Του Νικόλαου Τσελέντη,
Ευρωσκεπτικισμός. Μία έννοια που χρησιμοποιείται κατά κόρον για να καταδείξει την εναντίωση, την αμφιβολία ή την επιφύλαξη προς το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Μάλιστα, ο όρος αυτός είθισται να συνδέεται άμεσα με τα κόμματα της ακροδεξιάς, τα οποία, όντας φύσει εθνικιστικά, αντιτίθενται σε κάθε μορφή πολιτικής που ισοδυναμεί με παραχώρηση της κρατικής κυριαρχίας. Όμως, τούτο δεν σημαίνει πως όλα τα ακροδεξιά κόμματα υιοθετούν μία αμιγώς απορριπτική στάση προς την Ένωση, αλλά διαμορφώνουν την πολιτική τους ατζέντα με βάση ορισμένα κριτήρια. Έτσι, στο παρόν βιβλίο της κα. Σοφίας Βασιλοπούλου, με τίτλο «Ακροδεξιά Κόμματα και Ευρωσκεπτικισμός», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο, ξεδιπλώνεται η πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζει τη σχέση της ακροδεξιάς με την Ε.Ε.
Το πρώτο κεφάλαιο αποτελεί μία εισαγωγή στο περιεχόμενο του βιβλίου, επεξηγώντας τους λόγους που τα κόμματα μίας «οικογένειας» μπορούν να διαφέρουν σημαντικά ως προς τη χάραξη της εξωτερικής τους πολιτικής, απευθυνόμενα λιγότερο ή περισσότερο στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η εισαγωγή αυτή δένει ομοιόμορφα με το επόμενο κεφάλαιο, στο οποίο επιχειρείται η αποσαφήνιση του όρου «Ευρωσκεπτικισμός» και ο διαχωρισμός των ακροδεξιών κομμάτων σε τρία πρότυπα, βάσει της θέσης τους προς την Ευρώπη. Η προσπάθεια κατανομής τους σε ορισμένα πρότυπα, αν και ιδιαιτέρως δύσκολη, όχι μόνον επιτυγχάνεται αριστοτεχνικά λόγω γραφής, αλλά γίνεται κατανοητή στον αναγνώστη μέσω των πολυάριθμων πινάκων, που παραθέτουν στοιχεία δημοσκοπήσεων.
Στη συνέχεια, το τρίτο κεφάλαιο υπεισέρχεται στην απόδοση των κοινών συνισταμένων των ακροδεξιών κομμάτων, όπως είναι η εθνικιστική ιδεολογία, ο αυταρχισμός της κοινωνίας και η ισχυρή ηγεσία, και στη μετέπειτα διαφοροποίησή τους, λαμβάνοντας υπόψη τόσο ιδεολογικές όσο και στρατηγικές παραμέτρους. Αυτομάτως, δημιουργούνται τρία μοντέλα ακροδεξιών κομμάτων, τα οποία φαίνεται πως δεν συμβαδίζουν στις απόψεις τους περί Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς διενεργούν σε τελείως ξεχωριστά εθνικά πλαίσια. Η σύγκριση των ανωτέρω μοντέλων προσεγγίζεται τόσο θεωρητικά όσο και πραγματιστικά, αφού για καθένα από αυτά η καθηγήτρια Βασιλοπούλου καταγράφει συγκεκριμένα κομματικά παραδείγματα.
Κατά συνέπεια, τα επόμενα τρία κεφάλαια (το τέταρτο μέχρι και το έκτο) αναλύουν διεξοδικά τα μοντέλα, μέσω τριών πολύ γνωστών κομμάτων στην εγχώρια και διεθνή πολιτική σκηνή. Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται οι περιπτώσεις του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, επονομαζόμενο ως Εθνικός Συναγερμός πλέον, του Λαϊκού Ορθόδοξου Συνασπισμού της Ελλάδος (ΛΑΟΣ) και της Ιταλικής Εθνικής Συμμαχίας. Αξίζει να σημειωθεί πως πρόκειται μεν για αδιαμφισβήτητα ακροδεξιά κόμματα, τα οποία όμως παρουσιάζουν εγγενείς διαφορές στη συμμετοχή τους στην εθνική πολιτική, άλλοτε ως παραγκωνισμένες αντιπολιτευτικές δυνάμεις κι άλλοτε πάλι ως μετέχοντες στις κυβερνήσεις συνασπισμού της χώρας τους.
Στο έβδομο και τελευταίο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου, υλοποιείται το συμπέρασμα όλων των προηγουμένων ενοτήτων, διαπιστώνοντας πως η ακροδεξιά έχει έρθει για να μείνει στην Ευρώπη, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία της Ένωσης να ανταπεξέλθει στους αναδυόμενους σκοπέλους, που δεν είναι άλλοι από την οικονομική και τη μεταναστευτική κρίση. Ωστόσο, αποδεικνύεται ότι, παρά την ενισχυμένη τους αποδοχή στο ευρύ κοινό, τα ακροδεξιά κόμματα φαίνεται να εγκαταλείπουν τον ακραίο Ευρωσκεπτικισμό καθαυτό, αποβλέποντας σε μία μορφή χαμηλότερης συνεργασίας εντός της Ένωσης. Προς επίρρωση του τελευταίου επιχειρήματος, μάλιστα, το πόνημα τελειώνει με την συγγραφή ενός επιμέτρου, που εν τοις πράγμασι αποτελεί μία αποτίμηση των πιο πρόσφατων ευρωεκλογών του 2019.
Συνοψίζοντας, η κα. Σοφία Βασιλοπούλου κατορθώνει να παρουσιάσει ένα φλέγον ζήτημα των σύγχρονων ημερών με απόλυτη σαφήνεια και ακρίβεια, δίχως να παραλείπει επεξηγήσεις που συμβάλλουν στη μελέτη του βιβλίου από έναν οποιοδήποτε αναγνώστη. Οι κομματικές περιπτώσεις, ιδίως του ΛΑΟΣ, ο οποίος εμφανίστηκε σε μία κατεξοχήν φιλοευρωπαϊκή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα, διεγείρουν το ενδιαφέρον μας για το φαινόμενο της ανάδυσης όλων και περισσότερων φασιστικών κομμάτων κατά μήκος της Γηραιάς Ηπείρου. Το πλούσιο εμπειρικό υλικό κρίνεται ως κάτι παραπάνω από αναγκαίο και η τεκμηρίωση των ειρημένων υπογραμμίζει την ακραιφνή στάση της καθηγήτριας, καθιστώντας απαραίτητη τη διάδοση του έργου της στους δύσκολους καιρούς της εποχής μας, έχοντας υπάρξει μάρτυρες της μεγαλύτερης έκφρασης Ευρωσκεπτικισμού, με την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αναμφίβολα, λοιπόν, φαίνεται ότι το «Ακροδεξιά Κόμματα και Ευρωσκεπτικισμός» είναι ένα “must read” βιβλίο για όλους εκείνους που ασχολούνται με την πολιτική επιστήμη. Παράλληλα, όμως, είναι και ένα ανάγνωσμα που δε θα απογοητεύσει όποιον απλώς επιθυμεί να κατανοήσει τα γεγονότα που συντελούνται στη χώρα μας, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση συλλήβδην. Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί˙ το προτείνουμε ανεπιφύλαχτα!