Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
Οι αιώνες, που διαδέχονται ο ένας τον άλλο, φέρνουν τεράστιες αλλαγές σε πολλούς τομείς της ανθρώπινης ζωής και δραστηριότητας, ωστόσο, από ότι φαίνεται, ένα από τα λίγα χαρακτηριστικά που παραμένει αναλλοίωτο στο πέρασμα του χρόνου είναι οι συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων, που οδηγούν σε πολεμικές συγκρούσεις. Ένας ακόμη πόλεμος, από τους αμέτρητους που έχουν υπάρξει, είναι και ο λεγόμενος Χρεμωνίδειος, που έλαβε χώρα στα 267-261 π.Χ. και πήρε το όνομά του από τον Χρεμωνίδη, έναν πολιτικό και στρατηγό από την Αθήνα.
Το διάστημα αυτό συναντάμε μια έντονη αντιμακεδονική στάση από πολλές περιοχές του νότιου ελλαδικού χώρου. Ο βασικός πυρήνας που στρεφόταν κατά της μακεδονικής δύναμης και του Αντίγονου Β΄ Γονατά ήταν αυτός της Σπάρτης και της Αθήνας, οι οποίες επιθυμούσαν να αποκτήσουν και πάλι έναν μεγαλύτερο έλεγχο των περιοχών τους και των φιλικών πόλεων. Ο Σπαρτιάτης Αρέας, ύστερα από τη νίκη του ενάντια του Πύρρου της Ηπείρου, είχε αποκτήσει μεγάλα ερείσματα στον πληθυσμό του και επιδίωξε να πάρει με το μέρος του και άλλες πόλεις της Πελοποννήσου, πράγμα που πέτυχε. Στην Αθήνα, ο έλεγχος του Αντίγονου στην Εύβοια και τον Πειραιά ήταν αυτός που δημιούργησε το εχθρικό κλίμα κατά του βασιλιά της Μακεδονίας. Έτσι, το 268 π.Χ., εντοπίζουμε ένα ψήφισμα από την Αθήνα, με το οποίο προσχωρούν στη συμμαχία με τον Αρέα. Το σκεπτικό πίσω από το ψήφισμα αυτό, που είχε ως πολιτικό ηγέτη τον Χρεμωνίδη, είχε ένα χαρακτήρα πανελλήνιο και φιλελεύθερο.
Οι δύο μεγάλες πόλεις γνώριζαν πως οι διαθέσιμες δυνάμεις τους δεν ήταν αρκετές, για ν’ αντιμετωπίσουν τον Αντίγονο, γι’ αυτό στράφηκαν στον Πτολεμαίο Β΄ Φιλάδελφο της Αιγύπτου, ο οποίος στήριζε την όλη αντιμακεδονική τάση, καθώς φοβόταν πως απειλούνταν από τη Μακεδονία και ήθελε να μειώσει την κυριαρχία της. Η εμπλοκή της Αιγύπτου και του ηγεμόνα της είναι εμφανής και από τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, δηλαδή μέσα από τα νομίσματα του Πτολεμαίου Β΄, άλλα και από τα οχυρωματικά έργα του, που χρονολογούνται σε αυτή την περίοδο. Επίσης, γνωρίζουμε πως απέστειλε και ένα μέρος του στόλου του, με επικεφαλής το ναύαρχο Πάτροκλο.
Οι επιχειρήσεις άρχισαν με τον Αντίγονο να στρέφεται κατά της Αττικής και του Ισθμού, δεν βρήκε σημαντική αντίσταση, ενώ οι προσπάθειες του Αρέα κατά των Μακεδόνων στα εδάφη της Κορίνθου δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μάλιστα, ο ίδιος έχασε τη ζωή του σε μια μάχη το 265 π.Χ. και ο στρατός του υπέστη μεγάλο πλήγμα. Ούτε ο στόλος του Πτολεμαίου, που είχε αποπλεύσει στην περιοχή του Σουνίου, δεν κατόρθωσε να συνδράμει την Αθήνα στρατιωτικά, εφοδίαζε ωστόσο κατά καιρούς την πόλη. Μια εξέγερση Γαλατών μισθοφόρων στα Μέγαρα, που ήταν κάτω από την εξουσία του Αντίγονου, φαίνεται πως θα άλλαζε την τροπή του πολέμου, όμως τα γρήγορα αντανακλαστικά του σταμάτησαν τις όποιες δυσάρεστες για αυτόν εξελίξεις.
Ένα ακόμα γεγονός, που θα μπορούσε να ευνοήσει τον αντιμακεδονικό συνασπισμό, είναι και η προσπάθεια εισβολής των Μολοσσών στη Μακεδονία, κάτω από τις διαταγές του βασιλιά τους, Αλέξανδρου. Τότε ο Αντίγονος βρισκόταν στην Αττική και αρκετοί Μακεδόνες στρατιώτες αυτομόλησαν στο στρατόπεδο του αντιπάλου. Τελικά, ούτε αυτό το γεγονός πτόησε τους Μακεδόνες, οι οποίοι κατανίκησαν τους Μολοσσούς υπό τις διαταγές του Δημητρίου (γιος του Αντίγονου) και κατέλαβαν την Ήπειρο το 264/3 π.Χ., εκδιώκοντας τον Αλέξανδρο, που επέστρεψε όμως λίγα χρόνια μετά (259 π.Χ.). Έπειτα, η ένταξη της Μαντίνειας στο Αρκαδικό κοινό οδήγησε στο να στραφεί κατά της Σπάρτης και η τελευταία ηττήθηκε από τα στρατεύματα του Αριστόδαμου. Στη περιοχή της Αθήνας, ο Αντίγονος οργάνωσε με επιτυχία την πολιορκία της πόλης το 263 π.Χ., δημιουργώντας επισιτιστικό πρόβλημα.
Όλα αυτά δείχνουν πως ο Μακεδόνας ηγεμόνας είχε μεγάλη ισχύ και δεν προτίθεντο να εγκαταλείψει εύκολα τις προσπάθειες. Οι Αθηναίοι το αντιλήφθηκαν αυτό και αποφάσισαν να προβούν σε ανακωχή, γνωρίζοντας πως δεν είχαν να περιμένουν βοήθεια από πουθενά. Έτσι, στα τέλη του 262 π.Χ., παραδόθηκαν και τον επόμενο χρόνο (261 π.Χ.) γιορτάστηκε στη Δήλο η ειρήνευση. Στην πόλη εγκαταστάθηκαν μακεδονικές φρουρές, ωστόσο δεν καταργήθηκαν οι δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά την εξουσία έλαβαν πολιτικοί φίλα προσκείμενοι στον Αντίγονο. Ο Χρεμωνίδης αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την περιοχή και εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου έλαβε σημαντικά αξιώματα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συλλογικό έργο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Δ΄ «Μέγας Αλέξανδρος Ελληνιστικοί Χρόνοι», Εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών 1973.
- Hans-Joachim Gehrke, Ιστορία του Ελληνιστικού Κόσμου, μετάφραση Άγγελος Χανιώτης, Εκδόσεις Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2009.