Της Μαριλίνας Μπούμπα,
O μύθος εμπιστοσύνης και σιγουριάς για την επενδυτική πολιτική που κατάφερε να δημιουργήσει ο Bernard Lawrence Madoff καθώς και το κύρος που είχε αποκτήσει με το πέρασμα των χρόνων, ήταν ο λόγος που κατάφερε για πάνω από 20 χρόνια να συνεχίζει, αλλά και να μεγεθύνει την επενδυτική του κομπίνα.
Σε ηλικία 22 χρονών ίδρυσε την επενδυτική του εταιρεία Bernard L. Madoff Investment Securities, το 1960, όπου αρχικά ήταν ένας trader εταιρειών πολύς μικρής κεφαλαιοποίησης (penny stock). Λόγω των καινοτόμων τεχνολογιών που χρησιμοποίησε μέσω των υπολογιστών, η εταιρεία μετατράπηκε σε market maker και το 2008 έφτασε να είναι η 6η μεγαλύτερη στην Wall Street. Κυρίως έγινε γνωστή εξαιτίας του τμήματος που ασχολούνταν με την παροχή συμβουλών και τη διαχείριση επενδύσεων. Οι επενδυτές, ως επί το πλείστον, τοποθετούσαν τα χρήματα τους σε hedge fund, όπου ο Madoff προσέφερε μια σταθερή απόδοση της τάξεως του 10% ετησίως με ελάχιστο ή μηδενικό ρίσκο.
Η ουτοπική αυτή απόδοση, σε συνδυασμό με την εμπιστοσύνη του χρηματοπιστωτικού συστήματος ως προς το πρόσωπο του αλλά και το γεγονός του ότι παρουσιαζόταν σαν μια εταιρεία «για λίγους», αφού υποτίθεται μόνο κατόπιν πρόσκλησης μπορούσαν να προστεθούν νέα μέλη, αποτέλεσαν κίνητρα για πολλούς επενδυτές να θελήσουν να έχουν την περιβόητη πρόσκληση. Η πραγματικότητα όμως ήταν άλλη, αφού μόνο με την εύρεση νέων επενδυτών μπορούσε να αποπληρώσει τις υποσχόμενες αποδόσεις στους παλιούς. Στην ουσία ο Madoff, για να συνεχίσει τη ροή των κεφαλαίων έπρεπε συνεχώς να βρίσκει καινούργιους επενδυτές, καθώς οι υπεραποδόσεις που εμφάνιζε το επενδυτικό κεφάλαιο ήταν εικονικές, υποβάλλοντας για χρόνια πλαστές δηλώσεις και ψεύτικα στοιχεία στις χρηματιστηριακές αρχές.
Εικάζεται ότι από το 1970 η εταιρεία αποτελούσε μια τεράστια οικονομική απάτη, της τάξεως των 65 δις δολαρίων, πυραμοειδούς σχήματος. Ο ίδιος, βέβαια, το 2013 δήλωσε μέσα από την ομοσπονδιακή φυλακή που βρισκόταν μέσω email στην CNBC ότι ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν το χρηματιστήριο επηρεάστηκε αρνητικά από την ύφεση και τον πόλεμο στον Κόλπο, νομίζοντας πως θα είναι βραχυπρόθεσμο trade που θα καλυπτόταν όταν βελτιωνόταν η αγορά. Δεν μπόρεσε να ανακάμψει βέβαια ποτέ, μέχρι που το 2008, εξαιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ανακαλύφθηκε αφού δεν μπορούσε να καλύψει τις απαιτήσεις πληρωμών των ανήσυχων πελατών που ζητούσαν πρόωρη εξόφληση.
Η εταιρεία αποτελούσε ένα τεράστιο σχήμα Ponzi, κάτι το οποίο σημαίνει ότι έπρεπε να ενθαρρύνει συνεχώς τους επενδυτές να παραμείνουν στο σύστημα ώστε να κερδίσουν ακόμα περισσότερα χρήματα, αφού ουσιαστικά δεν μπορούσε να τους δώσει τα εικονικά τους κέρδη. Γι’ αυτόν τον λόγο επιδίωκε μέσω του κύρους του να μαζεύει χρήματα από φιλανθρωπικά ιδρύματα για να αποφύγει τις ξαφνικές ή απροσδόκητες αναλήψεις. Δεν υπήρξε καμία επένδυση σε χαρτοφυλάκια όπως όλοι νόμιζαν, μόνο καταθέσεις σε τραπεζικό λογαριασμό από όπου και πλήρωνε τους πελάτες που ήθελαν να εξαργυρώσουν τα χρήματα τους.
Με τα χρόνια είχε αποκτήσει πρόσβαση στους νομοθέτες και τις αρχές της Ουάσιγκτον, ιδιαίτερα όταν η ανιψιά του Shana παντρεύτηκε έναν ανώτερο αξιωματούχο της SEC, δίνοντας άμεση πρόσβαση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Γι’ αυτό, παρά τις αμέτρητες καταγγελίες στην SEC αλλά και τις αδιάσειστες αποδείξεις που είχε ο Harry Markopolos από το 1999, δεν λήφθηκε κανένα μέτρο εναντίων του Madoff. Η Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν μπορούσε να αντιληφθεί μια τόσο μεγάλης έκτασης απάτης ή μπορεί και να εθελοτυφλούσε λόγω της θέσης του Bernard. Ήταν ένας άνθρωπος που ήταν γνωστός χρηματιστής, σύμβουλος επενδύσεων αλλά και πρόεδρος του Αμερικάνικου Χρηματιστηρίου NASDAQ (National Association of Securities Dealers Automated Quotations).
Το 2008, λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η συνεχόμενη ροή επενδυτών και κεφαλαίων στην οποία βασιζόταν σταμάτησε να υφίσταται, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καλύψει τις απαιτήσεις πληρωμών που έφτασαν στο ύψος των 7 δις δολαρίων, ενώ στα ταμεία του διέθετε 200 ως 300 εκατομμύρια. Στις 10/12/2008 αποφάσισε να εξηγήσει στους 2 γιούς του ότι το hudge fund που διοικούσε ήταν μια καλοστημένη κομπίνα. Την επόμενη μέρα συνελήφθη από την υπηρεσία οικονομικού εγκλήματος FBI που τον είχαν καταδώσει οι γιοί του Mark και Andrew. Δεν παραδέχθηκε την ενοχή του μέχρι τις 12/3/2009 σχετικά με 11 κατηγορίες που αφορούσαν οικονομικά εγκλήματα (απάτη σε τίτλους, ψευδορκία, ξέπλυμα χρήματος και κλοπή). Λίγους μήνες αργότερα καταδικάζεται σε 150 χρόνια φυλάκισης, στα 71 του έτη, με το συνολικό ποσό της κατάχρησής του επί 5 δεκαετίες να ανέρχεται στα 170 δις δολάρια.
Κατέληξε νεκρός από φυσικά αίτια στις 14/4/2021 μέσα σε ομοσπονδιακές φυλακές. Οι αρχές απέρριψαν τις ενστάσεις των δικηγόρων για αποφυλάκιση το 2020 για λόγους υγείας αφού μέχρι και σήμερα υπάρχουν θύματα που δεν μπόρεσαν ποτέ να ορθοποδήσουν σε όλον τον πλανήτη, πέρα από τα γεωγραφικά όρια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- David Glovin and David Scheer, Madoff Charmed in $50 Billion Fraud at Advisory Firm, Bloomberg.com (11 December 2008), μέσω του ajamie.com, Διαθέσιμο εδώ
- Jackall Robert (010). The Madoff Affair and the casino economy. The Hedgehog Review. Vol. 1 pp.8-19.
- Dianna b. Henriques, Alan Fewer, (December 20,2008), Madoff Scheme Kept Rippling Outward, Across Borders.
- Η μεγαλύτερη απάτη στην ιστορία, Capital. Διαθέσιμο εδώ.
- Δέκα χρόνια από το σκάνδαλο Madoff, τα θύματά του έχουν μια ελπίδα αποζημίωσης, New Money. Διαθέσιμο εδώ.
- Μπέρνι Μέιντοφ, ο μεγαλύτερος απατεώνας της Wall Street, Ημερήσια. Διαθέσιμο εδώ.