Της Ιωάννας Μπινιάρη,
Άραγε, είναι γνωστό σε όλους τι ακριβώς σημαίνει ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή; Αποτελεί άραγε ακόμα και σήμερα ταμπού, αφού συχνά θεωρείται ότι η αναπαραγωγή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη σεξουαλική επαφή και τυχόν αδυναμία απόκτησης τέκνων αποδίδεται στο ότι είναι «θέλημα Θεού»; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα λέγαμε πως είναι «όχι», δεδομένου ότι πλέον οι περιπτώσεις εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι ιδιαίτερα αυξημένες, οπότε θα λέγαμε ότι δεν αντιμετωπίζονται ακόμα ως κάτι το αφύσικο και επικίνδυνο, όπως υποστήριζε παλαιότερα η επιστημονική κοινότητα, η εκκλησία και η ίδια η κοινωνία.
Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί ότι το πρώτο παιδί που γεννήθηκε με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης ήταν η Louise Brown στη Μεγάλη Βρετανία το 1978, με τη βοήθεια των γιατρών Patrick Steptoe και Robert Edwards, ενώ το 1990 η Μεγάλη Βρετανία απέκτησε τον πρώτο της νόμο για την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Στη χώρα μας, ο θεσμός της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΙΥΑ) εισήχθη με τη θέσπιση του ν. 3089/2002, τον οποίο αντικατέστησε μετέπειτα ο ν. 3305/2005. Μέσω αυτού του θεσμού, η τεχνητή αναπαραγωγή ιδρύει, όπως και η φυσική αναπαραγωγή, δεσμούς συγγένειας μεταξύ γονέων και τέκνων, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η τεχνητή αναπαραγωγή που πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου έχει τις ίδιες νομικές συνέπειες με τη φυσική γονιμοποίηση, όπως τεκμήριο καταγωγής από γάμο, κρίσιμος χρόνος σύλληψης κλπ. Ειδικά, μάλιστα, στις περιπτώσεις που πραγματοποιείται με τη χρήση ξένου γεννητικού υλικού, η συγγένεια που ιδρύεται χαρακτηρίζεται ως «κοινωνικοσυναισθηματική», δηλαδή συγγένεια που στηρίζεται σε κοινωνικούς και συναισθηματικούς λόγους και όχι σε βιολογικούς.
Επίσης, χρήζει αναφοράς ότι το δικαίωμα στην αναπαραγωγή κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, ως έκφανση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου, το οποίο επιθυμεί να αποκτήσει τέκνα σύμφωνα με τις επιθυμίες του, οπότε και μέσω της εφαρμογής τεχνητών μεθόδων. Ενόψει, λοιπόν, της σχετικής συνταγματικής κατοχύρωσης και των συνταγματικών περιορισμών, απαγορεύεται να διεξάγεται η Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή κατά τρόπο που προσβάλλει τη γενετήσια αξιοπρέπεια των ατόμων που συμμετέχουν σε αυτή ή κατά τρόπο που προσβάλλει την αξία του ανθρώπου, ενώ δεν επιτρέπεται να κοινοποιούνται σε τρίτους γενετικά δεδομένα όσων εμπλέκονται στη διαδικασία ή να ζητείται η γέννηση τέκνου με ευγονικά χαρακτηριστικά.
O όρος «ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή» είναι ταυτόσημος με τον όρο «τεχνητή γονιμοποίηση» και καταλαμβάνει κάθε περίπτωση κυοφορίας και τεκνοποίησης που επιτυγχάνεται με μεθόδους άλλες πλην της φυσιολογικής ένωσης άνδρα και γυναίκας, όπως ορίζεται στο άρθρο 1455 παρ. 1 εδ. α’ του Αστικού Κώδικα. Πολύ σημαντικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι η παροχή υπηρεσιών ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής προϋποθέτει την κατάρτιση αντίστοιχης σύμβασης ιατρικής αγωγής μεταξύ του ιατρού ή του ιατρικού κέντρου και των προσώπων που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί. Η σύμβαση αυτή είναι καταρχήν σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών, που ρυθμίζεται από το άρθρο 648 επ. του ΑΚ, εκτός αν ο γιατρός έχει εγγυηθεί ειδικώς το αποτέλεσμα της σύλληψης και ενδεχομένως της γέννησης υγιούς τέκνου, οπότε στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη σύμβαση έργου (ΑΚ 681 επ.).
Ειδικότερα, αναφορικά με το επιτρεπτό της ιατρικής υποβοήθησης, το άρθρο 1455 ΑΚ ορίζει ότι επιτρέπεται μόνο: α) για να αντιμετωπίζεται η αδυναμία απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή, β) για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο σοβαρής κληρονομικής ασθένειας. Επιπλέον, αυτή η υποβοήθηση επιτρέπεται μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου, ενώ η ανθρώπινη αναπαραγωγή με τη μέθοδο της κλωνοποίησης και η επιλογή του φύλου του τέκνου απαγορεύονται, εκτός αν πρόκειται να αποφευχθεί σοβαρή κληρονομική νόσος που συνδέεται με το φύλο. Εάν, πάντως, δεν συντρέχουν οι λόγοι αυτοί και διενεργηθεί ΙΥΑ, το τέκνο που θα γεννηθεί θα έχει, παρόλα αυτά, γονείς τα πρόσωπα που υποβλήθηκαν στην παράνομη ΙΥΑ και συναίνεσαν στην εφαρμογή της.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σταθούμε στην πρώτη προϋπόθεση για να επιτραπεί η τεχνητή γονιμοποίηση, βάσει της οποίας αντιλαμβανόμαστε ότι καθιερώνεται η αρχή της προτεραιότητας της φυσικής αναπαραγωγής έναντι της αντίστοιχης τεχνητής, κάτι το οποίο δικαιολογείται και από τις κρατούσες κοινωνικές και ηθικές αντιλήψεις. Οι λόγοι, δηλαδή, για να υποβληθεί κάποιος σε τεχνητή γονιμοποίηση πρέπει να είναι πραγματικοί και παρόντες και η φυσική αδυναμία ενός ατόμου για τεκνοποίηση πρέπει να κρίνεται με βάση τα πορίσματα της ιατρικής επιστήμης. Άρα, άτομα που θεωρούνται «υγιή» δεν μπορούν να προσφύγουν σε μεθόδους ΙΥΑ, δηλαδή, για παράδειγμα, ένας άντρας που πρόκειται να υποβληθεί σε χημειοθεραπεία δύναται να προβεί σε κρυοσυντήρηση σπέρματος για όποτε επιθυμεί να τεκνοποιήσει, αλλά αν εξακολουθεί να είναι γόνιμος, ακόμα και μετά τη θεραπεία, δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το κρυοσυντηρημένο γεννητικό υλικό.
Ενώ, χρήσιμο είναι να γνωρίζει κανείς ότι ο ιατρός που αναλαμβάνει την τέλεση της διαδικασίας, υποχρεούται να αρνηθεί την εφαρμογή μεθόδων ΙΥΑ σε αυτά τα «υγιή» άτομα για τα οποία δεν υφίσταται ιατρική αδυναμία τεκνοποίησης, αλλιώς θα του επιβληθούν διοικητικές και ποινικές κυρώσεις. Βέβαια, η ειδική νομοθεσία για την ΙΥΑ δεν περιέχει ειδικούς κανόνες σχετικά με την αστική ευθύνη του γιατρού ή των Μονάδων ΙΥΑ, όταν παραβιάζουν το συγκεκριμένο λόγο, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις εφαρμόζονται οι γενικές ερμηνευτικές αρχές για τις αστικές συνέπειες μιας παράνομης ιατρικής πράξης, η οποία μπορεί να γεννά υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης για κάθε προκληθείσα ζημία στο ζευγάρι.
Κλείνοντας, είναι σκόπιμο να αναφερθεί ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την έγκυρη εκτέλεση ΙΥΑ είναι η συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να γίνουν γονείς, εφόσον έχουν ενημερωθεί προηγουμένως για την όλη διαδικασία, κατά το άρθρο 1456 ΑΚ. Η συναίνεση αυτή χορηγείται πριν αρχίσει η διαδικασία και απαιτείται για κάθε σχετική ιατρική πράξη, δηλαδή δεν αρκεί η γενική δήλωση: «Επιθυμώ να υποβληθώ σε πρόγραμμα Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής», ενώ μεταγενέστερη έγκριση δεν νομιμοποιεί τη διαδικασία, απλά επιφέρει σε κάθε περίπτωση την ίδρυση συγγένειας με το τέκνο που θα γεννηθεί.
Επομένως, μέσα από αυτή τη σύντομη εισαγωγή στο νομικό καθεστώς της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, βλέπουμε ότι η ελληνική έννομη τάξη τη χειρίζεται με αρκετά φιλελεύθερο και προοδευτικό τρόπο, ενώ την ίδια πορεία ακολουθεί και η νομολογία. Σίγουρα, προκύπτουν διάφορα ειδικά και ηθικά ζητήματα, ειδικά στη σύγχρονη κοινωνία, αλλά αυτά θα τα εξετάσουμε σε επόμενο άρθρο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα – Θεσσαλονίκη, 2014