17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΜικρά ΚαθημερινάΓιατί η Αλβανία είναι γεμάτη με bunkers; 

Γιατί η Αλβανία είναι γεμάτη με bunkers; 


Του Τάσου Μοσχονά, 

Ο 20ος αιώνας ήταν, χωρίς καμιά αμφιβολία, γεμάτος γεγονότα και καταλυτικές ιστορικές εξελίξεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δεν ήταν λίγες οι χώρες των οποίων οι ισορροπίες άλλαξαν συθέμελα. Λίγες, όμως, μπορούν να πουν πως λαβώθηκαν περισσότερο από τη γειτονική Αλβανία. 

Το άνοιγμα της χώρας στον υπόλοιπο κόσμο τη δεκαετία του ‘90, μαζί με μια αρχική αμηχανία, έφερε έναν εμφύλιο πόλεμο, νέες προκλήσεις, σκάνδαλα, αλλά και τουρισμό. Κοινή παρατήρηση σχεδόν όλων των επισκεπτών της Αλβανίας, πέραν του γενικού ενδιαφέροντος για την πρώην «κλειστή» χώρα, ήταν τα εκατοντάδες χιλιάδες οχυρά-πολυβολεία, που πρωταγωνιστούν σχεδόν σε όλα τα τοπία, θαλασσινά και ορεινά, και δημιουργούν ένα απόκοσμο θέαμα. Πώς, όμως, προέκυψε αυτή η «κυριαρχία» των πολυβολείων και γιατί έχουν σημαδέψει την ταυτότητα της σύγχρονης Αλβανίας; 

Η απάντηση βρίσκεται σε μια περίοδο σχεδόν μισού αιώνα, κατά την οποία η χώρα βρισκόταν κάτω από την εξουσία του ολοκληρωτικού δικτάτορα Ενβέρ Χότζα, ενός καθεστώτος που έχει παρομοιαστεί, στη λειτουργία του και στον απομονωτισμό του από τον υπόλοιπο κόσμο, με αυτό της Βόρειας Κορέας. 

Ο σταλινικής ιδεολογίας Χότζα ανέλαβε ως γενικός γραμματέας του αλβανικού Κόμματος Εργασίας την εξουσία το 1944, παραλαμβάνοντας μια χώρα διαλυμένη από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τεράστιες ελλείψεις και παντελή απουσία υποδομών. Μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να ανορθώσει τη χώρα από τις στάχτες της, προσφέροντας σε όλους τους πολίτες εγγυημένη στέγαση και εργασία. Δεν είναι λίγοι, μάλιστα, οι πολίτες της γείτονος χώρας που θεωρούν την κληρονομιά του θετική σε ορισμένα ζητήματα!

Bunkers όπως αυτά μπορεί να συναντήσει κανείς σε κάθε γωνιά της Αλβανίας. Πηγή Εικόνας: Messy Nessy Chic

Παρόλα αυτά, οι ελπίδες των πρώτων χρόνων δεν άργησαν να αποδειχθούν φρούδες. Τα αρχικά θεμέλια που έχτισε ο Χότζα ήταν αρκετά για τη σωτηρία της χώρας, αλλά όχι για την ουσιαστική της ανάπτυξη. Βλέποντας ότι η κοινή γνώμη άρχισε σταδιακά να απογοητεύεται από τα μέσα της δεκαετίας του ‘50, η κυβέρνηση του Χότζα ξεκίνησε μια γενικευμένη εκστρατεία προπαγάνδας με άξονα την προσωπολατρία και τον έλεγχο της ψυχολογίας της μάζας. Οι βάσεις αυτής της πολιτικής ήταν η αυτάρκεια και η ξενοφοβική ρητορική «εμείς εναντίον όλων».  

Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 αποτέλεσε σημείο καμπής για τη χώρα. Βλέποντας τον επόμενο Γενικό Γραμματέα της ΕΣΣΔ Νικίτα Χρουστσόφ να προβαίνει σε πολιτική «αποσταλινοποίησης», ο Χότζα άρχισε να αποστασιοποιείται από τη Σοβιετική Ένωση. Ταυτόχρονα, έβλεπε εχθρούς παντού. Στην ίδια την ΕΣΣΔ, στη γειτονική Γιουγκοσλαβία, στο νεοϊδρυθέν τότε ΝΑΤΟ, μέχρι και στη χώρα μας (με τη δικαιολογία ότι η Ελλάδα θα προσπαθούσε να ανακτήσει εδάφη στη Βόρεια Ήπειρο). Βήμα-βήμα, ο Χότζα έχτισε ένα καθεστώς τρόμου, με κεντρικό το ρόλο της Σιγκουρίμι (Μυστικής Αστυνομίας), και έπεισε το λαό ότι η ξένη εισβολή και η πυρηνική καταστροφή ήταν κοντά. Οι εξωδικαστικές εκτελέσεις και η κατασκοπεία ήταν κοινός τόπος, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως από 12 χρονών οι μαθητές εκπαιδεύονταν καθημερινά στη χρήση όπλων. 

Μετά την Άνοιξη της Πράγας το 1968, όμως, το ποτήρι ξεχείλισε. Ο παρανοϊκός Χότζα αποφασίζει ένα δραστικό μέτρο. Το χτίσιμο εκατοντάδων χιλιάδων πολυβολείων (bunkers), 25 με 27 για την ακρίβεια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, ώστε ο κάθε Αλβανός πολίτης να μπορεί γρήγορα σε περίπτωση επίθεσης να υπερασπιστεί την πατρίδα από κάθε σημείο. Χιλιάδες εργάτες κοπιάζουν στα εργοστάσια νυχθημερόν για σχεδόν 20 χρόνια (1967-1986), για να κατασκευάσουν έναν ανυπολόγιστο αριθμό πολυβολείων από μπετόν, που θα εγκαθίσταντο σε ολόκληρη την αλβανική επικράτεια.  

Ο ακριβής αριθμός των πολυβολείων δε μπορεί να υπολογιστεί. Εκτιμήσεις τον προσεγγίζουν περίπου από 150.000 μέχρι και 750.000, κάτι που σημαίνει πως, εφόσον ο αλβανικός πληθυσμός άγγιζε κατά την περίοδο εκείνη τα 2.7 εκατομμύρια, υπήρχε ένα bunker ανά τέσσερις κατοίκους. Εν τέλει, βέβαια, αποδείχθηκε πως δε χρησίμευσαν πουθενά και, έτσι, περιέπεσαν σε αχρησία. Κανένας λαός δεν επεδίωκε να εισβάλλει στην Αλβανία, αλλά ακόμα και στην περίπτωση που το επιθυμούσε, τα ίδια τα πολυβολεία ήταν κατασκευασμένα για τον τότε ξεπερασμένο αντάρτικο πόλεμο (χωρούσαν μόλις δύο άτομα) και δε θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση να σταματήσουν έναν καλά οργανωμένο στρατό ή στόλο. Η μόνη πρακτική τους συνέπεια ήταν η απομύζηση του κρατικού προϋπολογισμού, με υποβάθμιση των πραγματικά επειγουσών αναγκών της χώρας, ήτοι των στεγαστικών προβλημάτων και των κακοφτιαγμένων δρόμων.

Bunker που πλέον στεγάζει το “BunkArt2”, μουσείο αφιερωμένο στα δεκάδες χιλιάδες θύματα του καθεστώτος Χότζα. Πηγή Εικόνας: 660 News

Η δικτατορία του Χότζα και η κατασκευή των πολυβολείων λήγουν το 1985 με το θάνατό του. Από το 1992 και μετά, η χώρα σταδιακά ανοίγεται οικονομικά, με αρκετά, όμως, προβλήματα και σκάνδαλα, που οδήγησαν στον εμφύλιο πόλεμο του 1997. Μετά από αυτή την ταραχώδη περίοδο και τη σταδιακή ανάπτυξη του τουρισμού, τέθηκε ένα καίριο ερώτημα: τι θα απογίνουν τα πολυβολεία και ποια θα πρέπει να είναι η σχέση της σύγχρονης Αλβανίας με ένα σύμβολο μιας εποχής που τόσο πολύ θέλει να αφήσει πίσω;

Σε αυτό το ερώτημα υπάρχουν πολλαπλές απαντήσεις. Τυπικά, τα πολυβολεία αποτελούν ιδιοκτησία του αλβανικού Υπουργείου Άμυνας και για να προσέλθουν στην ιδιοκτησία ιδιωτών θα πρέπει να δοθεί σχετική άδεια. Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ο νόμος αυτός δεν εφαρμόστηκε, καθώς αρκετά βρίσκονταν ήδη σε ιδιωτικούς χώρους. Πολλές φορές, μάλιστα, η παρουσία τους σε διάφορα σημεία εμπόδιζε το χτίσιμο νέων κτιρίων και τη διάνοιξη δρόμων. Αυτό, όμως, δε σημαίνει πως δε χρησιμοποιήθηκε, όπου χρειάστηκε, η ανθρώπινη εφευρετικότητα. 

Η νέα γενιά της Αλβανίας, μην έχοντας ζήσει στο σκληρό καθεστώς, αποφασίζει να επαναπροσδιορίσει τα πολυβολεία, τα οποία, εγκαταλελειμμένα από τη δεκαετία του ‘90, είχαν χρησιμοποιηθεί ως αποθήκες, κοτέτσια, ακόμα και εργαστήρια. Η τουριστική βιομηχανία της χώρας, μάλιστα, τα καθιστά ως ατού και επενδύει σε αυτά ως αξιοθέατο και ως ένα στοιχείο που έχει άρρηκτα συνδεθεί με την ταυτότητα της χώρας. Για αυτό και δεν είναι διόλου απίθανο σε ένα ταξίδι στην Αλβανία να δείτε ξενοδοχεία, εστιατόρια, γκαλερί, εκκλησίες ή ακόμα και μουσεία μέσα σε πολυβολεία. Η αληθινή συμφιλίωση με ένα πονεμένο παρελθόν, άλλωστε, επιτυγχάνεται μέσω της αποδοχής του και της ένταξής του σε μια νέα, αισιόδοξη αφήγηση. Από τον απομωνοτισμό, στο ανήκειν.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • The Cold War bunkers that cover a country, BBC, διαθέσιμο εδώ
  • Once a state secret, these Albanian bunkers are now museums, National Geographic, διαθέσιμο εδώ
  • The Cold War Bunkers of Albania, The Atlantic, διαθέσιμο εδώ
  • From Bunkers to Business, Works that work, διαθέσιμο εδώ
  • Albania: A legacy of dictatorship, France 24, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Τάσος Μοσχονάς
Τάσος Μοσχονάς
Γεννήθηκε το 1997 και έχει μεγαλώσει στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πλέον εργάζεται ως ασκούμενος δικηγόρος. Μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά, με την ελπίδα, κάποτε, να αρχίσει και Ισπανικά. Παθιάζεται ιδιαίτερα με τον κινηματογράφο, τη γεωγραφία, τη γεωπολιτική και με ό,τι αφορά την pop κουλτούρα. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τη συγγραφή, το πιάνο, τις τέχνες κάθε είδους και την ανάγνωση βιβλίων.