Της Τζένης Βέργη,
Σαν σήμερα, 3 Μαΐου 2011, έφυγε από τη ζωή ο Θανάσης Βέγγος, αφήνοντας πίσω του ένα αναντικατάστατο κενό. Χιλιάδες χαρακτηρισμοί θα μπορούσαν να πλαισιώσουν τον ηθοποιό Βέγγο, αλλά ακόμα περισσότεροι τον άνθρωπο Θανάση. Αποτέλεσε παράδειγμα καλοσύνης, ενώ τον διέκρινε η θετική του ενέργεια και το έμφυτο ταλέντο του στην υποκριτική.
Γεννήθηκε στις 29 Μαΐου 1927, στον Πειραιά σε μια πολύ εργατική και ταπεινή οικογένεια με στοιχειώδη μόρφωση και σοβαρά βιοποριστικά προβλήματα. Στην πραγματικότητα, δε διέθεταν ούτε τα βασικά που χρειάζεται ένας άνθρωπος για να ζήσει, όπως ηλεκτρικό ρεύμα. Ακόμη και τότε, δε ζήτησαν βοήθεια από κανέναν και προσπάθησαν μόνοι τους να λύσουν τα οικονομικά τους προβλήματα. Κατά την περίοδο της κατοχής, ο πατέρας του συνέβαλε στη διάσωση του εργοστασίου της ΔΕΗ, βάζοντας ένα τέλος στα σχέδια των Γερμανών για την ανατίναξή του. Ο ίδιος, όμως, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων, μιας και δήλωνε «Αριστερός» έχασε τη μετέπειτα δουλειά του στο εργοστάσιο, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στις εργασίες που υπήρχαν στη γειτονιά του.
Ο Θανάσης Βέγγος ήταν βιοπαλαιστής. Αναλάμβανε κάθε είδους δουλειά με απώτερο σκοπό την επιβίωση και τη συντήρηση της οικογένειάς του. Ενδεικτικά, εργάστηκε ως παγοπώλης και επεξεργαστής δερμάτων. Παρόλα αυτά, μέσα από τα συγκεκριμένα επαγγέλματα κατάφερε να διακριθεί και να ξεχωρίσει για το ήθος του. Συγκεκριμένα, βοηθούσε όλους τους ανθρώπους που δεν ήταν σε θέση να κουβαλήσουν τον πάγο μέχρι το σπίτι τους, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά την ανθρωπιά του. Η μοίρα του όμως έμελλε να αλλάξει.
Το 1948, λόγω των πολιτικών πεποιθήσεων του πατέρα του, εξορίστηκε στη Μακρόνησο, όπου «έστελναν» τους κομμουνιστές μετατρέποντας τη ζωή τους σε ένα αληθινό μαρτύριο. Τυχερός στην ατυχία του έμελλε να σταθεί, αφού εκεί είχε την πρώτη του επαφή με τον καλλιτεχνικό χώρο. Αν και «κόπηκε» από τη θεατρική ομάδα της Μακρονήσου, μια νέα γνωριμία αποτέλεσε την αφετηρία της καριέρας του. Τι μπορεί να διέκρινε ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος σε έναν άνθρωπο που διέθετε τη στοιχειώδη μόρφωση; Ίσως όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που στάθηκαν η αιτία για την τότε αποτυχία του στην θεατρική ομάδα της Μακρονήσου. Η υπερκινητικότητά του, ο απλοϊκός χαρακτήρας του, οι συνήθειές του και άλλα έντονα στοιχεία που τον έκαναν να ξεχωρίζει μέσα στο πλήθος. Ήταν ένας λαϊκός άνθρωπος, χωρίς καμία εμπειρία στον συγκεκριμένο χώρο. Δε σπούδασε ποτέ του υποκριτική, ήταν αυτοδίδακτος. Ουσιαστικά, κατά αυτόν τον τρόπο δρούσε και στην καθημερινή του ζωή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι υποδυόταν τον εαυτό του μέσα από τις ταινίες του.
Όσο καιρό βρισκόταν στη Μακρόνησο, ο Κούνδουρος του τόνιζε πώς όταν τελειώσει το μαρτύριό τους εκεί, θα γυρίσει μια ταινία με πρωταγωνιστή εκείνον, τον Θανάση Βέγγο. Έτσι κι έγινε. Η πρώτη εμφάνιση του Βέγγου στον κινηματογράφο ήταν γεγονός! Το 1954 στην ταινία «Μαγική Πόλις» υποδύθηκε έναν λαϊκό άνθρωπο, συμβάλλοντας στα μέγιστα στην επιτυχία της ταινίας. Δεν άργησε να γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό και να ενσαρκώσει κι άλλους ρόλους, μικρούς, τα επόμενα χρόνια. Αξιοσημείωτο είναι πώς ποτέ δεν αντιμετώπισε τη νέα του δουλειά ως ένα μέσο για δημοσιότητα, αλλά ως ένα μεροκάματο, μέσω του οποίου θα μπορούσε να εξασφαλίσει τα προς το ζην στην οικογένειά του.
Μέχρι να καθιερωθεί στην καλλιτεχνική σκηνή, εργάστηκε ως φροντιστής σε πολλές ταινίες ή αλλιώς «το παιδί για τα θελήματα». Εκμεταλλεύτηκε οποιαδήποτε ευκαιρία βρισκόταν στο δρόμο του. Όποτε είχαν ανάγκη για κάποιο μικρό ρόλο, τον ενσάρκωνε ο ίδιος. Μέσα σε ένα χρόνο κατάφερε να παίξει 22 μικρούς ρόλους, δίπλα σε διακεκριμένους ηθοποιούς, οι οποίοι, όμως, εν αντιθέσει με τον Βέγγο είχαν σπουδάσει υποκριτική. Ο Θανάσης Βέγγος κατάφερε μετά από δύο προσπάθειες να πάρει άδεια για άσκηση του επαγγέλματος από την επιτροπή ταλέντων το 1959. Στη δεκαετία του 60, αναγνωρίστηκε στη συνείδηση του κοινού ως κωμικός. Η πρώτη μεγάλη εμφάνισή του ήταν μαζί με τον Νίκο Σταυρίδη στην ταινία «Οι δοσατζήδες» του 1960. Την ίδια περίοδο, συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη καθιερώνοντας, έτσι, τον τύπο του νευρικού και αεικίνητου που δεν άργησε να λατρέψει ο κόσμος. Παρά την αναγνώρισή του από το κοινό, ο Βέγγος δεν ένιωθε ευχαριστημένος για όσα είχε καταφέρει. Εξάλλου, ποτέ δεν κυνήγησε την αυτοπροβολή και τη δημοσιότητα. Το μόνο που ήθελε ήταν να εκφράζεται μέσα από τις ταινίες του και να δείχνει στον κόσμο ποιος πραγματικά είναι.
Το 1964 ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής «ΘΒ – Ταινίες Γέλιου», με σκοπό να δημιουργούνται οι ταινίες όπως ακριβώς τις οραματιζόταν ο ίδιος. Κατά αυτόν τον τρόπο, «πέρασε» στη σκηνοθεσία, γυρίζοντας μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες του: «Φανερός πράκτωρ 000», «Τρελός, παλαβός και Βέγγος», «Ποιος Θανάσης» και πολλές άλλες. Η επιθυμία του ήταν να αντιληφθεί το κοινό την αυθεντικότητά του. Για αυτό σε αρκετές ταινίες του δε χρησιμοποιούσε κασκαντέρ, αλλά κινδύνευε ο ίδιος για να επιτευχθεί το αποτέλεσμα που ήθελε. Όλες του οι στιγμές κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ήθελε να ήταν αληθινές, να μην προσποιείται. Άλλωστε, αυτή τη στάση ζωής ακολουθούσε. Ένας γνήσιος και αληθινός άνθρωπος γεμάτος καλοσύνη. Ένα «κόσμημα» για τον ελληνικό κινηματογράφο και ένα «διαμάντι» για την ανθρωπότητα. Ποτέ δεν φέρθηκε σαν αφεντικό σε κανέναν συνεργάτη του και φρόντιζε να είναι όλοι τους ευχαριστημένοι.
Αυτή η καλοσύνη του στάθηκε η αιτία του κακού για την εταιρία του. Ως καλλιτέχνης έφτασε να έχει τρομερή απήχηση στο κοινό, ως επιχειρηματίας «κατάφερε» να χάσει το σπίτι του στην Κυψέλη. Κήρυξε πτώχευση πέντε χρόνια μετά τη σύσταση της εταιρίας του, ως αποτέλεσμα της προπώλησης μετοχών από την ταινία που ξεπερνούσαν το 100% της πραγματικής αξίας για την κάλυψη αναγκών των γυρισμάτων, καθώς υπήρχαν σκηνές που έφταναν να γυριστούν ως και 30 φορές λόγω της τελειομανίας του Βέγγου, σε μια εποχή που το φιλμ ήταν πανάκριβο και ο μέσος παραγωγός γυρνούσε το πολύ δύο ή τρεις φορές μία σκηνή. Δεν σκέφτηκε ποτέ σαν επιχειρηματίας και λειτουργούσε με αγνότητα και αθωότητα, πράγμα που του κόστισε ακριβά. Ο ίδιος είχε πει: «Η στιγμή που ξεβίδωσα την πινακίδα με το όνομα της εταιρίας από τον τοίχο δεν περιγράφεται, ένιωθα σαν να ξηλώνω τα όνειρά μου, όλα».
Στη δεκαετία του ’70, συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη και το 1971, στο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης απέσπασε το πρώτο βραβείο ανδρικού ρόλου με την ταινία «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;». Διοργανώθηκαν αρκετές εκδηλώσεις προς τιμήν του και εκείνος, πάντα, όταν έφτανε η στιγμή να μιλήσει ήταν αμήχανος και σεμνός. Απέφευγε να μιλάει δημόσια, προτιμούσε να εκφράζεται μέσα από τις ταινίες του. Όταν πια ο κινηματογράφος άρχισε να χάνει την αίγλη του περίπου το 1980, στράφηκε στην τηλεόραση δημιουργώντας τα «Bεγγαλικά». Προσπάθησε, έτσι, να συνεχίσει την επαφή του με τον κόσμο ακολουθώντας τη μόδα της εποχής. Στα μέσα του 90, συνεργάζεται με τον σκηνοθέτη Γιώργο Μιχαηλίδη και ερμηνεύει για πρώτη φορά στην Επίδαυρο, Αριστοφάνη. Στα πιο πρόσφατα χρόνια, ο Βέγγος είχε μικρούς ρόλους και σε ταινίες του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, δίνοντας πάντα ειλικρινέστατες και αφοπλιστικές ερμηνείες.
Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ανθρώπους της εποχής του και εξαίρετος καλλιτέχνης. Άλλωστε, το κοινό τον λάτρεψε για την αυθεντικότητά του, γιατί στις ταινίες του έβλεπε έναν απλό άνθρωπο της διπλανής πόρτας να «τρέχει» για ένα μεροκάματο, κάτι που δεν απείχε πολύ από την πραγματικότητα. Διακρίθηκε για το ήθος του, την ταπεινότητά του, το ταλέντο του και τη χαρά που μετέδιδε σε εκατομμύρια Έλληνες. Κάποτε, τον ρώτησαν τι σημαίνει για εκείνον ευτυχία, απάντησε τότε ο Θανάσης Βέγγος: «Έπρεπε να γεράσω αγόρι μου για να μάθω τι είναι ευτυχία. Τελικά ευτυχία είναι ένα ζευγάρι χέρια, δύο χέρια. Αυτά που θα σε αγκαλιάσουν, θα σε κρατήσουν, θα σε κοιμίσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια. Τα πολλά χέρια απλά σε κατσιάζουν, χάσιμο χρόνου. Θα το δεις κι εσύ όσο μεγαλώνεις». Μπορεί να εκφραζόταν με απλό τρόπο, αλλά τα μηνύματα που περνούσε στον κόσμο ήταν γεμάτα νόημα. Για την απλότητα που τον διέκρινε, ο Θανάσης Βέγγος έμεινε στην ιστορία. Μπορεί εκείνος να μη ζει πια, όμως τα έργα του και η παρακαταθήκη που άφησε έχουν περάσει στην αιωνιότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Θανάσης Βέγγος, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Θανάσης Βέγγος. Πτώχευσε και έχασε το σπίτι του, επειδή τον «έπνιξαν» οι δανειστές και η εφορία. Ποιος τον έσωσε από την καταστροφή, mixanitouxronou.gr, διαθέσιμο εδώ.
- «Με αγάπησαν 4 εκατομμύρια άνθρωποι και με μίσησαν τρεις»: Ο Θανάσης Βέγγος μέσα από δύο σπάνιες συνεντεύξεις του, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ.