11.9 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΤα όπλα του Αγώνα: Πνοές Ελευθερίας

Τα όπλα του Αγώνα: Πνοές Ελευθερίας


Του Νίκου Μελιτσιώτη,

Ατενίζοντας κάποιος, από το εορταστικό βάθρο των 200 χρόνων, την Ελληνική Επανάσταση του 1821, διακρίνει ένα συνονθύλευμα πολεμικών, πολιτικών και διπλωματικών γεγονότων, τα οποία έχουν ως συνδετικό κρίκο τα πρόσωπα τα οποία πρωταγωνίστησαν. Άνδρες και γυναίκες, με τις αποφάσεις και τις πράξεις τους, επιτάχυναν ή επιβράδυναν την πορεία του επαναστατημένου Γένους προς την Ελευθερία. Αν και τα πολιτικά γεγονότα εμπεριείχαν μείζονος σημασίας αποφάσεις μπορεί να ειπωθεί πως, ουσιαστικά, επισφράγιζαν όσα διεκδικούσαν και κέρδιζαν οι ήρωες στα πεδία των μαχών, στις πεδιάδες, στα βουνά και στα κάστρα. Στην άκρως επικίνδυνη, γεμάτη στερήσεις και κινδύνους ζωή ο κλέφτης είχε, πέρα από τους συντρόφους του, και κάποιους ακόμη πολύτιμους συμμάχους και συνοδοιπόρους, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα στην αποτίναξη της τουρκικής τυραννίας. Αυτοί οι συνοδοιπόροι, αντικείμενα ακριβά και πολύτιμα, στα χέρια τους έπαιρναν ζωή.

Τα προεπαναστατικά χρόνια, η κατοχή όπλων από τους υπόδουλους Έλληνες ήταν σπάνιο φαινόμενο, και επικίνδυνο, εάν οι Τούρκοι τα ανακάλυπταν σε κάποιον αιφνιδιαστικό έλεγχο. Η μεγάλη τους αξία, απόρροια της καλής τους ποιότητας και της καλλιτεχνικής, πολλές φορές, διακόσμησής τους, αποτελούσε ανασταλτικό παράγοντα για την απόκτησή τους. Εξαίρεση αποτελούσαν οι αρματολοί οι οποίοι έδρευαν σε μια συγκεκριμένη περιοχή και με τους άντρες τους την προστάτευαν και τη διοικούσαν. Οι εντολοδόχοι τους, οι κατακτητές, τους εφοδίαζαν με όπλα, τα οποία αποκτούσαν, μέσα από συγκρούσεις, την απαραίτητη εμπειρία. Όπλα διέθεταν επίσης και οι κλέφτες, παράνομοι οι οποίοι δρούσαν κυρίως κατά των Οθωμανών, οι οποίοι πολλές φορές αποτελούσαν πρώην ή μελλοντικούς αρματολούς. Αυτές οι ομάδες αποτέλεσαν τη μαγιά των επαναστατικών δυνάμεων, οι οποίοι ανέλαβαν τόσο το βάρος των πρώτων συγκρούσεων, όσο και την εκπαίδευση των απειροπόλεμων και ανεκπαίδευτων απλών ανθρώπων, οι οποίοι προσέρχονταν με ενθουσιασμό δίπλα στους γενναίους καπετάνιους.

Τα όπλα, στα οποία οι Έλληνες στήριζαν τη ζωή και την Ελευθερία τους χωρίζονται ανάλογα με τον τρόπο χρήσης τους, σε εκηβόλα κι αγχέμαχα. Ακόμη, μπορούν να διαχωριστούν ανάλογα με το πεδίο μάχης στο οποίο «δρουν», είτε αυτό είναι στη ξηρά είτε είναι στη θάλασσα. Κάθε τύπος όπλου αδιαμφισβήτητα συνοδεύεται και από τον αντίστοιχο εξοπλισμό, ο οποίος συμβάλει στη φροντίδα, τη μεταφορά και τη σωστή χρήση του.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Επιχρωματισμένη Λιθογραφία. Έργο του Karl Krazeisen. Εικονίζεται με πλήρη οπλισμό. Κουμπούρες και γιαταγάνι είναι περασμένες σε δερμάτινη θήκη στο σελάχι του, ενώ διακρίνεται το κορδόνι με το οποίο είναι περασμένη στον ώμο του η σπάθα. Πηγή εικόνας: eefshp.org

Από τα εκηβόλα πυροβόλα όπλα, το σημαντικότερο ήταν το καριοφίλι, γνωστό και ως ντουφέκι. Η επικρατέστερη εκδοχή προέλευσης του ονόματος είναι η επωνυμία του Ιταλικού εργοστασίου «Carlo et fili», το οποίο κατασκεύαζε τέτοια όπλα. Χρησιμοποιείτο κυρίως από πεζούς στη ξηρά. Αποτελείτο από μια μακριά κάνη, με το μήκος της να είναι κυμαινόμενο, από το μηχανισμό κρούσης και σκανδάλης και το κοντάκι, του οποίου το σχήμα μπορεί να ήταν, μεταξύ άλλων, ουράς ψαριού ή Τ. Τα μέρη αυτά κατασκευάζονταν ξεχωριστά σε διάφορα σημεία της αχανούς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάνοντας την τιμή τους λίγο πιο προσιτή, και συναρμολογούνταν πιθανότατα στα οπλουργεία. Τα αντίστοιχα κοντόκανα πυροβόλα των ιππέων ονομάζονταν νταλιάνια και διέθεταν ραβδωτή κάνη.

Τα πυροβόλα όπλα εκτόξευαν τα, γνωστά από τη λαϊκή μούσα και όχι μόνο, βόλια ή φουσέκια, με τη βοήθεια της τσακμακόπετρας στον πυροκροτητή και φυσικά της μπαρούτης, η οποία τοποθετείτο τόσο στην εμπροσθογεμή γόμωση όσο και στο μηχανισμό πυροκρότησης. Η μπαρούτη για τους επαναστάτες κατασκευαζόταν από τους θρυλικούς μπαρουτόμυλους, με την Πελοπόννησο να στηρίζεται στην περιοχή της Δημητσάνας και στους κατοίκους της, οι οποίοι δε στρατολογούνταν, προκειμένου να δουλεύουν σε αυτά τα «εργοστάσια της Ελευθερίας». Όσο για τα βόλια, οι επαναστάτες έπρεπε να τα κατασκευάζουν οι ίδιοι από μόλυβδο, χρησιμοποιώντας μήτρα είτε μίας είτε περισσοτέρων σφαιρών. Η εμβέλειά του εξαρτιόταν από την ποιότητα κατασκευής, την προγενέστερη χρήση, το μήκος της κάνης και φυσικά το σκοπευτή – χειριστή, με τους Μανιάτες να κατέχουν τη φήμη των δεινότερων σκοπευτών.

Παρεμφερές πυροβόλο όπλο, τουρκικής προέλευσης, με μικρότερη εμβέλεια, ήταν ο σισανές ή shishane. Το κοντάκι του είχε πολυγωνικό σχήμα και η κάνη του ήταν μικρότερου μήκους και μεγαλύτερου διαμετρήματος. Έφερε συνήθως ραβδώσεις, χαρακτηριστικό που μοιράζονταν σε ορισμένες περιπτώσεις με τα καριοφίλια, και βελτίωνε τη δύναμη πυρός του όπλου. Το μεγαλύτερο βάρος του επηρέαζε την ακρίβεια, με την εμβέλεια να μη ξεπερνά τα 130 βήματα.

Τα πυροβόλα όπλα του Αγώνα. Από πάνω προς τα κάτω: Καριοφίλι, κουμπούρα, σισανές και τρομπόνι. Πηγή εικόνων: nhmuseum.gr

Ένα ακόμη, ανάλογου μεγέθους με το σισανέ, όπλο, ήταν το τρομπόνι. Χρησιμοποιείτο κυρίως στις ναυτικές επιχειρήσεις, με βασικό χαρακτηριστικό τη μεγάλου διαμετρήματος κάνη. Γεμιζόταν με περισσότερα του ενός βόλια ή με μπαλαρμά, μια σιδερένια μπάλα η οποία διέθετε οπές, τις οποίες γέμιζαν με μπαρούτι και θειάφι, τα οποία συγκολλούσαν με ρετσίνι. Στόχος των πυρών ήταν η πλήξη περισσότερων του ενός αντιπάλων χωρίς να απαιτείται σκόπευση, λόγω στενότητας χώρου, και ο εμπρησμός των πλοίων και των μπαρουταποθηκών.

Το τελευταίο μέλος της οικογένειας των πυροβόλων είναι η πιστόλα ή κουμπούρα. Το όνομά της προέρχεται από την τουρκική λέξη kubur. Η κατασκευή της είναι ανάλογη, με κάνη, μηχανισμούς και λαβή, σε αρκετά μικρότερη κλίμακα, προκειμένου να μπορεί να τοποθετηθεί στο σελάχι, είτε κατευθείαν είτε μέσα σε δερμάτινες θήκες, με κάποιες να μπορούν να προσαρμοστούν και σε σέλα. Πιο σπάνια ήταν και η πιστόλα μικρού μεγέθους, την οποία έφερε συνήθως κάποιος ταξιδιώτης για την ασφάλειά του. Το μικρό μήκος της κάννης επέτρεπε τη μεταφορά μέσα στα ιμάτια, προκειμένου να μη γίνεται αντιληπτή.

Τα όπλα, ως πιστός και δυναμικός σύντροφος, είχαν ανάγκη από τακτική φροντίδα και σωστή χρήση, προκειμένου να αποδώσουν τα μέγιστα. Για το σκοπό αυτό, οι επαναστάτες έφεραν μαζί τους ένα σύνολο αντικειμένων για αυτό το σκοπό. Βασική ανάγκη ενός πυροβόλου όπλου, ακόμη και στις μέρες μας, είναι το λάδωμα μετά τη χρήση. Το μελουδάρι ή μεδουλάρι περιείχε λίπος, το οποίο χρησιμοποιούσαν για αυτό το σκοπό. Ακόμη είχαν μαζί τους μπαρουτοθήκη για μεταφορά πυρίτιδας και δοσομετρητή για τον υπολογισμό της σωστής ποσότητας πυρίτιδας για τη γόμωση των όπλων, γνωστό και ως δραμολόγο ή σέσουλα. Ένα ακόμη εξάρτημα ήταν η παλάσκα, στην οποία μετέφεραν τις χαρτούτσες, φυσίγγια έτοιμα, κατασκευασμένα από χαρτί, τα οποία περιείχαν μπαρούτι και βόλια. Επίσης έφεραν μαζί τους πυριτόλιθους για την αντικατάσταση αυτών που βρίσκονταν στα όπλα και μήτρες για βόλια. Η γόμωση γινόταν για τα μακρύκανα όπλα με βέργα και για τις πιστόλες με το χαρμπί, μεταλλική ράβδο την οποία έφεραν στο σελάχι και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως όπλο.

Ο εξοπλισμός που συνόδευε τα πυροβόλα όπλα. Από πάνω προς τα κάτω. Αριστερά: Παλάσκα, μπαρουτοθήκη, χαρμπί. Δεξιά: μήτρα για βόλι, δραμολόγος ή σέσουλα. Πηγή εικόνων: nhmuseum.gr

Η διεξαγωγή της μάχης γινόταν συνήθως σε δύο φάσεις. Η πρώτη ήταν η ανταλλαγή πυρών, με τους επαναστάτες να οχυρώνονται πίσω από τα ταμπούρια, κατασκευές από πέτρες, οι οποίες χρησίμευαν στην κάλυψη του επαναστάτη, ο οποίος γονάτιζε για να σκοπεύσει και να μη δώσει στόχο με τον όγκο του, και στη στήριξη των μακριών καννών, ενέργεια που αύξανε την ακρίβεια της βολής. Όμως, η διαδικασία γεμίσματος ενός εμπροσθογεμούς όπλου ήταν χρονοβόρα, με αποτέλεσμα η εμπλοκή εκ του συστάδην να γίνεται γρήγορα, μετά από λίγες βολές.

Το βασικότερο όπλο ενός αγωνιστή για μάχη εκ του συστάδην ήταν η σπάθα ή πάλα. Ανατολικού τύπου όπλο, αποτελείτο από την κυρτή λάμα, με την κόψη να βρίσκεται στην εξωτερική πλευρά, το φυλακτήρα σε σχήμα Τ, ο οποίος προστάτευε το χέρι του αγωνιστή από εχθρικά χτυπήματα, και τη λαβή, η οποία ήταν κατασκευασμένη από κόκκαλο ή ξύλο, με επένδυση από δέρμα. Η ναυτική σπάθα διέθετε μικρότερο φυλακτήρα. Η χρήση της απαιτούσε δεξιοτεχνία και προσοχή, καθώς σε αντίθετη περίπτωση η καταστροφή της ίσως αποδεικνυόταν μοιραία. Η μεταφορά και η φύλαξη του όπλου γινόταν με ξύλινο θηκάρι, το οποίο ήταν επενδυμένο με δέρμα και στις δύο άκρες δεμένο με μέταλλο, ενώ έφερε και δύο κρίκους  Ο μαχητής το έφερε κρεμασμένο είτε στον ώμο είτε στο σελάχι με κορδόνι περασμένο στους κρίκους.

Σε περίπτωση απώλειας της σπάθας ή λόγω στενότητας χώρου, η οποία θα δυσχέραινε τη χρήση της, στη μάχη εισερχόταν το γιαταγάνι, από την τουρκική λέξη yataghan. Η δομή του διέφερε με αυτή της πάλας στο μέγεθος, το οποίο ήταν μικρό για να φέρεται στο σελάχι, καθώς και στην απουσία του φυλακτήρα, που έκανε τη χρήση του περισσότερο επικίνδυνη. Η κόψη βρισκόταν στην εσωτερική πλευρά της λάμας, ενώ το κυρτό σχήμα, όπως και στην περίπτωση της σπάθας, αύξανε τη δύναμη του χτυπήματος. Το πάχος της λάμας ήταν μεγαλύτερο, αυξάνοντας την ισχύ του όπλου και η ευμεγέθης λαβή του είχε χαρακτηριστικό, πολλές φορές, σχήμα, γεγονός που διευκόλυνε την εξαγωγή του από το θηκάρι, το οποίο ήταν παρόμοιο με αυτό της σπάθας. Τόσο στα γιαταγάνια όσο και στη σπάθα, η λαβή κατασκευαζόταν ξεχωριστά από τη λάμα.

Τα γνωστότερα αγχέμαχα όπλα του Αγώνα. Από πάνω προς τα κάτω. Αριστερά: σπάθα ή πάλα, γιαταγάνι. Δεξιά: πολεμικό τσεκούρι, κεφαλοθραύστης ή τοπούζι, εγχειρίδιο κουρδικού ή τουρκικού τύπου, κάμα δίκοπη. Πηγή εικόνας: nhmuseum.gr

Άλλα αγχέμαχα όπλα, λιγότερο γνωστά, ήταν η κάμα, μαχαίρι μικρού μήκους χωρίς φυλακτήρα, το εγχειρίδιο κουρδικού ή τουρκικού τύπου, του οποίου η λάμα είχε κλίση προς μια πλευρά, τα μικρά τσεκούρια ή μπαλτάδες, τους κεφαλοθραύστες ή τοπούζια, ενώ οι ναυτικοί διέθεταν κάποια ιδιότυπα πολεμικά τσεκούρια, τα οποία στη λαβή τους διέθεταν λόγχη, ικανή να καταφέρει θανάσιμα πλήγματα στον αντίπαλο.

Τα όπλα αυτά, συνοδοιπόροι και αρωγοί των αγωνιστών στο δύσκολο δρόμο που έπαιρναν, πολλές φορές περιέρχονταν στην κατοχή τους όχι από αγορά, αλλά από λαφυραγωγία. Και στις δύο περιπτώσεις η διακόσμηση, στα μεταλλικά και δερμάτινα μέρη του εξοπλισμού, καθιστούσαν τα όπλα έργα τέχνης, αυξάνοντας τη σημασία για τους αγωνιστές και φυσικά την αξία τους. Πολλές φορές το συναισθηματικό δέσιμο των αγωνιστών με αυτά, τους οδηγούσε στη «βάφτιση» των όπλων, συνήθως με γυναικεία ονόματα. Η ιδιαίτερη σχέση αγάπης των αγωνιστών με τα «άρματά» τους, τους έδινε τη δύναμη να συνεχίσουν το γεμάτο λόγγους, δερβένια και κακοτράχαλα βουνά δρόμο τους, στον οποίο ο χάρος παραφυλούσε σε κάθε γωνία. Δρόμο που οδηγούσε στην ελευθερία, την αυτοδιάθεση και τη δικαίωση των κόπων τους.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Συλλογικό Έργο (1930) Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια Τόμος Έκτος. Αθήνα: Εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας. Λήμμα: Σπάθη
  • Σ. Ι. Καργάκος (2014) Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 Τόμος Α΄. Αθήνα: Ειδική Έκδοση για την Real Media.
  • Ν. Νικόλτσιος ‘Τα «Άρματα» του 1821 Αγχέμαχα και εκήβολα των αγωνιστών’ Σε Συλλογικό Έργο (2021) Στρατιωτική Ιστορία – 200 χρόνια αφιέρωμα Η Ελληνική Επανάσταση 1821. Αθήνα: Εκδ. Γκοβόστη
  • Ν. Βασιλάτος ‘Τα όπλα του Αγώνα’ Σε Συλλογικό Έργο (s. d.) 1821 Οι Αθέατες όψεις. Αθήνα: Εκδόσεις Χ. Κ. Τεγόπουλος. Διανέμεται με την «Ελευθεροτυπία»

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε το 1997 στην Καλαμάτα και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Συμμετείχε σε αρχαιολογικά και ιστορικά συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητής και εθελοντής. Είναι ένθερμος μελετητής της Βυζαντινής Ιστορίας. Ασχολείται με τον παραδοσιακό χορό και τη συλλογή και μελέτη νομισμάτων.