12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςNational Rifle Association: Από τη σκανδάλη στο σκάνδαλο

National Rifle Association: Από τη σκανδάλη στο σκάνδαλο


Του Παναγιώτη Χριστοδούλου,

Θα έφτανε κανείς στο φόνο επειδή δεν προσκαλέστηκε σε ένα πάρτι; Για τις Ηνωμένες Πολιτείες η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι παραπάνω από θετική· σε έξι δολοφονίες κατέφυγε ένας οργισμένος άντρας στο Colorado, σκοτώνοντας ισάριθμα μέλη της οικογένειας της συντρόφου του πριν δώσει τέλος στη ζωή του. Το τραγικό αυτό συμβάν δεν αποτελεί δε παρά μία μικρή ψηφίδα στο εκτεταμένο μωσαϊκό των φονικών επιθέσεων στις Η.Π.Α. που μαστίζονται -ίσως περισσότερο από ποτέ- από ένα θανατηφόρο κύμα βίας και μαζικών ενόπλων επιθέσεων.

Με τα ποσοστά οπλοκατοχής να της χαρίζουν την παγκόσμια πρωτιά, σύμφωνα με διάφορες έρευνες και υπολογισμούς, οι Ηνωμένες Πολιτείες απαριθμούν 120 όπλα -μη στρατιωτικής χρήσης- ανά 100 άτομα. Χαρακτηριστικό είναι ότι την 2η θέση κατέχει η Υεμένη, μία χώρα γνωστή για πλήθος συρράξεων και ακραίων πολιτειακών αναταραχών, με (μόλις) 53. Κορυφαίος εκφραστής της κουλτούρας αυτής, που για τον υπόλοιπο -Δυτικό έστω- κόσμο, αγγίζει τα όρια της λατρείας με τα όπλα είναι ο Εθνικός Σύνδεσμος Οπλοκατοχής, γνωστός στις Η.Π.Α. ως National Rifle Association (NRA). Ο φορέας συνιστά μία ιδιαίτερα διευρυμένη οργάνωση με κύριο στόχο την προώθηση των δικαιωμάτων κατοχής και κυκλοφορίας όπλων.

Πηγή: Mother Jones

Αν και σήμερα απαριθμεί πάνω από 5 εκατομμύρια μέλη, αρχικά ιδρύθηκε στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης το 1871, δηλαδή λίγο μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, από αξιωματικούς των Βορείων -μεταξύ μύθου και ιστορίας- ως αντίδραση στα ιδιαίτερα απογοητευτικά ποσοστά ευστοχίας των στρατιωτών και με σκοπό τη βελτίωση της σκοπευτικής δεινότητας των νεοσύλλεκτων. Για πολλά χρόνια και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, ο Σύνδεσμος παρέμεινε προσηλωμένος στην καλλιέργεια της ικανότητας αυτής και διατηρούσε τη μορφή ενός κλειστού «κλαμπ» με περιορισμένη επιρροή. Μάλιστα, κατά τη δεκαετία του 1930 υποστήριξε ανοιχτά δύο εθνικές προσπάθειες -οι πρώτες από την ίδρυση της χώρας- δημιουργίας ενός ομοσπονδιακού ρυθμιστικού πλαισίου στην κατασκευή και την πώληση όπλων, θεσπίζοντας ένα σύστημα φόρων και αδειών, ενώ την ίδια μεταχείριση επιφύλαξε ακόμη και στον Νόμο περί Περιορισμού της Οπλοκατοχής (Gun Control Act) του 1968.

Η στάση αυτή, ωστόσο, άλλαξε άρδην μετά τα μέσα της επόμενης δεκαετίας όταν ένα εσωτερικό «πραξικόπημα» είχε ως αποτέλεσμα την ανάδειξη μιας νέας ηγεσίας αποτελούμενη από φανατικούς προασπιστές της οπλοκατοχής. Υπό τα νέα αυτά δεδομένα, ο Σύνδεσμος όχι μόνο αναμίχθηκε ενεργά με την πολιτική με σκοπό να αποτρέψει στο μέλλον οποιαδήποτε νέα νομοθετική πρωτοβουλία που θα έθετε φραγμούς στο δικαίωμα αυτό, αλλά ταυτίστηκε ιδεολογικά με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, δημιουργώντας μία στενή σχέση που διατηρείται έως σήμερα. Χάρη στις πολυάριθμες και γενναίες χρηματοδοτήσεις σε πλήθος πολιτικών προσώπων, αλλά και στο εκτεταμένο lobbying που ακολούθησε, ο Σύνδεσμος κατάφερε εν πολλοίς το στόχο του· το 1986 αναθεωρήθηκε σε βάθος το νομοθετικό καθεστώς της οπλοκατοχής με αποτέλεσμα να αρθούν πολλοί περιορισμοί στην κυκλοφορία των όπλων στην χώρα (π.χ. καταργώντας το εθνικό μητρώο αγοροπωλησίας τους).

Εμπόδιο στις επιδιώξεις του NRA αποτέλεσε η Προεδρία Clinton, με τον τελευταίο να θέτει το 1994 σε ισχύ μία 10ετή απαγόρευση στην κατασκευή, πώληση και κατοχή ημιαυτόματων όπλων. Ενδεικτικό της επιρροής του Συνδέσμου είναι το γεγονός ότι καμία νομοθετική πρωτοβουλία από το 2004 και μετά -οπότε και η απαγόρευση εξέπνευσε- δεν στέφθηκε από επιτυχία. Αντίστοιχα, ανεπιτυχείς αποδείχτηκαν και οι μεταγενέστερες προσπάθειες του Προέδρου Ομπάμα που είχε δεσμευθεί να επαναφέρει ένα παρόμοιο μέτρο και μάλιστα σε μόνιμη βάση.

Πηγή: Reuters

Εκτός από την πολιτική παρουσία του Συνδέσμου και την φήμη του ως το πλέον εκτεταμένο γκρουπ ιδεολογικής πίεσης σε θέματα οπλοκατοχής, πρόσφατα βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για ένα εντελώς διαφορετικό ζήτημα· τον Αύγουστο του 2020, η Γενική Εισαγγελέας της Νέας Υόρκης κατέθεσε αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων της Πολιτείας με αίτημα την διάλυση του Συλλόγου. Σύμφωνα με τα όσα επικαλείται η Εισαγγελέας, ο NRA βρίσκεται στο επίκεντρο αναρίθμητων περιστατικών εσωτερικής διαφθοράς και παράνομων ενεργειών.

Μεταξύ άλλων, η ηγεσία του Συνδέσμου κατηγορείται πως επί σειρά ετών χρησιμοποιούσε υπέρογκα ποσά προερχόμενα από τα ταμεία του για προσωπική χρήση. Χαρακτηριστικό είναι ότι γίνεται λόγος στην αγωγή για την ύπαρξη «μιας κουλτούρας καταχρήσεων, παρανομιών, πρακτικών self-dealing και αμελούς επίβλεψης». Οι κατηγορίες, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα σοβαρές και περιλαμβάνουν κραυγαλέες περιπτώσεις όπου τα κορυφαία στελέχη της Ένωσης καταχράστηκαν εκατομμύρια, τα οποία σύμφωνα με το νόμο θα έπρεπε να κατευθυνόντουσαν σε φιλανθρωπικούς και ιδρυματικούς σκοπούς. Από πολυτελή οικογενειακά ταξίδια στις Μπαχάμες και ναυλώσεις ιδιωτικών αεροπλάνων σε συμβόλαια εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων για «συμβουλευτικές υπηρεσίες» από φιλικά προσκείμενα τους πρόσωπα, η λίστα με τις περιπτώσεις κακοδιαχείρισης και εξυπηρέτησης ιδίων συμφερόντων είναι ιδιαίτερα γλαφυρή.

Η Γενική Εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Letitia James, επιδιώκει τη διάλυση του NRA. Πηγή: Wall Street Journal

Από την άλλη, με μία κίνηση υψηλού ρίσκου και κάνοντας επίκληση της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει, ο Σύνδεσμος κατέθεσε τον Ιανουάριο του 2021 αίτηση πτώχευσης, στο πλαίσιο μίας ευρύτερης απόπειρας του να μεταφέρει την έδρα του από την (εχθρική) Νέα Υόρκη στην (φιλικά προσκείμενη) Πολιτεία του Τέξας. Όπως ανέφερε εκπρόσωπος της Εισαγγελέως κατά την εξέταση του θέματος από τα δικαστήρια του Τέξας, η αίτηση αυτή ήταν καθαρά προσχηματική· με τον μανδύα της οικονομικής στενότητας ο NRA επιχείρησε έτσι να προστατευτεί από τον τεράστιο δικαστικό αγώνα που ανοιγόταν μπροστά του και να αποφύγει τον ρυθμιστικό έλεγχο της Βόρειας Πολιτείας, δεδομένου ότι αν κηρυσσόταν πράγματι σε πτώχευση, θα απολάμβανε κατά την κείμενη νομοθεσία μία σειρά δικονομικών προνομίων.

Μετά από μία σειρά αντικρουόμενων καταθέσεων και μαρτυριών, το δικαστήριο εξέδωσε μια απορριπτική απόφαση, δεχόμενο ότι η εν λόγω αίτηση πτώχευσης κατατέθηκε «με κακή πίστη», προφανώς για να γλιτώσει από τη δικαστική λαίλαπα που προδιαγράφεται να ακολουθήσει. Το χτύπημα αυτό αποτελεί σημαντική ήττα για το Σύνδεσμο, ο οποίος θα βρεθεί πλέον αντιμέτωπος με πλειάδα κατηγοριών σε μία δίκη που αναμένεται να αρχίσει το 2022 και που απειλεί την ίδια την υπόσταση του. Από την πλευρά της, η Γενικής Εισαγγελέας δείχνει αποφασισμένη να αποτελέσει τη νέμεση του Συλλόγου, δηλώνοντας πως η έρευνα του γραφείου της θα συνεχιστεί, με σκοπό την αποκάλυψη του συνολικού βάθους της διαφθορά, στέλνοντας, έτσι, το μήνυμα ότι «κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου, ούτε ακόμη ένας τόσο ισχυρός Οργανισμός».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • The NRA Wasn’t Always Against Gun Restrictions, NPR, διαθέσιμο εδώ

  • Here’s a Timeline of the Major Gun Control Laws in America, Time, διαθέσιμο εδώ
  • Judge dismisses NRA’s bankruptcy petition, allowing New York AG lawsuit to move forward, CNN, διαθέσιμο εδώ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Χριστοδούλου
Παναγιώτης Χριστοδούλου
Γεννήθηκε στο Βόλο το 1998. Είναι τελειόφοιτος φοιτητής του τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σύνθημα του είναι ότι το μόνο που μας χωρίζει από τα όνειρα μας είναι η θέληση να τα υλοποιήσουμε. Λατρεύει τα ταξίδια, να ανακαλύπτει νέα μέρη και να περιτριγυρίζεται από ανθρώπους με διαφορετικές καταβολές. Παρακολουθώντας με έντονο ενδιαφέρον την επικαιρότητα, θέλησε να ασχοληθεί με την αρθρογραφία, ώστε να λάβει μέρος στον σχολιασμό των διεθνών εξελίξεων.