Της Ελένης – Μαρίας Παναγή,
Τη σημερινή εποχή, η σπουδαιότητα που έχει ο τραπεζικός τομέας για την οικονομία, καθώς και οι μεγάλες διαστάσεις που έχει προσλάβει, αποδεικνύονται από το ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών διατηρεί κάποιον τραπεζικό λογαριασμό σε πιστωτικό ίδρυμα.
Ο τραπεζικός λογαριασμός είναι η λογιστική απεικόνιση των συναλλαγών του πελάτη με το πιστωτικό ίδρυμα με τη μορφή χρεωστικών και πιστωτικών κονδυλίων σε χρονολογική σειρά. Από νομική άποψη, ο τραπεζικός λογαριασμός «ανοίγεται», εφόσον συναφθεί σύμβαση λογαριασμού μεταξύ του πελάτη και του πιστωτικού ιδρύματος, στο πλαίσιο της οποίας τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι οι μεταξύ τους συναλλαγές, εντασσόμενες σε διαφορετικό κάθε φορά νομικό «κάδρο», θα απεικονίζονται με την παραπάνω μορφή. Πρόκειται, συνεπώς, για μια παρεπόμενη σύμβαση, καθώς αποτελεί το «δεκανίκι» μιας άλλης ήδη συναφθείσας κύριας τραπεζικής σύμβασης. Όταν ο πελάτης προβαίνει, παραδείγματος χάριν, στη λήψη ενός στεγαστικού δανείου, το ποσό του δανείου αυτού καταγράφεται στον αντίστοιχο δανειακό λογαριασμό ως χρεωστικό κονδύλι, δηλαδή ως χρέος που οφείλει στην τράπεζα δεδομένου του ότι αυτή τον πιστώνει (δανείζει). Όταν οι πιστώσεις υπερβαίνουν τις χρεώσεις, δημιουργείται ένα υπόλοιπο υπέρ του πελάτη ως προς το οποίο αυτός είναι δανειστής της τράπεζας, ενώ στην αντίστροφη περίπτωση, υπερίσχυσης δηλαδή των χρεώσεων, το υπόλοιπο συνιστά οφειλή του πελάτη προς την τράπεζα.
Σε περίπτωση εγγραφής αναληθών στοιχείων στα χρεωπιστωτικά κονδύλια, αναγομένων σε υπαιτιότητα υπαλλήλου του πιστωτικού ιδρύματος, την ευθύνη για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο πελάτης, λόγου του ότι αναγράφηκε, για παράδειγμα, στον λογαριασμό του ένα μεγαλύτερο ποσό χρέωσης, φέρει το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα, εκτός αν ο πελάτης γνωρίζοντας το σφάλμα δεν ενημέρωσε εγκαίρως τη τράπεζα, οπότε ενόψει της καλής πίστης (ΑΚ 281) δεν δικαιούται αποζημίωση. Αν όμως η ζημία προκλήθηκε στο πιστωτικό ίδρυμα, τότε η Τράπεζα πρέπει να ειδοποιήσει οπωσδήποτε τον πελάτη, για να προβεί σε διόρθωση του σφάλματος (αντιλογισμός). Πάντως, το πιστωτικό ίδρυμα, στα πλαίσια της ιδιαίτερης διαρκούς σχέσης που αναπτύσσει με τον πελάτη, βαρύνεται με την υποχρέωση ενημέρωσής του για την συνολική κίνηση του λογαριασμού του, δηλαδή για τις συντελεσμένες αναλήψεις και καταθέσεις, μέσω της αποστολής αντιγράφου της κίνησης αυτού ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Όπως αναφέρθηκε ήδη, οι «πρωταγωνιστές» αυτής της σύμβασης είναι το πιστωτικό ίδρυμα και ο πελάτης ή, για να μιλήσουμε με όρους τραπεζικού δικαίου, ο λεγόμενος δικαιούχος. Ειδικότερα, δικαιούχος μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε φυσικό είτε νομικό, που μπορεί να διαθέσει την αναγραφόμενη στον λογαριασμό απαίτηση και στο όνομα του οποίου έχει γίνει το άνοιγμα του λογαριασμού. Το πρόσωπο αυτό είτε οφείλει το ποσό του χρεωστικού κονδυλίου που αναγράφεται στον λογαριασμό είτε είναι ο δανειστής της αναγραφόμενης απαίτησης. Αξιοσημείωτο είναι πως ο αριθμός λογαριασμού δεν συνιστά επαρκές νομιμοποιητικό στοιχείο του δικαιούχου. Πάντως, η πραγματικότητα βρίθει περιπτώσεων στις οποίες άλλο πρόσωπο υπογράφει τη σύμβαση ανοίγματος τραπεζικού λογαριασμού και άλλο πρόσωπο έχει την εξουσία διάθεσης της εγγραφείσας απαίτησης. Στην περίπτωση των ανηλίκων τέκνων, αυτά μπορούν να ανοίξουν λογαριασμό μόνο με τη σύμπραξη των νόμιμων αντιπροσώπων τους, όπως είναι χαρακτηριστικά οι γονείς τους στα πλαίσια της γονικής μέριμνας (ΑΚ 1510). Αν τυχόν αποβιώσει ο δικαιούχος, τότε στη θέση του υπεισέρχονται οι κληρονόμοι του.
Στο σύγχρονο τραπεζικό σύστημα απαντώνται διάφορα είδη τραπεζικών λογαριασμών. Η πρώτη διάκριση που μπορεί να σημειωθεί είναι αυτή σε δανειακό και σε καταθετικό. Ο πρώτος είναι εκείνος που ανοίχθηκε με σκοπό να εξυπηρετήσει μια συναφθείσα μεταξύ των μερών σύμβαση δανείου, ενώ ο δεύτερος μια σύμβαση τραπεζικής κατάθεσης. Κυριότερα είδη του δεύτερου είναι ο τρεχούμενος λογαριασμός φυσικών προσώπων (έντοκος) που εξυπηρετεί αστικές συναλλαγές, ο λογαριασμός απλού ταμιευτηρίου (έντοκος), οι καταθέσεις όψεως που είναι άτοκες με δυνατότητα οποτεδήποτε ανάληψης και, τέλος, οι προθεσμιακές καταθέσεις που είναι έντοκες με δυνατότητα ανάληψης στον συμφωνηθέντα χρόνο.
Μια δεύτερη διάκριση είναι εκείνη σε ατομικό και κοινό. Ατομικός είναι ο λογαριασμός που ανοίγεται υπέρ ενός φυσικού ή νομικού προσώπου (δικαιούχου), ενώ ο κοινός (καταθετικός) λογαριασμός, είναι εκείνος στον οποίο η κατάθεση έχει γίνει στο όνομα δύο ή περισσοτέρων προσώπων. Ο τελευταίος διαιρείται με τη σειρά του σε δύο υποκατηγορίες: τον διαζευκτικό, όπου ο καθένας από τους συνδικαιούχους μπορεί να κάνει χρήση του λογαριασμού οποτεδήποτε θελήσει χωρίς να λάβει τη συγκατάθεση του άλλου (Αρ. 1 Ν. 5638/1932), και τον συμπλεκτικό ή αδιαίρετο στο πλαίσιο του οποίου απαιτείται σύμπραξη μεταξύ των συνδικαιούχων για τη χρήση του.
Μια ακόμη κατηγορία λογαριασμού είναι ο λεγόμενος καταπιστευτικός, στον οποίο ο τυπικός δικαιούχος δεν συμπίπτει με τον ουσιαστικό. Αυτό συμβαίνει σε περίπτωση λογαριασμού, ο οποίος απεικονίζει μεν τις χρεοπιστώσεις μιας εταιρίας (ουσιαστικός δικαιούχος), ενώ το άνοιγμά του έχει γίνει στο όνομα ενός εκ των διαχειριστών της (τυπικός δικαιούχος). Τυχόν απαιτήσεις της τράπεζας στρέφονται έναντι του ουσιαστικού δικαιούχου. Τελευταίο είδος λογαριασμού, εξίσου συχνό στην πράξη, είναι ο αλληλόχρεος λογαριασμός, στο πλαίσιο του οποίου δύο μέρη έχουν συμφωνήσει ότι οι απαιτήσεις και οι καταβολές που προκύπτουν από τη μεταξύ τους βασική συναλλακτική σχέση θα εισάγονται αμοιβαία, βέβαιες και εκκαθαρισμένες, στον λογαριασμό, ώστε απαιτητό να είναι το κατάλοιπο που προκύπτει μετά τον συμψηφισμό των εκατέρωθεν απαιτήσεων κατά το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού και όχι μεμονωμένα αυτές οι απαιτήσεις.
Χρειάζεται, τέλος, να τονισθεί ότι κατά πάγια τραπεζική πρακτική κάθε πελάτης διατηρεί στην τράπεζα τόσους λογαριασμούς, οποιουδήποτε εκ των προαναφερομένων ειδών, όσες είναι και οι τραπεζικές συμβάσεις που συνάπτει. Πάντως, η τράπεζα δύσκολα αρνείται το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού ενόψει της σχέσης εμπιστοσύνης που τη συνδέει με τον πελάτη, εκτός βέβαια αν διατηρεί αμφιβολίες για τη φερεγγυότητά του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Στοιχεία τραπεζικού δικαίου (3η αναθεωρημένη έκδοση) – Δημόσιο Τραπεζικό Δίκαιο: Το δίκαιο της πρόληψης και διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων Χρήστος Βλ. Γκόρτσος / Ιδιωτικό Τραπεζικό Δίκαιο: Το δίκαιο των τραπεζικών συμβάσεων Νικόλαος Κ. Ρόκας – Αλεξάνδρα Π. Μικρουλέα – Χριστίνα Κ. Λιβαδά, Νομική Βιβλιοθήκη – Aθήνα (2016)
- Ευρετήριο Οικονομικών Όρων – Οικονομικό λεξικό με ορισμούς, διεθέσιμο εδώ