15.2 C
Athens
Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΕξωσωματική γονιμοποίηση: Μια δεύτερη ευκαιρία

Εξωσωματική γονιμοποίηση: Μια δεύτερη ευκαιρία


Της Κατερίνας Μπουμπούλη,

Anne McLaren. Το όνομα της γυναίκας που με τα ευρήματά της στην αναπτυξιακή βιολογία έθεσε τα θεμέλια για την ανάπτυξη της εξωσωματικής γονιμοποίησης, μιας μεθόδου που έδωσε σε πολλούς ανθρώπους την ευκαιρία να γίνουν γονείς. Η εξωσωματική γονιμοποίηση θεωρείται η αποτελεσματικότερη μορφή υποβοηθούμενης αναπαραγωγικής τεχνολογίας, προσφέροντας τη δυνατότητα σύλληψης σε περιπτώσεις υπογονιμότητας ή  κληρονομικότητας γενετικών ασθενειών. Κατά την πραγματοποίησή της, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ωάρια και σπερματοζωάρια του ζευγαριού ή κάποιου δότη/δότριας.

Πηγή εικόνας: GoodStudio/Shutterstock.com μέσω news-medical.net

Καλείται, αλλιώς, και in vitro γονιμοποίηση (IVF – In Vitro Fertilization), δηλαδή γονιμοποίηση στο εργαστήριο. Ουσιαστικά, η διαδικασία περιλαμβάνει τη λήψη ώριμων ωαρίων από τις ωοθήκες της γυναίκας και την γονιμοποίησή τους με σπερματοζωάριο σε κυλινδρικά πιάτα, γνωστά ως τρυβλία Petri, στο εργαστήριο, μια διεργασία που φυσιολογικά συμβαίνει εντός των σαλπίγγων. Στη συνέχεια, το έμβρυο ή τα έμβρυα μεταφέρονται στη μήτρα, όπου, εάν εμφυτευτούν, προκύπτει η εγκυμοσύνη.

Προετοιμαζόμενοι για την IVF, τόσο ο άντρας όσο και η γυναίκα θα υποβληθούν σε μια σειρά εξετάσεων. Όσον αφορά τη γυναίκα, με τη δοκιμή αποθεματικού των ωοθηκών, μετρώντας δηλαδή τα επίπεδα της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), της οιστραδιόλης και της αντιμυλλέριου ορμόνης στο αίμα στην αρχή του εμμηνορρυσιακού κύκλου, μπορεί να προσδιοριστεί η ποιότητα και η ποσότητα των ωαρίων. Η εξέταση μπορεί να συνοδευτεί και από υπερηχογράφημα των ωοθηκών. Συμπληρωματικά, πρέπει να πραγματοποιηθεί και έλεγχος του ενδομήτριου, δηλαδή της εσωτερικής επένδυσης της μήτρας, είτε με ηχοϋστερογραφία, κατά την οποία εγχύεται υγρό μέσω του τραχήλου και με τη βοήθεια υπερήχων απεικονίζεται η κοιλότητα της μήτρας είτε με υστεροσκόπηση, που εισάγεται ένα λεπτό, εύκαμπτο τηλεσκόπιο μέσω του κόλπου και του τραχήλου στην μήτρα. Παρομοίως, και ο άντρας πρέπει να υποβληθεί σε σπερμοδιάγραμμα, δηλαδή ανάλυση του σπέρματός του. Τέλος, και οι δύο πρέπει να ελεγχθούν για μολυσματικές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένου του Ιού της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας (HIV).

Το επόμενο στάδιο της διαδικασίας είναι η επαγωγή της ωορρηξίας, προκειμένου να ωριμάσουν πάνω από ένα ωάρια, καθώς η γονιμοποίηση κάποιων στο εργαστήριο μπορεί να είναι ανεπιτυχής ή η μετέπειτα ανάπτυξη των εμβρύων να μην είναι φυσιολογική. Η διέγερση των ωοθηκών επάγεται με την έγχυση φαρμάκου που περιέχει θυλακιοτρόπο ή/και ωχρινοτρόπο ορμόνη, ενώ η ωρίμανση των ωοκυττάρων επιτυγχάνεται με τη χορήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (HCG). Μια με δύο βδομάδες μετά την επαγωγή της ωορρηξίας πραγματοποιείται η ωοληψία. Για τον ακριβή καθορισμό της σωστής χρονικής στιγμής που θα ληφθούν τα ωοκύτταρα, ο γιατρός διενεργεί κολπικό υπέρηχο, ώστε να ελέγξει την ανάπτυξη των ωοθυλακίων μέσα στα οποία ωριμάζουν τα ωοκύτταρα, ή αιματολογική εξέταση, ώστε να προσδιοριστούν τα επίπεδα των οιστρογόνων, που πρέπει να είναι υψηλά λόγω της ωρίμανσης, και της προγεστερόνης, που πρέπει να είναι χαμηλά, επειδή δεν έχει επέλθει η ωορρηξία.

Πηγή εικόνας: drvasilopoulos.com

Η ωοληψία, δηλαδή η λήψη των ωοκυττάρων από τις ωοθήκες, διενεργείται πριν την ωορρηξία και 34-36 ώρες μετά τη χορήγηση της ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης. Η διαδικασία περιλαμβάνει την εισαγωγή υπερηχογράφου διακολπικά, στον οποίο είναι προσαρμοσμένη μια βελόνα με αναρροφητική συσκευή. Με αυτόν τον τρόπο, ανιχνεύονται τα ωοθυλάκια και συλλέγεται το υγρό που περιέχουν εσωτερικά. Έτσι, μπορεί να απομονωθεί σε είκοσι μόλις λεπτά πλήθος ωοκυττάρων. Στη συνέχεια, αυτά που έχουν ωριμάσει μεταφέρονται σε θρεπτικό υλικό, όπου και επωάζονται. Σε αντιδιαστολή με τα ωοκύτταρα, η απομόνωση των σπερματοζωαρίων γίνεται στο εργαστήριο από τα σπερματικά υγρά του άντρα.

Αφού ολοκληρωθούν οι παραπάνω διαδικασίες επιτυχώς, ακολουθεί το στάδιο της γονιμοποίησης. Αυτή μπορεί να γίνει συμβατικά, δηλαδή με ολονύχτια επώαση ώριμων ωοκυττάρων με υγιή αυγά ή με ενδοκυτταροπλασματική ένεση σπέρματος (ICSI), δηλαδή εμβολιάζοντας ένα σπερματοζωάριο απευθείας σε ένα ώριμο ωοκύτταρο. Η δεύτερη μέθοδος είναι πιο διαδεδομένη σε περιπτώσεις χαμηλής ποιότητας ή ποσότητας του σπέρματος.

Σε κάποιες περιπτώσεις κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω μεταχείριση του εμβρύου, προτού μεταφερθεί στο σώμα της γυναίκας. Η υποβοηθούμενη εκκόλαψη είναι μια τεχνική που εφαρμόζεται σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, με πολλαπλές αποτυχημένες εξωσωματικές γονιμοποιήσεις ή σε έμβρυα/ωάρια που έχουν καταψυχθεί. Φυσιολογικά, το έμβρυο πέντε με έξι μέρες μετά τη γονιμοποίηση διαβρώνει τη μεμβράνη, που το περιβάλλει, δηλαδή την zona pellucida, προκειμένου να εμφυτευθεί στο ενδομήτριο. Ωστόσο, όταν παρατηρείται δυσκολία στη διαδικασία αυτή, όπως στις παραπάνω περιπτώσεις, ο εμβρυολόγος δημιουργεί μια τρύπα στη μεμβράνη, με αποτέλεσμα να διευκολύνει την εγκατάσταση του εμβρύου στην κοιλότητα της μήτρας. Επίσης, πιθανή είναι και η διενέργεια προεμφυτευτικού γενετικού ελέγχου, προκειμένου να διαπιστωθεί μια συγκεκριμένη γενετική ασθένεια ή λανθασμένος αριθμός χρωμοσωμάτων. Τα έμβρυα επωάζονται για πέντε με έξι μέρες, μέχρι να φτάσουν δηλαδή στο στάδιο που μπορεί να γίνει απομόνωση και έλεγχος κυττάρων. Εάν δεν διαπιστωθεί κάποια ανωμαλία, μπορεί να πραγματοποιηθεί η μεταφορά τους στη μήτρα. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως ο προεμφυτευτικός έλεγχος δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον προγεννητικό.

Για τη μεταφορά και εμφύτευση των εμβρύων στη μήτρα χρησιμοποιείται ένας καθετήρας, που τοποθετείται μέσω του κόλπου στη μήτρα. Αυτός συνδέεται στην άκρη του με μια σύριγγα, η οποία περιέχει εναιώρημα εμβρύων, και θα τα μεταφέρει στη μήτρα. Η μεταφορά λαμβάνει χώρα δύο με τρεις μέρες μετά την απομόνωση του ωοκυττάρου, ενώ η εμφύτευση του εμβρύου γίνεται εντός δέκα ημερών.

Πηγή εικόνας: eggdonors.asia

Πριν προχωρήσει ένα ζευγάρι σε εξωσωματική γονιμοποίηση, θα πρέπει να ενημερωθεί για τους πιθανούς κινδύνους. Αρχικά, εφόσον μεταφέρονται παραπάνω από ένα έμβρυα στη μήτρα για εμφύτευση, υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να προκύψει πολλαπλή κύηση. Εγκυμοσύνες με πολλαπλά έμβρυα παρουσιάζουν μεγαλύτερες πιθανότητες πρόωρου τοκετού και μειωμένου σωματικού βάρους του παιδιού συγκριτικά με μονές κυήσεις. Επίσης, εξαιτίας των φαρμάκων που λαμβάνει η γυναίκα για την ωρίμανση παραπάνω του ενός ωαρίου αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης του συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών. Ωστόσο, τα συμπτώματα υποχωρούν εντός λίγων εβδομάδων και περιλαμβάνουν κοιλιακό πόνο, ναυτία και διάρροια. Ταυτόχρονα, 2-5% των εμβρύων εμφυτεύονται εξωτερικά της μήτρας, καταλήγοντας σε εξωμήτρια κύηση. Παρόλα αυτά η IVF δεν σχετίζεται σε καμία περίπτωση με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης οποιασδήποτε μορφής καρκίνου, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από έρευνες, ενώ τα ποσοστά αποβολής των εμβρύων παραμένουν τα ίδια είτε η σύλληψη έγινε φυσιολογικά είτε με την βοήθεια εξωσωματικής.

Συνεπώς, η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης διαφέρει και προσαρμόζεται σε κάθε γυναίκα. Για τον λόγο αυτό θεωρείται καθοριστικής σημασίας η σωστή επιλογή του γυναικολόγου, ο οποίος θα συμβουλεύει και θα καθοδηγεί το ζευγάρι. Η εξέλιξη της συγκεκριμένης μεθόδου, λοιπόν, δίνει καθημερινά, εδώ και αρκετές δεκαετίες την ευκαιρία σε γυναίκες και άντρες που το επιθυμούν να γίνουν γονείς, «γεννώντας» τους την ελπίδα για ένα μέλλον όπως το φαντάστηκαν.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • In vitro fertilization (IVF), MAYO CLINIC, διαθέσιμο εδώ
  • Ωοληψία, ΚΑΠΕΤΑΝΆΚΗΣ, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Μπουμπούλη
Κατερίνα Μπουμπούλη
Γεννήθηκε το 2000 στο Αγρίνιο και μεγάλωσε στην Καβάλα. Σπουδάζει στο Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και θέλει να ασχοληθεί με τον τομέα της Ανοσοβιολογίας. Έχει συμμετάσχει σε εθελοντικά προγράμματα, ενώ γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά.