Της Αίγλης Μπένου,
Από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης του 1821, κατόρθωσαν οι Έλληνες να αποδεσμεύσουν σημαντικό αριθμό ενόπλων Ελλήνων από το Νεόκαστρο και να εξουδετερώσουν αποτελεσματικά την τουρκική δύναμη. Ωστόσο, η επιτυχής πολιορκία του κάστρου από μεριά Ελλήνων δε θα διαρκέσει για πολύ. Την περίοδο Απριλίου-Μαΐου 1825, ο Ιμπραήμ Πασάς θα καταφέρει, με το αξιόμαχο στράτευμά του να καταλάβει εκτός από το Νεόκαστρο, το οποίο βρίσκεται κοντά στην Πύλο, και το απέναντι κάστρο, το λεγόμενο Παλαιόκαστρο.
Η αρχή του τέλους για το Νεόκαστρο και το Παλαιόκαστρο ξεκινά, όταν οι Τούρκοι και οι Αιγύπτιοι, ενημερωμένοι για τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες και η Επαναστατική Κυβέρνηση Κουντουριώτη, η οποία έχει παραδώσει τον Αγώνα στη δίνη του Εμφυλίου, αποφασίζουν να συμμαχήσουν, προκειμένου να καταπνίξουν το επαναστατικό κίνημα. Συγκεντρώνουν λοιπόν στρατό, στόλο και πολεμοφόδια για το σκοπό αυτό.. Ο Ιμπραήμ, αποφάσισε να αποβιβαστεί, το χειμώνα του 1824-1825 στην Πελοπόννησο, πράγμα που κατάφερε. Όμως, έπρεπε, ακόμη, να φροντίσει για την εξασφάλιση της θέσης του στη μεσσηνιακή χερσόνησο. Έτσι, έστρεψε την προσοχή του στο Νεόκαστρο και στο Παλαιόκαστρο, καθώς επίσης και στο μικρό νησί της Σφακτηρίας, διότι ο κάτοχος αυτών των κάστρων, που σχηματίζει δύο μικρούς πορθμούς προς βόρεια και νότια απέναντι από πελοποννησιακή ακτή, διαθέτει τον έλεγχο του λιμανιού και την είσοδο πλοίων σ’ αυτό. Θεώρησε, δηλαδή, το λιμάνι της Πύλου ως το καλύτερο ορμητήριο.
Τον Απρίλιο του 1825 αρχίζει ο Ιμπραήμ τις επιχειρήσεις του, αρχικά εναντίον του Νεόκαστρου, δεδομένου ότι το Παλαιόκαστρο ήταν πιο αδύναμο ως φρούριο και θα έπεφτε με ευκολία. Η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τον εχθρό, τοποθετώντας 1.500 πολεμιστές με αρχηγούς τον Παναγιώτη Γιατράκο, το Γεώργιο Μαυρομιχάλη, το Σταύρο Σαχίνη και τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, με το Δημήτρη Σαχτούρη να ορίζεται ως φρούραρχος. Το πυροβολικό του φρουρίου περιλάμβανε περίπου 50 πυροβόλα.
Καταλαβαίνουμε ότι οι Έλληνες του Νεόκαστρου ήταν πλήρως προετοιμασμένοι για την επίθεση των Αιγυπτίων. Όπως ήταν φυσικό ο Ιμπραήμ απέτυχε. Ο Ιμπραήμ τότε ζήτησε από τους πολιορκημένους να παραδοθούν, αλλά αυτοί αρνήθηκαν. Επιχείρησε, λοιπόν, τακτική πολιορκία. Ύψωσε τα πυροβόλα του, και με τους αδιάκοπους βομβαρδισμούς κατάφερε να περιορίσει στο ελάχιστο τον ανεφοδιασμό. Οι πολιορκημένοι είχαν να αντιμετωπίσουν το σφοδρό αυτό κανονιοβολισμό, που τους προκάλεσε μάλιστα και ρήγμα στο τείχος. Ωστόσο, οι Έλληνες απέκρουσαν ηρωικά τον Ιμπραήμ και τις δυνάμεις του και έφραξαν το ρήγμα του τείχους με κασόνια με χώμα, ενώ κατόρθωσαν να προκαλέσουν και αυτοί με τη σειρά τους απώλειες σε Αιγύπτιους.
Ο Ιμπραήμ, όμως, δε σταματά. Αλλάζει κατεύθυνση και στρέφεται προς την κατάκτηση της Σφακτηρίας, καθώς αναγνωρίζει πως η κατάληψή της θα διευκόλυνε τις προσπάθειές του για την πολιορκία των δύο φρουρίων. Δυστυχώς, η άμυνα του νησιού δεν άντεξε τον εξίσου βίαιο κανονιοβολισμό και τα κύματα 3.000 Αιγυπτίων, οι οποίοι προκάλεσαν τραγικές απώλειες στους Έλληνες, όπως αυτή του Τσαμαδού, του Αναγνωσταρά και του φιλέλληνα Σανταρόζα. Τα ελληνικά πλοία, που βρίσκονταν στο λιμάνι, έπρεπε γρήγορα να απομακρυνθούν, γιατί κινδύνευαν να δεχθούν επίθεση και να καταληφθούν από τα αιγυπτιακά αγήματα. Πράγματι, αιγυπτιακή μοίρα έπλεε πλέον ανενόχλητη έξω από το Νεόκαστρο, βομβαρδίζοντας ασταμάτητα το φρούριο.
Οι υπερασπιστές του Νεόκαστρου παρακολουθούσαν με αγωνία τα γεγονότα της Σφακτηρίας. Μάλιστα, επιχείρησαν έξοδο προς τα χαρακώματα των Αιγυπτίων, για να προκαλέσουν αντιπερισπασμό και να ανακουφίσουν τους πολεμιστές της Σφακτηρίας, αλλά οι Αιγύπτιοι τους χτύπησαν με λαφυραγωγημένα ελληνικά κανόνια. Ο χώρος έξω από το Νεόκαστρο και το Παλαιόκαστρο θύμιζε νεκροταφείο, από τους σωρούς άταφων πτωμάτων, τόσο Ελλήνων όσο και Τουρκοαιγυπτίων.
Όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τους κανονιοβολισμούς των Αιγυπτίων, κλείστηκαν στο Παλαιόκαστρο. Εκεί, όμως, δε διέθεταν ούτε τρόφιμα ούτε μπαρούτι. Αποφάσισαν, λοιπόν, να στείλουν κάποιο νησιώτη κολυμπώντας στη Φιλιατρά, για να ζητήσει βοήθεια, να έρθουν τη νύχτα και να επιτεθούν από τα νώτα στους εχθρούς, ώστε να μπορέσουν να κάνουν έξοδο οι πολιορκημένοι του κάστρου. Η βοήθεια ήρθε με αρχηγό το Γιατράκο και με 500 παλικάρια. Παρά όμως τη βοήθεια, η απόπειρα εξόδου απέτυχε. Στις 30 Απριλίου παραδόθηκε η φρουρά του Παλαιόκαστρου, με πολλούς από τους υπερασπιστές να έχουν ήδη πεθάνει ή αιχμαλωτιστεί. Όσοι είχαν καταφέρει να παραμείνουν ζωντανοί, αναγκάστηκαν να διαπραγματευτούν με τον Αιγύπτιο Πασά. Ο Ιμπραήμ συμφώνησε να τους αφήσει ελεύθερους, εφόσον τους πήρε ό,τι είχαν στην κατοχή τους. Σ’ αυτό το σημείο, λοιπόν, το Παλαιόκαστρο χάνεται.
Έμενε ακόμη, ωστόσο, το Νεόκαστρο, το οποίο είχε αποκλειστεί πια από στεριά και από θάλασσα. Στις 6 Μαΐου του 1825, ύστερα από υπέρμετρη προσπάθεια των πολιορκημένων να αμυνθούν, οι αντοχές τους εξαντλήθηκαν. Αποφάσισαν να υπογράψουν συνθήκη και να παραδώσουν τα όπλα τους. Με τον όρο, όμως, να μεταφερθούν με ουδέτερα πλοία και όχι αιγυπτιακά στην Καλαμάτα. Με τον Ιμπραήμ διαπραγματεύτηκε κυρίως ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, ο οποίος έλαβε πολλές προφυλάξεις, προκειμένου να διασφαλίσει την ακεραιότητα των πολιορκημένων. Στις 11 Μαΐου το Νεόκαστρο παραδόθηκε, αφού πρώτα είχε εξασφαλιστεί η ζωή των πολιορκημένων. Στο τέλος, ο Ιμπραήμ κράτησε το Μακρυγιάννη και το Γιατράκο ως ομήρους, για να απειλήσει τους Έλληνες και να τους ανταλλάξει με δύο Τούρκους πασάδες, οι οποίοι δεν είχαν υπογράψει τη συνθήκη της παράδοσης του Ναυπλίου.
Η συνέπεια της πτώσης του Νεόκαστρου και του Παλαιόκαστρου ήταν οδυνηρή. Αρκεί να σκεφτούμε, ότι πλέον το ευρύχωρο λιμάνι της Πύλου θα γινόταν σταθμός των Αιγυπτίων για εξόρμηση πιο βαθιά στην Πελοπόννησο εναντίον του ελληνικού πληθυσμού, ενώ παράλληλα, θα αποτελούσε τη βάση του Ιμπραήμ για ανεφοδιασμό των δυνάμεών του. Η θέση του εχθρού δυνάμωνε, ενώ η θέση των Ελλήνων εξασθενούσε, ολοένα και περισσότερο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Χ. Ι. Βλασσόπουλου (1930) Ημερολόγιον του Αγώνος. Αθήνα: Εκδ. Οίκος Δημητράκου Α. Ε.
- Δ. Φωτιάδης (1977), Ελληνική Επανάσταση 1821 Τόμος Γ’. (2η Έκδ.) Αθήνα: Εκδ. Βότση
- Α. E. Βακαλόπουλος, «Η Επανάσταση κατά το 1825 – Τα πολεμικά γεγονότα.» Σε Συλλογικό Έργο (1980) Ιστορία του Ελληνικού έθνους Τόμος ΙΒ, (επιμ. Α. Μπάγιας) Αθήνα:Εκδοτική Αθηνών Α.Ε