13.7 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΣτΕ Ολ 1906/2014: Καταναλωτές ΕΥΔΑΠ κατά ΔΕΑΑ

ΣτΕ Ολ 1906/2014: Καταναλωτές ΕΥΔΑΠ κατά ΔΕΑΑ

Της Αγγελικής Μοντεσάντου, 

Στο πλαίσιο εφαρμογής των μνημονίων και του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων για την περικοπή κρατικών δαπανών, το Ελληνικό Δημόσιο μετέφερε χωρίς αντάλλαγμα στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) τις μετοχές των α) ΕΥΔΑΠ Α.Ε., β) ΕΥΑΘ Α.Ε., γ) ΔΕΠΑ Α.Ε., δ) ΟΛΠ Α.Ε. και ε) ΟΛΘ Α.Ε. που διατηρούσε προκειμένου να διατεθούν περαιτέρω στο επενδυτικό κοινό.

Η αίτηση ακυρώσεως των αιτούντων καταναλωτών εισήχθη στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατόπιν της από 9 Ιανουαρίου 2013 πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδάφ. α, 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.

Πιο συγκεκριμένα, η αίτηση ακυρώσεως στρεφόταν κατά της υπ’ αριθ. 206/25.04.2012 απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (ΔΕΑΑ) (ΦΕΚ Β 1363) κατά το μέρος της, με το οποίο: 1) μεταβιβάζονται χωρίς αντάλλαγμα από το Ελληνικό Δημόσιο στην ανώνυμη εταιρεία υπό την επωνυμία ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε. μετοχές των προαναφερόμενων δημόσιων επιχειρήσεων και 2) εξουσιοδοτήθηκε ο Υπουργός Οικονομικών να συνάψει με το ΤΑΙΠΕΔ συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση από το Ταμείο, για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου, των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από την κυριότητά του επί μετοχών των ανωνύμων εταιρειών α) ΕΛΒΟ Α.Ε., β) Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών Α.Ε. και γ) ΔΕΗ Α.Ε..

Η προσβαλλόμενη απόφαση της ΔΕΑΑ υπόκειται στον ακυρωτικό έλεγχο του ανώτατου δικαστηρίου μόνο κατά το πρώτο μέρος της. Ως προς το δεύτερο μέρος, όμως, η απόφαση της ΔΕΑΑ δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη και προσβάλλεται απαραδέκτως, καθώς αναφέρεται σε συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΤΑΙΠΕΔ, δυνάμει των οποίων το Ταμείο κατέστη απλώς νόμιμος αντιπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου, ως μετόχου, στις Γενικές Συνελεύσεις των μετόχων των ανώνυμων εταιρειών ΕΛΒΟ Α.Ε., Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών Α.Ε. και ΔΕΗ Α.Ε..

Πηγή εικόνας: Efsyn.gr

Περαιτέρω, έχει ενδιαφέρον να εντοπίσουμε όσα έκρινε το Δικαστήριο ως προς το έννομο συμφέρον των αιτούντων. Στην σκέψη 13, σχετικά με το κοινό ενδιαφέρον: «επί του κοινού ενδιαφέροντος των Ελλήνων πολιτών για το νομικό και ιδιοκτησιακό καθεστώς, το οποίο διέπει τις δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, δεν θεμελιώνεται έννομο συμφέρον για την προσβολή, με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, των διοικητικών πράξεων που αφορούν τις εν λόγω επιχειρήσεις, διότι άλλως το ένδικο βοήθημα της αιτήσεως ακυρώσεως θα προσελάμβανε τον χαρακτήρα της λαϊκής αγωγής. Συνεπώς, αβασίμως προβάλλουν οι αιτούντες ότι ασκούν παραδεκτώς την κρινόμενη αίτηση ως Έλληνες πολίτες ενδιαφερόμενοι για το δημόσιο συμφέρον, το οποίο σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους βλάπτεται από την προσβαλλομένη απόφαση, δυνάμει της οποίας αποξενώνεται το Ελληνικό Δημόσιο από το μετοχικό κεφάλαιο δημοσίων επιχειρήσεων κοινής ωφελείας.»

Η ιδιότητα του χρήστη-καταναλωτή των υπηρεσιών αντιθέτως διαδραματίζει καίριο ρόλο. Η ΔΕΠΑ Α.Ε., για παράδειγμα, δεν λειτουργεί ως επιχείρηση μονοπωλίου στον τομέα της ενέργειας αλλά ως επιχείρηση παροχής φυσικού αερίου σε ελεύθερη αγορά. Επομένως, οι αιτούντες έχουν εναλλακτικές λύσεις και δεν απειλούνται με τη στέρηση αγαθού απολύτως αναγκαίου για τις βιοτικές τους ανάγκες, ώστε να δύναται να θεμελιωθεί επί απειλής αυτής της τάξεως το έννομο συμφέρον τους για την διατήρηση των μετοχών της ΔΕΠΑ Α.Ε. στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος των αιτούντων.

Ομοίως, ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος απορρίπτεται και η αίτηση προς τον ΟΛΠ Α.Ε., την ΕΥΑΘ Α.Ε., τον ΟΛΘ Α.Ε.. Οι αιτούντες δεν προβάλλουν ότι συνδέονται με κάποια έννομη σχέση αλλά όλως αορίστως ότι χρησιμοποιούν «τακτικά τόσο για επαγγελματικούς λόγους όσο και για αναψυχή, τις υπηρεσίες θαλάσσιας συγκοινωνίας στον λιμένα του Πειραιώς» και ότι οι εξ αυτών κάτοικοι έχουν «εντονότερο έννομο συμφέρον».

Σχετικά όμως με την ΕΥΔΑΠ Α.Ε. λεκτέα είναι τα εξής: λόγω της πλήρους αποξενώσεως του Ελληνικού Δημοσίου από το μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω επιχειρήσεως κοινής ωφέλειας τίθεται σε κίνδυνο η προς τους αιτούντες παροχή υπηρεσιών υδρεύσεως και αποχετεύσεως, οι οποίες υπηρεσίες είναι απολύτως αναγκαίες για τις βιοτικές ανάγκες τους. «Το νερό αποτελεί αγαθό υψίστης ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο, χωρίς τη συνεχή, αδιάλειπτη και ποιοτική παροχή του οποίου η επιβίωση του ανθρώπου είναι, κατά κυριολεξία, αδύνατη. Όλοι δε οι αιτούντες αποδεικνύουν, με νομίμως προσκομισθέντα έγγραφα, ότι είναι συμβεβλημένοι με την ΕΥΔΑΠ Α.Ε., ως χρήστες των υπηρεσιών υδρεύσεως και αποχετεύσεως» (σκέψη 15).

Η δε συνεχής και ικανοποιητική από κάθε άποψη παροχή των υπηρεσιών αυτών είναι, κατά κυριολεξία, ζωτικής σημασίας για τα φυσικά πρόσωπα και όχι απλώς μια παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας προς αυτά. Εν προκειμένω, οι αιτούντες είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία κατοικούν εντός της εδαφικής περιφέρειας όπου η ΕΥΔΑΠ Α.Ε. παρέχει κατ’ αποκλειστικότητα τις υπηρεσίες της και συνδέονται με αυτή με συμβατική σχέση. Συνεπώς, οι έχουν προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως.

Επί της ιδιωτικοποιήσεως της ΕΥΔΑΠ Α.Ε. το Δικαστήριο έκρινε ότι η παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας δεν συνιστά δραστηριότητα αναπόσπαστη από τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας. Αυτό ισχύει και προκειμένου περί των υπηρεσιών υδρεύσεως και αποχετεύσεως, τις οποίες δύναται να παρέχει μια δημόσια επιχείρηση που λειτουργεί υπό νομικό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου ως ανώνυμη εταιρεία. Ο χαρακτήρας, όμως, της δημοσίας επιχειρήσεως αναιρείται στην περίπτωση της αποξενώσεως του Ελληνικού Δημοσίου από τον έλεγχο της ανωνύμου εταιρείας δια του μετοχικού κεφαλαίου, ήτοι της αποξενώσεώς του από εκείνο το ποσοστό των μετοχών (μεγαλύτερο του 50% σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας και το καταστατικό) που εξασφαλίζει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και τη δυνατότητα εκλογής, από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων, της πλειοψηφίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο είναι το ανώτατο διοικητικό όργανο της εταιρείας που διαμορφώνει τη στρατηγική και πολιτική της ανάπτυξής της και διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία της.

Πηγή εικόνας: Protothema.gr

Στην περίπτωση αυτή η δημόσια επιχείρηση ιδιωτικοποιείται όχι μόνον τύποις, δια της υπαγωγής της στις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου που διέπουν τις ανώνυμες εταιρείες, αλλά και κατ’ ουσίαν, μετατρεπόμενη σε ιδιωτική επιχείρηση, διότι παρέχεται σε ιδιώτες επενδυτές η νομική δυνατότητα συγκεντρώσεως του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που εξασφαλίζει τον ιδιοκτησιακό έλεγχο και την εκλογή της πλειοψηφίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας. Η δε κατ’ ουσίαν μετατροπή της δημοσίας επιχειρήσεως σε ιδιωτική, που λειτουργεί με γνώμονα το κέρδος, καθιστά αβέβαιη τη συνέχεια της εκ μέρους της παροχής προσιτών υπηρεσιών κοινής ωφελείας, και δη υψηλής ποιότητας, η οποία δεν εξασφαλίζεται πλήρως με την κρατική εποπτεία.

Συνίστανται δε οι υπηρεσίες αυτές στην ύδρευση και στην αποχέτευση που είναι αναγκαίες για την υγιεινή διαβίωση και, ιδίως, στην παροχή του πόσιμου ύδατος, φυσικού αγαθού απαραίτητου για την επιβίωση που καθίσταται σπανιότερο συν τω χρόνω. Αβεβαιότητα ως προς τη συνέχεια της παροχής προσιτών υπηρεσιών κοινής ωφελείας με αυτόν τον βαθμό αναγκαιότητας δεν συγχωρείται από το άρθρο 5 παρ. 5 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το δικαίωμα στην προστασία της υγείας, καθώς και από το άρθρο 21 παρ. 3 που ορίζει ότι το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών. Συνεπώς, η αποξένωση του Ελληνικού Δημοσίου από την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ Α.Ε., του οποίου η διατήρηση είναι αναγκαία -υπό το δεδομένο νομικό καθεστώς- για να μη μετατραπεί η δημόσια επιχείρηση σε ιδιωτική, συνιστά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος και για τον λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλομένη απόφαση της ΔΕΑΑ κατά το μέρος της, με το οποίο μεταβιβάζονται στο ΤΑΙΠΕΔ και οι τελευταίες μετοχές της εταιρείας που έχει στην κυριότητά του το Ελληνικό Δημόσιο, αλυσιτελούς καθισταμένης της εξετάσεως των λοιπών προβαλλομένων λόγων (σκέψη 22).


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ολόκληρη η απόφαση διαθέσιμη εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αγγελική Μοντεσάντου
Αγγελική Μοντεσάντου
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αργοστόλι. Είναι ασκούμενη δικηγόρος, απόφοιτη της Νομικής Σχολής Αθηνών καθώς και του τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας. Την απασχολούν ζητήματα Διοικητικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου, χωρίς όμως να παραμερίζει τους υπόλοιπους διακαιικούς κλάδους. Έχει ασχοληθεί με την μετάφραση και την εθελοντική διδασκαλία της γαλλικής. Στον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει αστυνομική λογοτεχνία, ταξιδεύει και παίζει τένις.