Της Αίγλης Μπένου,
Μετά την πτώση της Ακροπόλεως στα χέρια του Κιουταχή, το μόνο μέρος που η επανάσταση παρέμενε ζωντανή ήταν η Ανατολική Πελοπόννησος, στην οποία όμως ο Ιμπραήμ Πασάς δεν άργησε να ρίξει το βλέμμα του. Παράλληλα, η διπλωματική στάση των Μεγάλων Δυνάμεων, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, ήταν φιλικότερη προς το βασανισμένο ελληνικό λαό, απ’ ότι στο παρελθόν. Φτάνει λοιπόν η 6η Ιουλίου 1827, οπότε υπογράφεται η Συνθήκη του Λονδίνου μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Συνθήκη προϋποθέτει την ίδρυση ελληνικού κράτους υπό την κυριαρχία του Σουλτάνου με τα σύνορα να ορίζονται στη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού, με τον όρο οι Μεγάλες Δυνάμεις να έχουν το δικαίωμα παρέμβασης, αν δε γινόταν δεκτή ή παραβιαζόταν η συνθήκη από τους Έλληνες ή τους Τούρκους. Φυσικά, ο ελληνικός λαός δέχθηκε τη συνθήκη, ωστόσο, ο Σουλτάνος δεν είχε την ίδια αντίδραση.
Ο Σουλτάνος δυσανασχέτησε και διέταξε τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο να κατευθυνθεί στο Ναβαρίνο, στη σημερινή Πύλο. Εδώ φτάνουμε, λοιπόν, στο έργο τον 3 Ναυάρχων, που ανέλαβαν να εμποδίσουν τη μεταφορά αιγυπτιακού στόλου σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπως όριζε η συνθήκη. Οι 3 Ναύαρχοι, ο Σερ Εδουάρδος Κοδριγκτόν (Αγγλία), ο Ερρίκος Δεριγνύ (Γαλλία) και ο Χέυδεν Πέτροβιτς (Ρωσία), έπλευσαν στις ελληνικές θάλασσες, για να επιτηρήσουν την εφαρμογή των όρων της Συνθήκης, να εξαναγκάσουν ουσιαστικά τον Ιμπραήμ να εφαρμόσει την ανακωχή. Με αρχηγό τον Κόδριγκτον, καθώς κατείχε ανώτερη θέση από τους άλλους δύο συμμάχους του, εισήλθαν στο λιμάνι του Ναβαρίνου και χτύπησαν, κατόπιν άκαρπων διαπραγματεύσεων και αυστηρών συστάσεων, τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο. Ουσιαστικά, αυτή η κίνηση αποτέλεσε απάντηση του Κόδριγκτον στις εχθροπραξίες του Ιμπραήμ, οι οποίες είχαν στόχο την ευρύτερη περιοχή της Μεσσηνίας. Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου κράτησε αρκετές ώρες με τον Κόδριγκτον να δείχνει αξεπέραστο ηρωισμό.
Η επιτυχία των Μεγάλων Δυνάμεων οφείλεται, ως ένα βαθμό, στον Άγγλο ναύαρχο. Γεννημένος το 1770 στην Αγγλία, από οικογένεια αριστοκρατών. Από μικρή ηλικία θέλησε να ακολουθήσει τη σταδιοδρομία του ναυτικού, χαράσσοντας μια λαμπρή πορεία. Διακρίθηκε για πρώτη φορά στην εξουδετέρωση των ολλανδικών οχυρών Φλέσιγκεν, ενώ οι επιτυχίες του συνεχίστηκαν ενάντια στις γαλλικές δυνάμεις. Αποκορύφωμα της καριέρας του αποτέλεσε η συμμετοχή του στη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ, ως κυβερνήτης δίκροτου. Ο ηρωισμός που επέδειξε του χάρισαν το αξίωμα του υποναυάρχου με το οποίο συμμετείχε, ως διοικητής μοίρας του αγγλικού στόλου, στις προσπάθειες καταστολής του απελευθερωτικού αγώνα των Αμερικανών, ενάντια στην αγγλική «προστασία». Το 1825 προήχθη σε αντιναύαρχο, ενώ ένα χρόνο αργότερα του ανατέθηκε, από την αγγλική κυβέρνηση, η ηγεσία του αγγλικού στόλου στη Μεσόγειο.
Μπορεί χάρη στις παρεμβάσεις του Άγγλου αντιναυάρχου να περιορίστηκε ο Ιμπραήμ και να έδωσε μια πνοή ελευθερίας στον ελληνικό λαό, ωστόσο, το τίμημά του ήταν να πέσει σε δυσμένεια, που δεν υπάκουσε την κυβέρνησή του. Τόση ήταν η δυσμένεια στην οποία έπεσε, ώστε αποφασίστηκε η αντικατάστασή του. Εντούτοις, πριν την αντικατάστασή του, κατευθύνθηκε στην Αλεξάνδρεια, στα τέλη του Ιουλίου 1828, πιθανόν με την καθοδήγηση του Άγγλου φιλέλληνα πολιτικού Τζωρτζ Κάνινγκ. Εκεί κατάφερε να υπογράψει συνθήκη με το Μεχμέτ Αλή, για την αποχώρηση του Ιμπραήμ από Πελοπόννησο. Λίγο αργότερα, χάρη στην ενέργεια αυτή του Κόδριγκτον για να ενισχύσει συμφέροντα της Αγγλίας, αναγνωρίστηκαν οι υπηρεσίες του και πήρε το βαθμό του ναυάρχου στον αγγλικό στόλο.
Βέβαια, χωρίς τη συμβολή των δύο άλλων ναυάρχων, η ναυμαχία δε θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Αρκεί να σκεφτούμε πως ο κάθε ναύαρχος αντιπροσώπευε τη χώρα του με βάση τη συνθήκη του Λονδίνου, έτσι και οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις συνέβαλλαν στο να αντιμετωπιστεί ο Ιμπραήμ. Έτσι, ορθό είναι να αναφέρουμε λίγα στοιχεία και για τους άλλους δυο ναυάρχους-ήρωες.
Ο Ερρίκος Δε Ριγνύ, γεννημένος το 1782 στη Γαλλία, πέρασε ταραχώδη παιδικά χρόνια, μένοντας ορφανός από πατέρα στα 10 του. Σε μικρή ηλικία κατετάγη στο Ναυτικό της πατρίδας του, ενώ πήρε μέρος στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Συμμετείχε στην αποτυχημένη απόβαση στη Βρεττανία, ενώ διακρίθηκε σε μάχες σε Πρωσία και Πολωνία, ως αξιωματικός της Αυτοκρατορικής Φρουράς, καθώς και στην Ισπανία. Με τη λήξη των Ναπολεόντειων πολέμων προήχθη, το 1816, σε πλοίαρχο, βρισκόμενος υπό την προστασία του θείου του βαρώνου Λούι, κατά τη 2η παλινόρθωση των Βουρβόνων. Το 1823 αναλαμβάνει τη διοίκηση της φρεγάτας «Μήδεια» στη μοίρα του Αιγαίου.
Κατά τη διάρκεια της επανάστασης προσπάθησε να κρατήσει μετριοπαθή στάση, μένοντας πιστός στην πολιτική που ακολουθούσε η χώρα του. Βέβαια, αρκετές φορές προχώρησε στη διάσωση ή εξαγορά Ελλήνων αιχμαλώτων, δείχνοντας ένα ανθρωπιστικό πρόσωπο. Χαρακτηριστική είναι η διαμεσολάβησή του στην παράδοση των Ελλήνων της Ακρόπολης. Στη μάχη των Μύλων κατά του Ιμπραήμ, ο Μακρυγιάννης και ο Υψηλάντης έδειξαν τέτοιο ζήλο και γενναιότητα που κέρδισαν τη συμπάθεια και την εκτίμηση του Δεριγνύ. Στη ναυμαχία του Ναβαρίνου συμμετείχε ως αρχηγός της γαλλικής μοίρας, ενώ λίγο αργότερα παρέδωσε την αρχηγία, γυρνώντας στη Γαλλία και αναλαμβάνοντας κυβερνητικές θέσεις.
O Λογγίνος Χέυδεν Πέτροβιτς, ο ναύαρχος του Ρωσικού στόλου, γεννήθηκε στη Χάγη της Ολλανδίας το 1772. Στην ηλικία των 10 ετών κατετάγη στο πολεμικό ναυτικό της χώρας του. Τα επόμενα χρόνια τα ανδραγαθήματά του του έδωσαν το αξίωμα του υποπλοίαρχου. Μετά από κάποιες περιπέτειες που βίωσε και μόλις η Ολλανδία αποτέλεσε μέρος της Γαλλίας, διέκοψε κάθε σχέση με τη χώρα του, λαμβάνοντας ρωσική υπηκοότητα. Έκτοτε έλαβε μέρος σε μάχες κατά των Σουηδών, και το 1817 έλαβε τη θέση του υποναυάρχου. Λίγο πριν τη ναυμαχία του Ναβαρίνου, δέχτηκε με μεγάλη προθυμία την απόφαση των δύο άλλων ναυάρχων για επίθεση κατά του εχθρού, ενώ ορισμένες πηγές αναφέρουν πως είχε εντολές από τη Ρωσία να επιδιώξει την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Κατά τη διάρκεια της μάχης, τα πλοία του βρέθηκαν μεταξύ δύο πυρών. Υπέστησαν σοβαρές φθορές, τις οποίες επισκεύασε στη Μάλτα. Ο Χέυδεν παρέμεινε σε Ελλάδα και μετά την άφιξη Καποδίστρια. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του το 1831 τιμήθηκε, και ο Τσάρος της Ρωσίας τον έκανε υπασπιστή του.
Όποια πορεία και αν ακολούθησαν οι ναύαρχοι μετά από τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, συνέβαλλαν τα μέγιστα στην απελευθέρωση των Ελλήνων. Στην πλατεία της Πύλου, την πλατεία των Τριών Ναυάρχων, ένα περήφανο μνημείο στέκει αγέρωχο, ελάχιστος φόρος τιμής και ευγνωμοσύνης προς τους ανθρώπους, γνωστούς και άγνωστους, που αγωνίστηκαν για την επικράτηση του δικαίου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συλλογικό Έργο (1930) Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια – Τόμοι 3, 4, 6. Αθήνα: Εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας
- Χ. Α. Στασινόπουλος (2021) Λεξικό της Ελληνικής Επανάστασης – Τόμοι 1, 2, 4. Αθήνα: Εκδ. Δεδεμάδη, για αυτή την έκδοση Το Βήμα/ Άλτερ Έγκο Α.Ε.