8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΗ Δύση στην Ελλάδα

Η Δύση στην Ελλάδα


Του Αθανάσιου Μαντζώλα,

Στην επέτειο των διακοσίων χρόνων της ελληνικής επανάστασης, αν μη τι άλλο για συμβολικούς λόγους, θα περίμενε κανείς μια δυναμική παρουσία των ηγετών της Δύσης και όχι μια τυπική μόνο εκπροσώπησή τους. Δεν ξέρω αν αυτό αποτελεί μια πραγματική διαπίστωση ή απλώς έναν ρομαντισμό. Δεν ξέρω, επίσης, αν ευθύνεται η υγειονομική συγκυρία ή απλώς αποτελεί μια πρόφαση, αλλά η περιρρέουσα ατμόσφαιρα των εορτασμών, πέραν των φολκλορισμών, δίνει την εντύπωση της απομόνωσης της χώρας μας.

Πηγή εικόνας: protothema.gr, από το άρθρο της Νεφέλης Λυγερού

Όπως και να το δει κανείς, κάτι πολύ σημαντικό συνέβη τότε, όχι μόνο για τα ελληνικά δεδομένα αλλά και τα διεθνή. Κάτι μεγαλειώδες για τα δεδομένα της εποχής. Ας μην ξεχνάμε πως ο 19ος αιώνας είναι ο αιώνας του ιδεαλισμού, των μεγάλων οραμάτων, που βρήκε την πραγμάτωσή του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Γι’ αυτόν, άλλωστε, τον λόγο ήταν τόσο θερμή η υποστήριξη των λαών της Δύσης. Χίλιοι περίπου ήταν οι ξένοι που ήρθαν στην Ελλάδα να πολεμήσουν και πολλοί πέθαναν κιόλας εδώ. Το να πεθάνει κανείς για αξίες όπως η ελευθερία θεωρούνταν πράξη σπουδαία.

Βάσιμα, μπορεί να υποτεθεί ότι χωρίς την επέμβαση των Μ. Δυνάμεων η προσπάθεια των Ελλήνων θα είχε ματαιωθεί. Η αποτυχία του Κολοκοτρώνη να κάνει «governo militare», κυβέρνηση δηλαδή των πρωτοστατών του αγώνα που εξέφραζαν το παραδοσιακό στοιχείο, έφερε στο τιμόνι τα δυτικότροπα στοιχεία της επανάστασης. Το δίπολο παράδοση-εξευρωπαϊσμος -με ξεκάθαρη την επικράτηση του δεύτερου- φαίνεται χαρακτηριστικό έως και σήμερα, με τις αναλογίες βέβαια κάθε εποχής».

Η βαυαροκρατία καθιερώνει ένα μοντέλο κράτους δυτικού τύπου, πλήρως εξαρτώμενου από ξένα συμφέροντα, με επικεφαλής εγκάθετους, στην καλύτερη περίπτωση, υποτακτικούς αυτών των συμφερόντων. Το αξιοσημείωτο είναι ότι το νέο ελληνικό κράτος δεν διαμόρφωσε δικούς του θεσμούς αλλά εισήγαγε ξένους. Τα πάντα, από την νομοθεσία (αστικός κώδικας, ποινικός κώδικας) και τα υπουργεία μέχρι το σχολείο (δημοτικό, ελληνικό, γυμνάσιο) αντιγράφτηκαν από την Δύση. Η οργάνωση και η λειτουργία του κράτους βασίστηκε κυρίως στον μιμητισμό ξένων προτύπων παρά στην ιδιοτυπία των αναγκών και την ιδιομορφία της ελληνικής κοινωνίας. Δημιουργήθηκε δηλαδή, ένα κράτος μεταπρατικό.

Ο εκδυτικισμός-εξευρωπαϊσμός της χώρας εφαρμόστηκε τόσο κωμικά από τους οπαδούς του, ώστε οδήγησε, ειδικά τα τελευταία χρόνια, από την μια αποτυχία στην άλλη. Χαρακτηριστική είναι η περίοδος της κρίσης και η εφαρμογή των μνημονίων στην ελληνική διοίκηση.

Ο Ι. Μελάς γράφει ότι η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια κατάσταση γενικής απορίας, αδυνατώντας να αναγνωρίσει τον ίδιο της τον εαυτό ή μάλλον, σωστότερα, βρίσκεται σε αδυναμία στο τι να αναγνωρίσει ως εαυτό. Το έργο αυτό επαναλαμβάνεται συνεχώς από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Από εδώ, ίσως, πηγάζει το σύνδρομο του νεοέλληνα να θαυμάζει, να θέλει να μιμείται κάθε τι ξένο και ταυτόχρονα να κατηγορεί τους ξένους για κάθε του πρόβλημα και μόνιμα να ζητά και να έχει απαιτήσεις από αυτούς. Τα περιέγραψε πολύ γλαφυρά όλα αυτά ο Σουρής μέσα σε λίγους στίχους: «…Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο- να παριστάνει τον ευρωπαίο. Στα δυό φορώντας τα πόδια που ‘χει, στο ‘να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι…». Η τάση μας να μιμούμαστε και να απαιτούμε χωρίς να προσκομίζουμε κάτι, χωρίς να έχουμε μια δική μας πρόταση, μάλλον δεν δίνει στους «εταίρους» μας την εικόνα των συνεχιστών εκείνων που φώτισαν τον κόσμο, όπως την έχουμε εμείς στο μυαλό μας για τον εαυτό μας.

Συνδέεται η ύπαρξή μας με την εξάρτηση από την Δύση. Επ’ ουδενί, όμως, η τελευταία δεν έχει αναλάβει το ρόλο του προστάτη μας ή του μεγάλου μας αδερφού, όπως είναι εντυπωμένος στο συλλογικό μας φαντασιακό. Πάντα, στα δύσκολα ήμασταν μόνοι. Και όταν ήρθε βοήθεια απ’ έξω, αυτή δεν ήρθε ως δώρο αλλά ως αντάλλαγμα. Την απαιτήσαμε και την κερδίσαμε με τις πράξεις μας, επειδή εν πάση περιπτώσει προσκομίσαμε και εμείς κάτι και όχι δίκην κάποιας ηθικής επιταγής ή κάποιου ανεκπλήρωτου χρέους από το παρελθόν.

Πηγή εικόνας: naftemporiki.gr

Ξεφυλλίζοντας κανείς την ιστορία της επανάστασης, δεν είναι λίγες οι φορές που θα βρεθεί σε αδιέξοδα, σε κρίσεις, σε στιγμές απογοήτευσης, πλήρους απορίας, τέλειας εγκατάλειψης. Και βλέπει την ψυχική αντοχή, την βούληση και τον τρόπο εκείνων των ανθρώπων να υπερβαίνουν καταστάσεις που τους υπερβαίνουν, να ανοίγουν πόρτα εκεί που δεν υπάρχει, να πετυχαίνουν πράγματα απίθανα. Και αυτό, ίσως, θα μπορούσε να αποτελέσει, ένεκα και των δύσκολων συγκυριών που μας ταλαιπωρούν σήμερα, ένα μήνυμα επίκαιρο στον αναστοχασμό των διακοσίων χρόνων από την εθνική μας παλιγγενεσία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ

  • Δημήτρης Λιαντίνης,  ΓΚΕΜΜΑ, Αθήνα 2006, ΕΚΔΟΣΕΙΣ Δ. ΛΙΑΝΤΙΝΗ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αθανάσιος Μαντζώλας
Αθανάσιος Μαντζώλας
Γεννήθηκε το 1999 στην Βέροια Ημαθίας. Αποφοίτησε το 2017 από το Γενικό Λύκειο Μελίκης και έκτοτε φοιτά στην Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.