Της Φωτεινής Λεγάκη,
Στις 10 Απριλίου του 1924 επρόκειτο να ξημερώσει μια διαφορετική ημέρα για τα δεδομένα της νεαράς Ελλάδας. Η πρώτη ληστεία τρένου στη χώρα έμελλε να ταράξει την ελληνική κοινή γνώμη, που έως τότε δεν είχε έρθει αντιμέτωπη με κάποιο παρόμοιο γεγονός.
Προφανώς, το αδίκημα της ληστείας ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο και συχνά διαπραττόμενο κατά την εποχή αυτή, ωστόσο, οι αμαξοστοιχίες δεν είχαν αποτελέσει ουδέποτε μέχρι τότε τον τόπο του εγκλήματος. Πιο συγκεκριμένα, η δράση ληστών στον ελληνικό χώρο άρχισε να εκδηλώνεται κατά την Τουρκοκρατία, ενώ βοήθησε και στην Επανάσταση του 1821. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα συνεχίστηκε έντονα, ενώ την περίοδο του Μεσοπολέμου οι λήσταρχοι, όπως ονομάζονταν οι αρχηγοί μιας συμμορίας ληστών, είχαν αποκτήσει με τη δράση τους όχι μόνο κοινωνική αποδοχή, αλλά και κάποια πολιτική δύναμη. Ξακουστοί στο είδος τους υπήρξαν κυρίως ο Φώτης Γιαγκούλας και ο Περικλής Παπαγεωργίου. Οι λήσταρχοι είχαν τότε μετατρέψει σε ορμητήρια τα βουνά της κεντρικής και της βόρειας Ελλάδας, ωστόσο οι στενές σχέσεις πολλών ληστών με το κομματικό κατεστημένο της επαρχίας εξασφάλιζαν σε αρκετούς από αυτούς το προνόμιο της ατιμωρησίας.
Τη 10η Απριλίου του 1924 οι ληστές θα επιχειρούσαν κάτι διαφορετικό, πρωτόγνωρο για την Ελλάδα, μολονότι στην αμερικανική δύση τέτοια περιστατικά αποτελούσαν καθημερινότητα. Το χρονικό της ληστείας ξεκινά ήδη από το προηγούμενο βράδυ της 9ης Απριλίου, όταν, στις 8.30 το βράδυ, ομάδα δώδεκα ενόπλων ληστών καταλαμβάνει το σιδηροδρομικό σταθμό του Δοξαρά, που βρισκόταν μεταξύ της Λάρισας και του Δομοκού. Στόχος των ληστών, όπως αποδείχθηκε, υπήρξε το τρένο που είχε ξεκινήσει από την Αθήνα στις 9.30 το βράδυ με κατεύθυνση προς τη Θεσσαλονίκη. Οι ληστές φορούσαν μάσκες, περούκες και ψεύτικα γένια, ώστε να μην τους αναγνωρίσουν, και πολύ γρήγορα κατόρθωσαν να αιχμαλωτίσουν και να φιμώσουν το σταθμάρχη. Στη συνέχεια κατέστρεψαν την τηλεγραφική μηχανή του σταθμού, ενώ, κατά τις 11 το βράδυ, τοποθέτησαν στις ράγες του τρένου ένα κόκκινο φως, για να διακόψουν τη συγκοινωνία.
Ήταν μία μετά τα μεσάνυχτα όταν το πολυπόθητο δρομολόγιο από την Αθήνα πλησίαζε το σταθμό του Δοξαρά. Οι ληστές είχαν σταθεί μπροστά από τις ράγες και κρατούσαν τουφέκια Mannlicher, αλλά και μαχαίρια. Μόλις το τρένο σταμάτησε, ανέβηκαν στο σταθμό και, υπό την απειλή των όπλων, ανάγκασαν τον οδηγό να κατέβει. Άρχισαν να κλέβουν από τους επιβάτες χρήματα και κοσμήματα, ωστόσο εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως άφησαν ανέγγιχτα τα 2 εκατομμύρια δραχμές που μετέφερε ένας τραπεζικός υπάλληλος. Τελικά, κατάφεραν να αποσπάσουν το ποσό των 400.000 δραχμών συνολικά. Αργότερα η ελληνική Κυβέρνηση θα αποζημίωνε τους επιβάτες για τα κλοπιμαία. Ύστερα από κάποιο συνθηματικό πυροβολισμό από συνεργάτη τους που βρισκόταν στα βουνά, οι ληστές εγκατέλειψαν το τρένο.
Έρευνες που έλαβαν χώρα μετά τη ληστεία απέδειξαν ότι αυτή ήταν κάθε άλλο παρά τυχαία. Καταρχάς, ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπαναστασίου στάθηκε τυχερός όταν, ευρισκόμενος στο Βόλο και με σκοπό να συνεχίσει προς τη Θεσσαλονίκη, καθυστέρησε και τελικά δε μετέβη στο σταθμό. Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τον τότε Υπουργό Δημοσίας Τάξης Θεόδωρο Πάγκαλο. Επιπλέον, ανάμεσα στους επιβάτες του συγκεκριμένου δρομολογίου υπήρξαν ο τότε Υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας Δημήτριος Πάζης, ο διοικητής Μακεδονίας Ιωάννης Βαλαλάς, αλλά και αρκετοί δικαστές, που ταξίδευαν προς τη συμπρωτεύουσα ενόψει του δημοψηφίσματος που θα πραγματοποιούνταν τρεις μέρες αργότερα, στις 13 Απριλίου, με φλέγον ζήτημα τη συμφωνία για την κατάργηση της μοναρχίας. Μέσα σε αυτό, λοιπόν, το ιδιαίτερα τεταμένο πολιτικό κλίμα, δεν ήταν λίγοι αυτοί που υποστήριξαν ότι σκοπός των ληστών ήταν η απαγωγή του πρωθυπουργού Παπαναστασίου. Αργότερα, μάλιστα, γνωστοποιήθηκε ότι οι ληστές, κατά το χρόνο που περίμεναν την έλευση του τρένου, ρωτούσαν επίμονα σχετικά με τα επίσημα πρόσωπα που βρίσκονταν μεταξύ των επιβατών. Έτσι, αν και η Αστυνομία αρχικά είχε συνδέσει την εγκληματική πράξη με την τότε συχνά δρώσα τοπική συμμορία του Φώτη Γιαγκούλα, η συγκεκριμένη χρονική συγκυρία και ο τρόπος δράσης των ληστών απομάκρυναν αυτό το ενδεχόμενο και έκαναν πολλούς να μιλούν για πολιτικά κίνητρα των ληστών και επιδίωξη αμνηστίας από την πλευρά τους.
Το πρωινό που ακολούθησε τη ληστεία, η Χωροφυλακή ξεκίνησε αμέσως τις αναγκαίες έρευνες σε όλη την περιοχή της Λάρισας, στρεφόμενη στην αρχή προς τη συμμορία του Γιαγκούλα, την οποία, όπως προαναφέρθηκε, υποψιαζόταν. Αργότερα θα γινόταν γνωστό τελικά ότι η ληστεία υπήρξε έργο της συμμορίας του Κωνσταντίνου Μπλαντέμη. Την επόμενη μέρα από το δημοψήφισμα, η Αστυνομία συνέλαβε έναν από τους δώδεκα ληστές, τον Αθανάσιο Πέτρου. Στη συνέχεια, συνελήφθησαν ακόμη τρεις ληστές, ενώ όλοι τους καταδικάστηκαν στην εσχάτη των ποινών. Οι πραγματικοί σκοποί των δραστών παραμένουν μέχρι και σήμερα, όμως, αδιευκρίνιστοι.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η Πρώτη Ληστεία Τρένου στην Ελλάδα Eίχε Περούκες, Μούσια και Θύματα Υπουργούς», Vice, διαθέσιμο εδώ
- Η πρώτη ληστεία τρένου στην Ελλάδα. Ανάμεσα στους επιβάτες ήταν και ένας υπουργός, ενώ από τύχη δεν επιβιβάστηκε και ο πρωθυπουργός Αλ. Παπαναστασίου. Ύποπτος θεωρήθηκε ο λήσταρχος Γιαγκούλας, Μηχανή Του Χρόνου, διαθέσιμο εδώ
- Η πρώτη ληστεία τρένου έφερε την εξόντωση των ληστών», Η Εφημερίδα Των Συντακτών, διαθέσιμο εδώ