Του Θάνου Παπαδογιάννη,
Τις τελευταίες εβδομάδες, καταναλώνουμε άπλετο παραγωγικό χρόνο από τη ζωή μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτά μας απορροφούν από στιγμές της καθημερινότητας και μπορούν να μας μεταφέρουν σε μια άλλη διάσταση. Η διάσταση αυτή μπορεί να φανεί με την σειρά της είτε κατατοπιστική και ενημερωτική σε αυτό το οποίο ψάχνουμε στις πλατφόρμες είτε να μας αποπροσανατολίσει και να μας καθοδηγήσει σε σκοτεινότερες πλευρές της.
Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center που πραγματοποιήθηκε το 2018, το 45% των Ελλήνων χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο αριθμός αυτός μας κατατάσσει από τη μέση και κάτω της κλίμακας η οποία δημιουργήθηκε.
Ερχόμαστε, όμως, τώρα στο περιεχόμενο των κοινωνικών δικτύων και στο πόσο αυτό έχει επηρεάσει τους χρήστες τους. Σε έρευνα του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου και Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, το 45% δηλώνει ότι έχει έντονες ανησυχίες για την αξιοπιστία των πληροφοριών που λαμβάνουν από αυτά.
Από μικροί, οι γονείς μας, το σχολείο μας και όλη η κοινωνία, μας ενημερώνει προληπτικά για τους κινδύνους του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Από μικρούς, μας έχουν δασκαλέψει να προσέχουμε τι διαβάζουμε στο ίντερνετ, να το φιλτράρουμε στο μυαλό μας και μετά να το αποδεχόμαστε ή να το αποσύρουμε αν κάτι δεν στέκει.
Στα social media, λοιπόν, πολλοί είναι εκείνοι, οι οποίοι θα γράψουν κάτι απλά για να τραβήξουν την προσοχή, απλά για να δημιουργήσουν ένα θέμα εκεί που δεν υπάρχει τίποτα. Όμως, αυτό δεν γίνεται πλειοψηφικά, υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι οι οποίοι θα γράψουν στο λογαριασμό τους στο Twitter ή το Facebook κάτι το οποίο είδαν να γίνεται μπροστά στα μάτια τους, θα αναφερθούν σε κάτι που κάποιος άλλος δεν είδε.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πλέον, ως τεράστιες πολυεθνικές εταιρείες, πρέπει να προστατεύουν και να στοχεύουν στο κέρδος. Οι χρήστες τους ξεπερνούν το 1,5 δισεκατομμύριο ανά τον κόσμο, ο αριθμός των χρηστών είναι και αυτός που κάνει τις εταιρείες αυτές κερδοφόρες. Έχουμε δει ότι οι διαχειριστές τους έχουν στα χέρια τους δύναμη, η οποία μπορεί να φανεί λυτρωτική σε πολλές περιπτώσεις. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι αυτό του Donald Trump, του οποίου τα tweets αλλά και ο ίδιος ο λογαριασμός του σβήστηκαν από το Twitter λόγω της μετάδοσης ψευδών ειδήσεων. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ κατηγορείται πως πυροδότησε και ώθησε τους υποστηρικτές του στην εισβολή στο Καπιτώλιο των Ηνωμένων Πολιτειών στις 6 Ιανουαρίου.
Γενικότερα τώρα, η παραπληροφόρηση που υπάρχει διαφέρει τελείως με αυτό που ανέφερε ο Έλληνας Πρωθυπουργός στη Βουλή την περασμένη Παρασκευή 12 Μαρτίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε: «Όπως λειτουργούν σήμερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιουργούν στεγανά έντασης και όχι διαλόγου… αυτό είναι κακό για την δημοκρατία μας, είναι κακό για το επίπεδο διαλόγου μας».
Η φράση αυτή με βρίσκει κάθετα αντίθετο. Η ενημέρωση που γίνεται από τα κανάλια της τηλεόρασης δεν αρκεί, πολλές είναι οι φορές που για τον έναν ή τον άλλο λόγο… τα κανάλια δεν έχουν αναφέρει περιστατικά ή και να τα έχουν αναφέρει, έχουν αλλάξει το περιεχόμενο, έχουν αλλάξει τον θύτη και το θύμα. Τις τελευταίες ημέρες με τα περιστατικά αστυνομικής βίας στην Νέα Σμύρνη, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης αλλά και σε όλη τη χώρα, βίντεο τα οποία έγιναν αμέσως γνωστά, και τα οποία δείχνουν την ωμή βία, δεν θα τα είχαμε δει, αν δεν υπήρχε το Twitter, το Facebook, το Instagram.
Οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι κυρίως νεαρής ηλικίας και γενικότερα είναι μόνο το 45%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το ότι το υπόλοιπο 55%, το οποίο επιλέγει να ενημερώνεται από την τηλεόραση, δεν θα δει ποτέ τα εκατοντάδες περιστατικά, τα οποία καθημερινά αναρτώνται στα social media και τα κανάλια είτε επιλέγουν είτε αποφεύγουν να αναφέρουν.
Όμως, εκτός από την πληροφόρηση και την παραπληροφόρηση των πολιτών μέσω των social media, μπορεί να φανεί και η δυσχέρεια ενός ολόκληρου λαού για εξελίξεις και αποφάσεις κυβερνήσεων. Παράδειγμα έχουμε πάλι πρόσφατο, αφού στο μήνυμα του Πρωθυπουργού για τα επεισόδια της Νέας Σμύρνης το βράδυ της 9ης Μαρτίου, την δημοσίευση που απέσπασε στο Facebook συνολικά 81 χιλιάδες αντιδράσεις, εκ των οποίων οι 61 χιλιάδες είναι η αντίδραση «Έλεος» που εκφράζεται με εξαγριωμένο emoji. Μέσω της αντίδρασης αυτής ένα μέρος πολιτών δείχνει τη δυσανασχέτηση του απέναντι στις ανακοινώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη. Σε μια περίοδο όπου οι πορείες απαγορεύονται, λόγω των υγειονομικών συνθηκών, τα κοινωνικά δίκτυα γίνονται έστω και λίγο το μέσο για την λαϊκή διαμαρτυρία.
Έτσι καταλήγω στο συμπέρασμα μου. Όπως το κάθε πράγμα στη ζωή μας, έτσι και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν τις θετικές, αλλά και τις αρνητικές τους πλευρές. Όπως τα κανάλια υστερούν σε κάποια ρεπορτάζ, θέλοντας ή μη, έτσι και τα social media έχουν και λάθος ρεπορτάζ. Όσο κακό είναι από την μία μεριά, άλλο τόσο είναι και από την άλλη… Σε στιγμές που ο λαός δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί το δικαίωμα του στο συνέρχεσθαι, εκμεταλλεύεται το διαδίκτυο για να διαμαρτυρηθεί. Σε καμία, λοιπόν, περίπτωση η δημοκρατία και ο διάλογος δεν εμποδίζονται από τα μέσα κοινωνικών δικτύων, αλλά την βοηθούν και την ενισχύουν…