτο και ακόμη πιο πέρα.
Αυτό το ερώτημα και πάλι εντάσσεται σε μια γενικότερη συζήτηση σχετικά με την σκοπιμότητα της βρετανικής εμπλοκής στα Βαλκάνια και δη στην Ελλάδα. Εδώ υπάρχει ένα όφελος και μια ζημία. Το όφελος για τους Βρετανούς προέκυπτε από το γεγονός, ότι δεν θα έπρεπε να αφήσουν την Ελλάδα να χαθεί αμαχητί. Εάν οι Άγγλοι το έκαναν αυτό, γνώριζαν ότι θα έχαναν την Ελλάδα μεσοπρόθεσμα και θα πληττόταν το κύρος της, καθώς δεν θα προσέτρεχαν στη βοήθεια ενός μικρού έθνους, που είχε δεχθεί ήδη την επίθεση από την Ιταλία και ύστερα από τη Γερμανία. Επομένως, για λόγους ηθικούς η Βρετανική Αυτοκρατορία έπρεπε να βοηθήσει την Ελλάδα. Από την άλλη, η ζημιά προέκυπτε από το γεγονός, ότι η βρετανική επέμβαση αυτών των λίγων δυνάμεων ενίσχυσε τα γερμανικά επιχειρήματα, ότι οι Άγγλοι για μια ακόμη φορά επιχειρούσαν να χρησιμοποιήσουν τα Βαλκάνια ως βάση, προκειμένου να εξαπολύσουν επιθέσεις στα γερμανικά μετόπισθεν. Αυτή τη φορά, ο Χίτλερ είπε, ότι δεν επρόκειτο να υπάρξει άλλο 1918. Ο κίνδυνος για τους Γερμανούς ήταν ορατός, καθώς η RAF θα μπορούσε να προβαίνει σε αεροπορικές επιθέσεις εναντίων των Γερμανικών μετόπισθεν και να πλήξει σημαντικές γερμανικές εγκαταστάσεις, όπως οι γερμανικές πετρελαιοπηγές.
- Ποιο ήταν το σχέδιο μάχης των ελληνικών και βρετανικών δυνάμεων, για να αντισταθούν στους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές; Τι ρόλο έπαιξαν οι ταξιαρχίες των Μαορί και Αυστραλών;
Οι δυνάμεις της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, που αποβιβάζονται στην Ελλάδα από το 1941, είναι μικρές, για να μπορέσουν να προτάξουν αντίσταση. Ήδη υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση για το ποια θα έπρεπε να είναι η γραμμή άμυνας. Γνωρίζουμε τις διαφωνίες του Ελληνικού Γενικού Επιτελείου με τις βρετανικές δυνάμεις, αναφορικά με το πού θα έπρεπε να προτάξουν την αντίσταση εναντίον των Γερμανών. Οι Βρετανοί υποστηρίζουν τον Αλιάκμονα, ενώ το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο γνωρίζει πως, αν αφήσει την Μακεδονία έκθετη, θα έχει ισχυρό αντίκτυπο για τον πληθυσμό στην περιοχή. Συνεπώς, η παρουσία των δυνάμεων της Βρετανικής Κοινοπολιτείας είναι μια σημαντική ένεση θάρρους και ελπίδας, στρατιωτικά όμως δεν μπορεί να έχει κανένα αποτέλεσμα. Στην εξέλιξη, οι δυνάμεις της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, μαζί με όσες δυνάμεις του Ελληνικού Στρατού μπορούν να κατέβουν στην Κρήτη, θα αναδιοργανωθούν εκεί, για να προτάξουν την τελευταία γραμμή άμυνας.
Η Κρήτη είναι ένα μεγάλο πρόβλημα και για τους δύο αντιπάλους. Για τους αμυνόμενους πρόβλημα αποτέλεσαν τόσο οι διαθέσιμες δυνάμεις και εξοπλισμός όσο και η οργάνωση της άμυνας αποφεύγοντας στρατηγικά λάθη, τα οποία συνέβησαν. Για τους Γερμανούς πρόβλημα αποτέλεσε η οργάνωση της κατάληψης του νησιού, καθώς τα διαθέσιμα μεταφορικά μέσα και των δύο πλευρών είχαν καταστραφεί. Το ζήτημα είχε τεθεί στον Χίτλερ, με τις απόψεις επ’ αυτού να διίστανται. Ο ίδιος δεχόταν εισηγήσεις είτε για μια μαζική επίθεση με τη χρήση αλεξιπτωτιστών είτε για επίθεση σε στοχευμένα σημεία στρατηγικής σημασίας. Το σχέδιο των Γερμανών είναι είτε να επιτεθούν στην Κρήτη από την Σούδα μέχρι τα Χανιά ή να επιτεθούν στο σύνολο της Νήσου. Το σχέδιο, που τελικά πρυτανεύει, είναι να επιτεθούν σε τέσσερα στρατηγικής σημασίας σημεία. Πρώτα απ’ όλα, στο αεροδρόμιο του Μάλεμε, το οποίο θα το χρησιμοποιήσουν για απόβαση δυνάμεων, στα Χανιά λόγω της Σούδας, καθώς και στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο, περιοχές που διέθεταν αεροδρόμια. Στο κομμάτι των αντίπαλων δυνάμεων, υπάρχει μια μικρής σημασίας ανισορροπία. Οι δυνάμεις των αμυνόμενων, της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και των Ελλήνων, αριθμούσαν κατά προσέγγιση 40.000 μαχητές. Από τη γερμανική πλευρά, οι αλεξιπτωτιστές που μπορούσε να διαθέσει ο Γκαίρινγκ ανέρχονταν σε αρκετές χιλιάδες, μαζί με ένα μεγάλο αριθμό αεροπλάνων και πλοίων.
Αυτό είναι το σκηνικό πολέμου πριν την έναρξη της επιχείρησης «Ερμής», η οποία θα διαρκέσει περίπου δέκα μέρες, από τις 20 Μαΐου μέχρι την 1η Ιουνίου 1941, και θα κλείσει την επιχείρηση «Μαρίτα». Εδώ πρέπει να τονιστεί κάτι πολύ σημαντικό. Η Κρήτη είναι τότε, όπως και σήμερα, ένα πολύ μεγάλο, φυσικό αεροπλανοφόρο. Επομένως, είναι σημαντική τόσο για τους Βρετανούς, για τη συνέχιση των επιχειρήσεων στο Βορειοαφρικανικό μέτωπο και τον έλεγχο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όσο και για το Τρίτο Ράιχ, για τους ίδιους λόγους και τη συνέχιση του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Εδώ θα ήθελα να δώσω μια ενδιαφέρουσα διάσταση. Μετά την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων στο Βορειοαφρικανικό Μέτωπο και την κατάρρευση των Βαλκανίων και της Σοβιετικής Ένωσης, αυτό που θα πετύχαιναν οι Γερμανοί ήταν μια περικύκλωση των εναπομεινάντων δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και τη συνολική κατάληψή της, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για την συνέχιση του πολέμου.
- Ακούμε συχνά στον δημόσιο λόγο ότι οι απώλειες των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στη μάχη της Κρήτης ήταν βαρύτατες. Ωστόσο, από την άλλη, ακούμε ότι οι Έλληνες μαχητές ήταν σε σημαντικό βαθμό πολίτες με απαρχαιωμένο οπλισμό. Πώς μπορούμε να δικαιολογήσουμε τις βαριές απώλειες της γερμανικής πλευράς;
Σήμερα κρίνουμε τα σχέδια άμυνας με ευκολία. Μπορεί η άμυνα να είχε σημαντικά προβλήματα, όμως βρισκόμασταν απέναντι σε έναν στρατό που μέχρι τότε δεν είχε ηττηθεί. Το 1941 το ηθικό του γερμανικού στρατού βρίσκεται στο αποκορύφωμά του. Επομένως, από τη μια, έχεις έναν αήττητο στρατό και από την άλλη, μια Βρετανική Αυτοκρατορία με χαμηλό ηθικό, να μάχεται για ηθικούς λόγους στο τελευταίο ευρωπαϊκό έρεισμά της, στην Ελλάδα, με την απώλεια της οποίας χάνει κάθε έρεισμά της στον Ευρωπαϊκό χώρο. Οι γερμανικές απώλειες δεν πρέπει να προκαλούν έκπληξη. Το ρίσκο της κατάληψης της Κρήτης από αέρος επισημαίνεται και από τον Χίτλερ, σε συνομιλία με τον Χέρμαν Γκαίριγκ, αρχηγό της Αεροπορίας, ο οποίος είχε υποσχεθεί ότι τα αποτελέσματα θα είναι καλά. Όμως το σχέδιο κατάληψης μιας θέσης από αέρος δεν είχε ακόμα εφαρμοστεί. Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές πέφτουν σε ένα εξαιρετικά εχθρικό έδαφος και, ακόμη και σε σημεία που δεν καλύπτονται από τον τακτικό στρατό των αμυνομένων, έχουν να αντιμετωπίσουν τους Κρήτες αμάχους. Η άμυνα είχε καταφέρει να καταρρίψει αρκετά αεροπλάνα. Οι μάχες ήταν σκληρές, και το στρατιωτικό νεκροταφείο του Μάλεμε το αποδεικνύει. Οι απώλειες ήταν μεν μεγάλες, όμως οι Γερμανοί γνώριζαν το ρίσκο.
- Θα μπορούσατε να μάς δώσετε μια γενική ιδέα των αντιποίνων που υπήρξαν από τη γερμανική πλευρά προς τον άμαχο ελληνικό πληθυσμό; Για πόσες απώλειες μιλάμε κατά τη διάρκεια της μάχης και μετά από αυτή;
Οι απώλειες των Γερμανών ξεπέρασαν τους 4.000 άνδρες. Αν συγκριθεί ο αριθμός αυτός με τις απώλειες που είχαν από την επιχείρηση «Μαρίτα», γίνεται κατανοητό, ότι ήταν επώδυνες για το Τρίτο Ράιχ. Το σώμα των αλεξιπτωτιστών σχεδόν αποδεκατίσθηκε και δεν ξανά χρησιμοποιήθηκε σε τέτοια έκταση. Οι Γερμανοί, ίσως δικαιολογώντας τις δικές τους αποφάσεις, υποστήριξαν πως οι απώλειες προήλθαν κυρίως από την εμπλοκή των Κρητών αμάχων. Από την πρώτη στιγμή ρίχνουν ένα μεγάλο βάρος των απωλειών στους Κρήτες, οι οποίοι είχαν εμπλακεί, παραβιάζοντας τους κανόνες του κατά ξηράν πολέμου και της Συνθήκης της Γενεύης. Έτσι, οι Γερμανοί νομιμοποιούν την εφαρμογή οποιουδήποτε μέσου από μέρους τους, προκειμένου να πιέσουν τον αντίπαλο να εφαρμόσει το προπολεμικό διεθνές δίκαιο. Οι πράξεις αντιποίνων ανταποκρίνονταν σε αυτή τη λογική. Άρα, η Κάνδανος και άλλα χωριά θα υποστούν τα γερμανικά αντίποινα. Είναι η απάντηση που οι Γερμανοί εφάρμοσαν ως ανταπάντηση στην παραβίαση του διεθνούς πολεμικού δικαίου από την ελληνική πλευρά.
- Υπήρξε σθεναρή αντιστασιακή δράση στην Κρήτη, τόσο κατά τη διάρκεια της Κατοχής όσο και μέχρι την αποχώρηση των τελευταίων γερμανικών στρατευμάτων, τον Μάιο του 1945;
Αντίσταση υπάρχει εκεί που η μορφολογία του εδάφους την επιτρέπει. Τα Βαλκάνια, η Ελλάδα και η Κρήτη το επιτρέπουν. Ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις θα έχουμε και στην Κρήτη. Από την μια πλευρά, θα έχουμε αυτό που, από το 1943 και κυρίως το 1944, θα διακριθεί ως αριστερής επίνευσης αντιστασιακό κίνημα, και από την άλλη πλευρά, θα έχουμε τους εθνικιστές Κρήτες αντιστασιακούς. Γνωρίζουμε ότι η Κρήτη διαιρέθηκε στρατηγικά και διοικήθηκε από Γερμανούς και Ιταλούς. Επίσης, η Κρήτη παρουσιάζει και δύο άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία. Το πρώτο είναι τα σκληρά γερμανικά αντίποινα, στα οποία θα συμμετάσχει και ένα παραστρατιωτικό γερμανικό τάγμα, αντίδραση στις αντιστασιακές πράξεις, όπως η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε. Λόγω ακριβώς των γερμανικών εγκλημάτων πολέμου στην Κρήτη, θα δικαστούν δύο από τους Γερμανούς διοικητές της Κρήτης. Το δεύτερο στοιχείο είναι πως τα γερμανικά τμήματα δεν πρόλαβαν να προχωρήσουν στην Στερεά Ελλάδα, με τους Γερμανούς στρατιώτες να παραμένουν εγκλωβισμένοι στην Κρήτη, μέχρι να μεταφερθούν ως αιχμάλωτοι πολέμου μετά το τέλος του πολέμου, τον Μάιο του 1945.
- Η τελευταία μου ερώτηση είναι λίγο πιο υποκειμενική: Γιατί δεν βλέπουμε σύγχρονες υπερπαραγωγές του Χόλυγουντ με θεματολογία το έπος του 1940 ή τα δεινά των Ελλήνων κατά την Κατοχή; Η Μάχη της Κρήτης ειδικότερα είναι σημαντική για την έκβαση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ίσως η πιο δύσκολη ερώτηση που μου κάνατε. Υπάρχουν πολλές στιγμές της πλούσιας ελληνικής ιστορίας που θα μπορούσαν να δώσουν το έναυσμα, για να μεταφερθούν στην έβδομη τέχνη. Νομίζω πως κινούμαστε, τα τελευταία χρόνια, προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν γνωρίζω, αν θα γοητευόταν το Χόλυγουντ από τις μάχες της Κρήτης, ίσως γοητεύονται περισσότερο από τους αρχαίους Έλληνες. Υπάρχουν, φυσικά, κάποιες ταινίες με αναφορές σε τεκταινόμενα στην Ελλάδα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εδώ δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω κάτι, το οποίο εγείρει συζητήσεις. Αφορά το κατά πόσο δικαιολογούνταν η συμμετοχή των αμάχων στις εχθροπραξίες και φυσικά τι σηματοδοτεί η Κρήτη για τους επιγόνους των Γερμανών πεσόντων. Όσοι προσπαθήσουν να προβούν σε μια αναθεώρηση της ιστορίας θα πρέπει να προσέξουν πολύ, όταν δικαιολογούν τα γερμανικά αντίποινα ή όταν μιλούν για παραβιάσεις των Συμφωνιών της Χάγης εκ μέρους των Κρητών αμάχων. Αυτό είναι μια βολική ερμηνεία, για να εδράσει κανείς το επιχείρημά του. Εδώ συστηματικά αγνοεί κανείς ότι η επιτιθέμενη δύναμη είχε παραβιάσει πρώτη κάθε συνθήκη, διεξάγοντας έναν πόλεμο. Ενδιαφέρουσα συζήτηση, η οποία όμως έχει πολύ συγκεκριμένα δεδομένα. Αυτό θα ήθελα να το επισημάνω, καθώς τελευταία πιάνουμε αυτήν τη συζήτηση μέσα από μια αναθεωρητική ιστοριογραφία. Το λυπηρό γεγονός είναι ότι τα μεταπολεμικά δικαστήρια αρνήθηκαν το δικαίωμα της Αντίστασης στους κατεχόμενους πληθυσμούς, γιατί το δίκαιο του πολέμου αρνούνταν την εμπλοκή των αμάχων. Άρα, καταλαβαίνετε, ότι, αν το δεχθούμε αυτό, ο πόλεμος θα είχε καταλήξει με τη νίκη του Γ΄ Ράιχ.
Ευχαριστούμε θερμά τον καθηγητή κ. Δορδανά για την παραχώρηση της συνέντευξης!