Της Μαρίας – Ελένης Καποτά,
Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενός ιδιαίτερα καθοριστικού ιστορικού γεγονότος, η Γερμανία, μια χώρα η οποία συμμετείχε στον πόλεμο και ηττήθηκε, παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα. Παρ’ όλα τα σοβαρά οικονομικά, αλλά και πολιτικά ζητήματα που υπομένει, η κινηματογραφική της παραγωγή όχι μόνο δεν σταματά να λειτουργεί, αλλά ανθίζει από το 1919 έως το 1933. Στη γενικότερη ανάπτυξη του εγχώριου κινηματογράφου βοήθησε η ίδια η γερμανική κυβέρνηση, η οποία, ήδη πριν από τη λήξη του πολέμου, απαγόρευσε την έλευση ξένων ταινιών στη Γερμανία, ενώ το 1917 συσπειρώνει την κινηματογραφική παραγωγή της χώρας στο κινηματογραφικό στούντιο Universum Film Aktiengesellschaft (UFA). Οι ταινίες της UFA ακολουθούν, κατά κύριο λόγο, ένα κίνημα το οποίο δεν συναντάται μονάχα στον κινηματογράφο, αλλά και σε άλλες τέχνες. Πρόκειται για το κίνημα του γερμανικού εξπρεσιονισμού.
Στον κινηματογράφο, οι ταινίες του γερμανικού εξπρεσιονισμού θα λέγαμε πως χωρίζονται σε συγκεκριμένα είδη αναλόγως το περιεχόμενό τους. Ωστόσο, οι ταινίες αυτές χαρακτηρίζονται από κάποιες σταθερές ιδιότητες. Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός δίνει μεγάλη έμφαση στο πώς στήνονται τα σκηνικά, οι ήρωες και οτιδήποτε βλέπει εντός του πλάνου ο θεατής. Αυτό σημαίνει πως όχι μόνο το ίδιο το παίξιμο του ήρωα έχει σημασία, αλλά τα σκηνικά, ο φωτισμός και οτιδήποτε άλλο υπάρχει στο κινηματογραφικό κάδρο αποτελεί προέκταση των κινήσεων και της εκφραστικότητας του χαρακτήρα. Εκτός από την επικράτηση πολυσύνθετων ηρώων, παρατηρείται, λοιπόν, και η χρήση ενός σκηνικού κόσμου ο οποίος δεν αποδίδεται ρεαλιστικά, αλλά υποκειμενικά. Ιδιαίτερα τα σκηνικά αποτελούν απόρροια συνεργασίας των Γερμανών κινηματογραφιστών με τους σκηνογράφους της εποχής εντός των στούντιο έτσι ώστε και ο φωτισμός να αποδίδει μαζί με όλα τα υπόλοιπα τον ψυχισμό των χαρακτήρων. Ακόμη, σε αντίθεση με τις ταινίες του γαλλικού ιμπρεσιονισμού, οι ταινίες του γερμανικού εξπρεσιονισμού χαρακτηρίζονται από αργό ρυθμό έτσι ώστε να δίνεται έμφαση στο περιεχόμενο του κινηματογραφικού κάδρου. Ακόμη, χαρακτηρίζονται από τη λεγόμενη «εγκιβωτισμένη ιστορία», δηλαδή μια ιστορία μέσα σε μια άλλη.
Ιδιαίτερα έντονα τα στοιχεία αυτά είναι στις λεγόμενες φανταστικές ταινίες του γερμανικού εξπρεσιονισμού, με ορόσημο του είδους αυτού την Das Cabinet des Dr. Caligari (To εργαστήρι του Δρος Καλιγκάρι), που έκανε πρεμιέρα το 1920. Στις ταινίες αυτές οι πρωταγωνιστές είναι συνήθως κακόβουλοι άνθρωποι με υπεράνθρωπες δυνάμεις. Εκτός από αυτούς, κεντρικοί ήρωες μπορεί να είναι επίσης ανθρωπόμορφα τέρατα. Οι εγκληματικές, μακάβριες ενέργειες αυτών των όντων ή των υποχείριών τους, που μπορεί να είναι ρομπότ, κούκλες κ.ά., είναι επίσης χαρακτηριστικό των ταινιών αυτών.
Όσον αφορά το παίξιμο των ηθοποιών, μην ξεχνάμε πως πρόκειται για ταινίες του βωβού κινηματογράφου, στις οποίες είναι σύνηθες φαινόμενο οι ηθοποιοί να έχουν πιο έντονες εκφράσεις. Ωστόσο, στις ταινίες αυτές οι εκφράσεις των ηθοποιών θυμίζουν εξπρεσιονιστικό θέατρο, ενώ οι κινήσεις του σώματος είναι σπασμωδικές για να ταιριάζουν με την ατμόσφαιρα του έργου και τα σκηνικά. Όσον αφορά τα τελευταία, είναι και εκείνα εξπρεσιονιστικά, με μυτερές γωνίες, αφύσικους όγκους και άνισα σε μέγεθος, σε ένα φανταστικό, μακρινό περιβάλλον. Τα σκηνικά αυτά, ακόμα κι αν ανήκουν στο εξωτερικό περιβάλλον, είναι ζωγραφισμένα. Ακόμη, μεγάλο ρόλο παίζει και η χρήση των σκιών και του φωτισμού από μπροστά και από τα πλάγια. Παράλληλα, ο χρόνος είναι είτε παρελθοντικός, όπως στην ταινία-θρίλερ με βαμπίρ Nosferatu, eine Symphonie des Grauens (1922), είτε μελλοντικός, όπως στην sci-fi ταινία Metropolis (1927).
Παρακολουθώντας κάποιες από τις ταινίες του κινήματος αυτού, πολλοί θεατές θα μπορούσαν να σκεφτούν πως στοιχεία ταινιών του γερμανικού εξπρεσιονισμού συναντώνται και στον σύγχρονο κινηματογράφο. Κάποια από τα κυριότερα χαρακτηριστικά τα οποία φαίνεται να υπάρχουν αφορούν τα σκηνικά και τον φωτισμό, την ατμόσφαιρα του έργου με λίγα λόγια. Αρκεί μόνο να παρακολουθήσει κανείς τα παρακάτω πλάνα για να δει μια ενδιαφέρουσα αισθητική ομοιότητα ή πιθανή επιρροή ανάμεσα σε πλάνα ταινιών φαντασίας του γερμανικού εξπρεσιονισμού και πλάνα γνωστών ταινιών της δεκαετίας του ’90 – και όχι μόνο.
Εν κατακλείδι, μια άποψη η οποία χρειάζεται να αναφερθεί για τις ταινίες αυτές, όπως και άλλες του κινήματος, βρίσκεται στο βιβλίο Από τον Καλιγκάρι στον Χίτλερ: Μια ψυχολογική ιστορία της γερμανικής ταινίας, του κριτικού ταινιών Siegfried Kracauer. Ο Κρακάουερ υποστήριξε ότι οι ταινίες του γερμανικού εξπρεσιονισμού, από το τέλος του πολέμου μέχρι και την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία, χαρακτηρίζονται από την κυριαρχία του παραλόγου και της μοίρας, έναντι της λογικής. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ταινίες αυτές προοικονομούν το τι θα συμβεί στη Γερμανία την περίοδο 1933 έως 1945. Αρκεί να πάρουμε ως παραδείγματα τις ταινίες Dr Mabuse, der Spieler (1922), αλλά και Das Cabinet des Dr. Caligari (1920), οι οποίες σχετίζονται με ζητήματα υπνωτισμού, τυραννίας, ανεξέλεγκτης επιβολής εξουσίας και χειρισμού του μυαλού, στοιχεία τα οποία δυστυχώς μεταφέρθηκαν από τον κόσμο του κινηματογράφου στον πραγματικό από το 1933 και έπειτα, με την άνοδο του ναζισμού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Thompson, K. & Bordwell, D. (2011). Ιστορία του Κινηματογράφου. Αθήνα: Εκδ. Πατάκη.
- Expressionism in Literature. Britannica.com, διαθέσιμο εδώ.
- Video Essay: German Expressionism, Explained. No Film School, διαθέσιμο εδώ.
- How German film foreshadowed Hitler. DW.com, διαθέσιμο εδώ.