Της Φαίης Φωτιάδου,
Είναι τέχνη αυτό;
Είναι πολλές οι φορές που κάποιος πιάνει τον εαυτό του να αναρωτιέται, αν κάτι μπορεί να θεωρηθεί τέχνη ή όχι. Στο πλαίσιο της υποχρεωτικής κατηγοριοποίησης, οργάνωσης και καθορισμού, που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο, υπήρξαν προσπάθειες, ώστε να επιβληθεί μία και μοναδική έννοια για τον όρο «τέχνη», όμως, στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα εγγενώς αναπάντητο ερώτημα, καθώς συγκροτείται τόσο από αισθήσεις, εντυπώσεις και αναμνήσεις, όσο και από αντιλήψεις και προσωπική αισθητική.
Ως μια κοινωνία γεμάτη από πολλούς πολιτισμούς, δεν συμφωνούμε πάντα στις λεπτομέρειες της γλώσσας. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζουμε και την τέχνη. Ετυμολογικά, από την αρχή της χρήσης της στη Γαλλία, σημαίνει «γεννώ». Αργότερα, ένας αφρικανικός λαός ερμηνεύει την έννοια ως «σκέψη με το χέρι», υπονοώντας μια πράξη μετακίνησης μιας ιδέας από ένα ανθρώπινο μυαλό σε ένα μέσο. Ωστόσο, η τέχνη εμφανίστηκε πολύ πριν τους ορισμούς της, που δεν είναι παρά μια ευρωπαϊκή εφεύρεση μόνο διακοσίων χρόνων.
Στο πρώιμο στάδιό του, ο άνθρωπος αναγνωρίζει κανονικότητες και μοτίβα στη φύση και στην προσπάθειά του, να προσδιορίσει τα ανεξήγητα, στρέφεται στην τέχνη από την αρχή της ύπαρξής του. Σύντομα, αυτή βρίσκεται να υπηρετεί την θρησκεία, τις πεποιθήσεις και τα ιδανικά, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετεί πάθη και φιλοδοξίες. Από τα σχέδια στους βράχους και τα πέτρινα εργαλεία, περνά στα εντυπωσιακά αγάλματα και τους πίνακες που καταγράφουν ιστορικά γεγονότα. Όλα τα παραπάνω ονομάστηκαν «τέχνη» πολύ μετά την υλοποίησή τους.
«Η τέχνη είναι ένα ψέμα που δείχνει την αλήθεια»
–Pablo Picasso
Για τον Πλάτωνα, η τέχνη αποτελεί «μίμησις της φύσεως», μια αντιγραφή της φυσικής πραγματικότητας, όπως αυτή φαίνεται. Η εξάρτηση των έργων τέχνης από απομιμήσεις τα καθιστά κατώτερα από τα αυθεντικά φυσικά αντικείμενα και, κατά συνέπεια, «η καλλιτεχνική εμπειρία δεν μπορεί να αποδώσει γνώση» και υφίσταται μόνο «για ομορφιά». Για τον Αριστοτέλη, ήταν μόνο η ικανότητα παραγωγής πραγμάτων, σύμφωνα με κανόνες που αφορούσαν την τάξη, την αρμονία και την πιστή αναπαράσταση.
Κατά την Αναγέννηση, αποδεκτή ως τέχνη ήταν αποκλειστικά αυτή που σήμερα ονομάζουμε «εικαστική τέχνη». Οι μουσικοί και χορευτές, παρ’ ότι εξαιρετικοί, δεν ονομάστηκαν καλλιτέχνες. Οι περισσότεροι δημιουργοί εκτελούσαν απλώς υπηρεσία, αναλάμβαναν χρέη τεχνίτη, ειδικευμένοι χαράκτες, αγγειοπλάστες και αργυροχόοι. Έτσι, τα έργα φτιάχνονταν αποκλειστικά για πώληση, στον βωμό της εμπορευματοποίησης, θυσιάζοντας κάθε προσωπική καλλιτεχνική ματιά από τους πλάστες τους. Αυτό, στις μέρες μας, εντάσσει τα έργα σε «μη τέχνη», καθώς αναπαράγονται χωρίς τη συμμετοχή του νου του καλλιτέχνη.
Στην Αρχαία Ελλάδα, αποτελεί εξ’ ορισμού κάτι ιδιαίτερο, κάτι που πρέπει να εκτιμηθεί και, μέχρι τον 17ο αιώνα, αναφέρεται σε οποιαδήποτε δεξιότητα ή δεξιοτεχνία η οποία, σε συνδυασμό με την έννοια της αισθητικής, παράγει ένα αποτέλεσμα άξιο θαυμασμού. Με την εμφάνιση της φωτογραφίας τον 18ο αιώνα, τα όρια μεταξύ τέχνης και μη τέχνης γίνονται ακόμη πιο θολά. Καθώς αποτυπώνει μια άκρως ρεαλιστική στιγμή που προϋπάρχει, χάνει τα όρια του «παραδοσιακού», που απαιτεί την εκ νέου δημιουργία. Αυτό που την ορίζει ως «τέχνη» είναι η σκέψη πίσω από το έργο, όσο και το πόσο καλά μπορεί ένας καλλιτέχνης να υπερασπιστεί τη διαδικασία αυτής της σκέψης.
Κάτι ανάλογο με τη φωτογραφική πραγματικότητα συμβαίνει και στα ρεύματα που ακολουθούν στον 19ο και 20ο αιώνα, όταν ο αριθμός των μορφών που λαμβάνει η τέχνη αυξάνεται δραματικά. Ενώ παλαιότερα τις μεγάλες τέχνες αποτελούσαν η ζωγραφική, η γλυπτική, η αρχιτεκτονική, η ποίηση και η μουσική, βάσει των σύγχρονων αισθητικών, οι κατηγορίες πληθαίνουν και η τέχνη μπορεί να είναι καλή, διακοσμητική, εφαρμοσμένη, λαϊκή κ.α. Η προσδοκία του να συναντήσουμε ένα «όμορφο» αντικείμενο, όταν πρόκειται για έργο τέχνης, ακυρώνεται, και πλέον παίρνουμε ευχαρίστηση από τον προβληματισμό των αδόμητων αντιλήψεων, χωρίς απαραίτητα κομψή όψη.
Όταν ο Marcel Duchamp, καλλιτέχνης στο κίνημα του ντανταϊσμού, υποβάλλει για έργο τέχνης ένα πορσελάνινο ουρητήριο σε δημόσια έκθεση της Νέας Υόρκης το 1917, θέτεται ένας νέος ορισμός, που αρκεί να θεωρήσει ο καλλιτέχνης κάτι ως τέχνη. Η πρόθεσή του δεν έπεισε τους επιμελητές και το “Fountain” απομακρύνθηκε από την έκθεση, όμως ένας νέος δρόμος είχε ανοίξει για τους καλλιτέχνες του αιώνα και έφερε νέες προοπτικές. Μια σειρά από νέους δημιουργούς ακολούθησε το παράδειγμά του, ισχυριζόμενοι πως αμφισβητούν τα όρια.
Με την σύνθεση “4’33” του John Cage, ένα τραγούδι κενό από νότες για πάνω από τέσσερα λεπτά και το περιβάλλον να συνθέτει μόνο του τη μουσική ή το γλυπτό “Artist’s Breath” του Piero Manzini, που πρόκειται για ένα κοινό φουσκωμένο μπαλόνι, ή ακόμη και τις περισσότερες δημιουργίες του Jackson Pollock, οι κριτικοί διχάζονται. Συνήθως λάμβαναν δημόσια κατακραυγή στον Τύπο, καθώς δεν ήταν λίγοι αυτοί που υπερασπίζονταν πως η πρόθεση και η ιδέα δεν επαρκούν, για να χαρακτηριστούν τα αντικείμενα ως «τέχνη». Ωστόσο, η μοντέρνα τέχνη είναι ικανή να προκαλέσει έντονα συναισθήματα και επιδράσεις σε όποιον την αντικρίζει.
«Η τέχνη δεν είναι απαραίτητα θετική. Αλλά αν σας προκαλέσει ένα συναίσθημα, τότε είναι τέχνη»
-Chiara Leonardi, συγγραφέας και σκηνοθέτης, Berks
Αίσθηση προκαλούν και οι πίνακες του Mark Rothko. Με χρώματα βαθιά και γαλήνια και αφηρημένα σχήματα και γραμμές, επιδιώκει να ξεφύγει από μια απλή ζωγραφική επιφάνεια, δημιουργώντας έναν καινούριο χώρο, μια φαντασιακή διάσταση, όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος. Δημιουργεί και χρωματίζει, με σκοπό να «ρουφήξει» τον θεατή, να του εξάψει την φαντασία και να του προκαλέσει ποικίλα συναισθήματα. Για πολλούς, αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «τέχνη» δεν ήταν παρά τυχαία χρώματα, που «ο καθένας θα μπορούσε να κάνει». Από άλλους, το όραμά του αγαπήθηκε πολύ, καθώς θεωρήθηκε το απόγειο της δημιουργικής έκφρασης και πνευματικής. Τα έργα του κατάφεραν να πωληθούν σε εξοργιστικά μεγάλα ποσά, καθώς, στο τέλος, επικράτησε η άποψη των κριτικών που τα αξιολόγησαν ως αριστουργήματα.
«Δεν πειράζει πλέον πόσο άσχημα ή καλά εκτελέστηκε. Εάν κάποια υποτιθέμενη «ανώτερη αρχή» το ονομάσει «τέχνη», πολλοί άνθρωποι το αποδέχονται χωρίς πρόκληση»
-Janice K. Loomis, ζωγράφος
Τι είναι, λοιπόν, τέχνη;
Είναι μια επέκταση της γλώσσας, που χρησιμοποιεί συμβολισμούς και μέσα, για να εξηγήσει ή να περιγράψει το περιεχόμενό της; Μια δημιουργική παρόρμηση; Ένας διάλογος ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τον εαυτό του σε μια προσπάθεια να εξωτερικεύσει μια προβληματική, μια σκόπιμη συνειδητή επικοινωνία;
Τι είναι η μη τέχνη;
Μια δημιουργία, που δεν προκαλεί και που δεν διεγείρει το πνεύμα και τη σκέψη; Η ποσοτικοποιημένη παραγωγή αντικειμένων; Παράγωγα που δεν είναι οπτικά ευχάριστα ή ικανοποιητικά; Ό,τι λείπει από τα καθιερωμένα ιδρύματα τέχνης;
Αφήνεται στον θεατή να αποφασίσει. Πρόκειται για μια συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια, με μοναδικό κοινό παρονομαστή ανάμεσα στις έννοιες το «πράγματα που κατασκευάζονται από ανθρώπους». Σε μια τόσο μικρή λέξη, εμπεριέχεται ένα ολόκληρο σύμπαν νοήματος.
«Στο τέλος, λόγω της ατομικότητάς μας και των ποικίλων ιστοριών και παραδόσεων, οι συζητήσεις μας θα είναι πάντα ατελείωτες. Εάν είμαστε σοφοί, θα κοιτάξουμε και θα ακούσουμε με ανοιχτό πνεύμα, και μερικές φορές με ένα στριμμένο χαμόγελο, γιορτάζοντας πάντα την ποικιλομορφία των ανθρώπινων φαντασιών και επιτευγμάτων»
-David Howard, Εκκλησία Stretton, Shropshire
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Adajian, T. (2018, Αύγουστος 14). The Definition of Art. Ανάκτηση από Stanford Encyclopedia of Philosophy, διαθέσιμο εδώ
- Augustyn, A. (n.d.). Art, britannica.com, διαθέσιμο εδώ
- Houlgate, S. (2020, Φεβρουάριος 27). Hegel’s Aesthetics, Stanford Encyclopedia of Philosophy, διαθέσιμο εδώ
- Mafi, N. (2019, Μάιος 08). Inside Mark Rothko’s Former New York City Studio, architecturaldigest.com, διαθέσιμο εδώ
- Nikolaevic, T. L. (2004). Τι είναι τέχνη. Αθήνα
- Pappas, N. (2020, Ιανουάριος 22). Plato’s Aesthetics, Stanford Encyclopedia of Philosophy, διαθέσιμο εδώ
- What is Art? (n.d.), courses.lumenlearning.com, διαθέσιμο εδώ
- Όλγα Ζιρώ, Ε. Μ. Ιστορία της Τέχνης. ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ