Του Νικηφόρου Δρακούλη,
Το 1961, στο τέλος της προεδρίας του, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ και πρώην Στρατάρχης των συμμαχικών στρατευμάτων στον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Dwight D. Eisenhower, προειδοποίησε στον τελευταίο του λόγο ως Πρόεδρος της Αμερικής τον αμερικανικό λαό για τον κίνδυνο του -όπως το έθεσε- “Military Industrial Complex” (Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα). Ο Eisenhower τόνισε: «πρέπει να προστατέψουμε το κράτος από απόκτηση ακατάλληλης επιρροής, επιδιωκόμενης ή μη, από το Στρατιωτικό Βιομηχανικό Σύμπλεγμα. Η δυνατότητα για την καταστροφική άνοδο λανθασμένα τοποθετημένης δύναμης υπάρχει και θα συνεχίζει να υπάρχει». Τα λόγια του Eisenhower ηχούν προφητικά σε μια εποχή που η Αμερική βρίσκεται για 20 συνεχόμενα χρόνια σε πόλεμο στη Μέση Ανατολή, με το Κογκρέσο και πολλές κυβερνήσεις να απαρτίζονται από πολιτικούς που υποστηρίζουν τον αέναο πόλεμο προς όφελος της βιομηχανίας πολέμου.
Αυτήν ακριβώς την τάση παρακολουθούμε, όταν παρατηρούμε τα κέρδη της βιομηχανίας όπλων, με τις 25 μεγαλύτερες εταιρίες σε αυτόν τον τομέα να βλέπουν μια άνοδο 8,5% στα κέρδη τους, τα οποία μάλιστα υπολογίζονται στα 361 δις δολάρια μόνο το 2019. Παράλληλα, παρατηρείται αύξηση της τάξης των 400 δις δολαρίων στον ετήσιο αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ σε περίοδο μόλις 20 χρόνων. Συλλογιζόμενοι, επίσης, το γεγονός πως οι ΗΠΑ έχουν ξοδέψει 6,4 τρις σε πολέμους στην Ασία και την Αφρική από το 2001, εύκολα αντιλαμβανόμαστε πως η δύναμη και η επιρροή του Στρατιωτικού-Βιομηχανικού Συμπλέγματος βρίσκεται σε επίπεδα ανησυχητικά υψηλά. Πώς, όμως, δημιουργήθηκε αυτό το φαινόμενο, παρά τις προειδοποιήσεις του τότε Προέδρου Eisenhower; Αναμφίβολα, μεγάλο ρόλο έπαιξαν οι απανωτοί πόλεμοι στους οποίους η Αμερική πήρε μέρος, δρώντας ως η «Αστυνομία του πλανήτη», και οδήγησαν σε μια πολλή στενή σχέση μεταξύ των κυβερνήσεων και της βιομηχανίας πολέμου. Ταυτόχρονα, πολλές από τις εταιρίες αυτής της βιομηχανίας θεώρησαν συνετό να επενδύσουν σε πολιτικές εκστρατείες πολλών πολιτικών με την ελπίδα (αν όχι κρυφή συμφωνία) πως αυτοί με τη σειρά τους θα υποστηρίξουν νομοθεσία ωφέλιμη για αυτήν τη βιομηχανία. Εδώ, είναι καίριο να αναγνωρίσουμε πως πολιτικοί που υποστηρίζουν τέτοιες, μάλλον πολεμοχαρείς θέσεις προέρχονται και από τα δύο κύρια κόμματα της Αμερικής, τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους. Εταιρίες όπως η Raytheon και η Boeing είναι μερικές από αυτές που εδώ και χρόνια υποστηρίζουν οικονομικά πληθώρα μελών του Κογκρέσου και της Κυβέρνησης.
Μία από τις γνωστότερες πολιτικές φιγούρες που έχουν υποστηρίξει τη συμμετοχή σε πολέμους και την κερδοφορία της βιομηχανίας πολέμου είναι ο John Bolton, ένας από τους αρχιτέκτονες του πολέμου στο Ιράκ. O Bolton συνέχιζε να υποστηρίζει την εισβολή στο Ιράκ, ακόμα και αφότου ήταν προφανές πως το Ιράκ ούτε όπλα μαζικής καταστροφής είχε ούτε θα ισορροπούσε από μόνο του μετά την εισβολή των αμερικανικών στρατευμάτων (αντίθετα με αυτά που ισχυριζόντουσαν τότε οι υποστηρικτές του πολέμου). Παρ’ όλα αυτά, ο πρώην Πρόεδρος Trump, ο οποίος αρχικά υποσχόταν να βάλει τέλος στους αέναους πολέμους στη Μέση Ανατολή, όρισε τον Bolton ως Σύμβουλο Εθνικής Άμυνας. Όμως, και ο πρόσφατα εκλεγμένος Πρόεδρος Biden δεν είναι απρόσβλητος από τις κριτικές για τις σχέσεις του με το Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα, αφού όρισε ως Υπουργό Άμυνας τον Lloyd Austin. Η ανάληψη του Υπουργείου Άμυνας από τον Austin βρήκε πληθώρα επικριτών, λόγω των θέσεών του στα διοικητικά συμβούλια εταιριών που ανήκουν στο Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα, όπως της Raytheon, που είναι από τους τιτάνες της βιομηχανίας.
Όμως, κοιτώντας αυτό το θέμα μόνο από την οικονομική και πολιτική πλευρά, δεν μας δίνεται η πλήρης εικόνα. Πρέπει να αναλογιστούμε και το ανθρώπινο κόστος που προκύπτει από την άνοδο της επιρροής του Military Industrial Complex, αφού παράλληλα με αυτήν την άνοδο σε επιρροή παρατηρείται μία αυξημένη συχνότητα σε συρράξεις στον κόσμο. Τρανότερο παράδειγμα αυτού αποτελεί η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, μια περιοχή η οποία δεν έχει απολαύσει ειρήνη εδώ και πολλές δεκαετίες, ενώ οι αρχιτέκτονες κάθε νέου πολέμου υπόσχονται πως αυτός θα είναι ο πόλεμος που θα σταθεροποιήσει την περιοχή, κάτι που αποδεικνύεται ξανά και ξανά αναληθές. 300.000 άμαχοι και 170.000 στρατιώτες αλλά και εκατομμύρια τραυματισμένοι και εκτοπισμένοι πολίτες της Μέσης Ανατολής αποτελούν το κόστος των απανωτών πολέμων στην περιοχή αυτή από το 2001. Μια ακόμη παράμετρος η οποία λειτουργεί ως τροφή για σκέψη είναι πως οι απώλειες του αμερικανικού στρατού απαρτίζονται κατά 75% από ανθρώπους που προέρχονται από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Συνεπώς, αντιλαμβανόμαστε πως το τίμημα του πολέμου το πληρώνουν άνθρωποι οικονομικά ευάλωτοι, οι οποίοι δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από τους πολέμους αυτούς. Όμως, οι συνεχόμενες δεκαετίες επιρροής μέσα από πολλούς πολέμους έχουν μετατρέψει τη βιομηχανία στρατιωτικού εξοπλισμού σε μία από τις ισχυρότερες βιομηχανίες στις ΗΠΑ. Ειδικότερα, το 10% ολόκληρης της βιομηχανικής παραγωγής στην Αμερική αφορά την παραγωγή όπλων. Επόμενο είναι, λοιπόν, πως μια τόσο δυνατή βιομηχανία δεν θα μπορούσε να σταματήσει να υφίσταται από τη μια μέρα στην άλλη. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, πως δεν μπορούν να ληφθούν μέτρα για την αποδυνάμωσή της.
Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει, αρχικά, οι ηγέτες της Αμερικής να πάρουν μια πιο παθητική στάση όσον αφορά τις στρατιωτικές επεμβάσεις σε άλλες χώρες και να επιχειρήσουν αντ’ αυτού να βρουν λύσεις σε προβλήματα μέσω μιας διπλωματικότερης οδού. Την ίδια στιγμή, καίριο είναι να αποφευχθεί ο ορισμός ανθρώπων που έχουν υπάρξει μέλη του Στρατιωτικού-Βιομηχανικού Συμπλέγματος σε κυβερνητικές θέσεις ώστε να απαλειφθεί η πιθανότητα σύγκρουσης συμφερόντων. Όσον αφορά τον νομοθετικό τομέα, θα πρέπει να συνεχιστούν οι αντιπολεμικές προσπάθειες που έχουν λάβει χώρα ειδικότερα τα τελευταία χρόνια. Παράδειγμα αυτών αποτελεί η συνεργασία μεταξύ των Γερουσιαστών Mike Lee και Bernie Sanders, οι οποίοι προώθησαν ένα νομοσχέδιο το οποίο θα περιόριζε την υποστήριξη των ΗΠΑ προς τη Σαουδική Αραβία και την εισβολή της στην Υεμένη. Αναμφίβολα, το θέμα της επιρροής της βιομηχανίας όπλων είναι περίπλοκο και έχει να κάνει με ζητήματα βαθύτερα, όπως τον βίαιο παρεμβατισμό χωρών, όπως οι ΗΠΑ, στο διεθνές προσκήνιο. Όμως, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα αλλά και τις συνέπειές του μπορούμε να είμαστε σε θέση να ασκήσουμε κριτική σε κυβερνήσεις και πολιτικούς που υποστηρίζουν αυτή τη στενή σχέση της βιομηχανίας πολέμου με την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Military-Industrial Complex, History, διαθέσιμο εδώ
- Trump’s new swamp is full of warhawks, The Outline, διαθέσιμο εδώ
- America has spent $6.4 trillion on wars in the Middle East and Asia since 2001, a new study says, CNBC, διαθέσιμη εδώ
- Big money behind war: the military-industrial complex, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ