Της Κέλλυς Πάντου,
Γεννημένος στην Αθήνα του 1907, ο Νίκος Εγγονόπουλος (1907-1985) υπήρξε καθηγητής, ποιητής, ζωγράφος και σκηνογράφος. Αναμφίβολα αποτέλεσε μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες της γενιάς του 1930, ενώ, μέχρι και σήμερα, αποτελεί έναν από τους κύριους εκφραστές του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα. Εστιάζοντας στο έργο του ως ζωγράφος, βλέπουμε πώς συνδυάζει στοιχεία και εικόνες της ελληνικής παράδοσης, από τη μυθολογία και το Βυζάντιο έως και τα νεότερα χρόνια της σύγχρονης εποχής, με έναν τρόπο αντισυμβατικό, άλλοτε ακόμα καυστικό και χιουμοριστικό. Στους πίνακές του έντονη είναι η παρουσία του ερωτικού στοιχείου, που αποτυπώνεται από γυμνές ανδρικές και γυναικείες φιγούρες στο προσκήνιο. Χάρη, λοιπόν, τόσο στο ζωγραφικό όσο και στο ποιητικό του έργο, ο καλλιτέχνης συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες πνευματικές μορφές της μεταπολεμικής περιόδου στη χώρα μας.
Το συγκεκριμένο έργο, «Ο ποιητής και η μούσα», είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της τεχνοτροπίας του καλλιτέχνη. Η μούσα παρουσιάζεται με ποδήρη, πτυχωτό χιτώνα και έναν πάπυρο τυλιγμένο σε ειλητάριο να έχει λάβει τη θέση της κεφαλής. Προφανώς, ως σύμβολο των γνώσεων και της έμπνευσης, που ξεχειλίζουν από τις μούσες. Με το δεξί χέρι κρατά βιολί, το οποίο φαίνεται να παραδίδει στον ποιητή. Εκείνος στέκει καθήμενος απέναντί της, με σώμα και κεφάλι κούκλας (φιγούρα γνωστή και ως ανδρείκελο) και παραλαμβάνει το θείο δώρο. Ίσως υπονοείται πως το δώρο της ποίησης θα τον μετατρέψει από άψυχη κούκλα σε άνθρωπο, θα του δώσει μορφή. Ίσως η μούσα τού δίνει την έμπνευση, που θα πνεύσει ζωή μέσα του.
Στο βάθος κάτω δεξιά στον πίνακα, διακρίνεται ένα ζευγάρι στην παραλία. Ένας άντρας με μαγιό της εποχής συνομιλεί με μια γυναίκα με παριζιάνικη ενδυμασία. Τα περισσότερα σύμβολα στον πίνακα είναι ευδιάκριτα και αναγνωρίσιμα. Για παράδειγμα, το ταυ και το τρίγωνο στον τοίχο πάνω από τον καθιστό ποιητή βρίσκονται εκεί, συμβολίζοντας τη λογική και τη γεωμετρία της ποίησης. Η αίσθηση του παράδοξου, του ανεξήγητου και του μη λογικού είναι κύριο χαρακτηριστικό του συνολικού έργου του Εγγονόπουλου. Η απουσία ορθολογισμού οδηγεί σε ερωτήματα. Από τα ψάρια και τα γεωμετρικά σχήματα στο πάτωμα, το εσωτερικό του κύβου, που φαίνεται σαν ένα δωμάτιο, την απουσία χεριών στον ποιητή, μέχρι και στο αν το τοπίο του νεοκλασικού σπιτιού στον τοίχο είναι παράθυρο ή πίνακας, τα ερωτήματα είναι πολλά. Έτσι ακριβώς καταφέρνει ο καλλιτέχνης και κερδίζει το ενδιαφέρον του παρατηρητή.
Ο Εγγονόπουλος, λοιπόν, υιοθετεί μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση στη ζωγραφική του και με τη χρήση έντονων και ζωντανών χρωμάτων καθορίζει το δικό του ξεχωριστό και φωτεινό ύφος. Για να αποδώσει τον όγκο στα σχήματά του σε αυτό το πολύ θεατρικό σκηνικό, ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί τεχνικές σκίασης που χρησιμοποιούνται στη βυζαντινή τέχνη και την αγιογραφία. Γενικότερα, ο πίνακας αποτελεί κατεξοχήν παράδειγμα σουρεαλιστικής έκφρασης.
Σε ανάλογο μήκος κύματος βρίσκεται και το έργο «Ο Ερμής εν αναμονή». Ένας πίνακας που συνδυάζει την αγωνία και την παρωδία με μυθολογικές μορφές. Κεντρική φιγούρα αποτελεί ο Ερμής, που κάθεται και αγναντεύει από το παράθυρο, ενώ δύο ανθρωπόμορφες γυναίκες τού απευθύνουν τον λόγο. Ο άνδρας, όμως, έχει βγάλει το σπαθί του από το θηκάρι, δείχνοντας πως έχει αφοπλιστεί και φαίνεται να κάθεται σκεπτικός και ανήσυχος. Ο πολυτεχνίτης θεός που είχε αναλάβει να εποπτεύει προστατευτικά τις πιο αντιφατικές καταστάσεις, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ταυτίζεται στη συνείδηση του καλλιτέχνη με το ελληνικό πνεύμα και τρόπο ζωής, αλλά ακόμα και με τον ίδιο. Ο Εγγονόπουλος είχε δεχτεί πολύ σκληρή κριτική για τα έργα του, που έφτανε τα όρια της κακοήθειας. Από τη μία πλευρά, ο μικροαστός δεξιός συντηρητισμός, από την άλλη, ο αριστερός λαϊκισμός, βιάστηκαν να κατακρίνουν κάθε στοιχείο μοντερνισμού στο έργο του καλλιτέχνη. Ίσως αυτή η αντιπαράθεση παίρνει τη μορφή των δύο γυναικών. Η μία ντυμένη σε λιτή, λευκή ελληνική ενδυμασία και για κεφάλι της μια γλάστρα, που ανθίζει, ενώ η γυναίκα στα δεξιά, πιο κομψή και προκλητική, με κεφάλι της ένα πιόνι από σκάκι. Η απόλυτη αντιπαράθεση του δυτικοευρωπαϊκού ορθολογισμού, που φέρνει το κύμα της αλλαγής και του εκμοντερνισμού, με το αρχαιοελληνικό συντηρητικό πνεύμα, που πασχίζει να μείνει πιστό στις παραδόσεις του και να κρατήσει αναλλοίωτη την ταυτότητά του. Ο καλλιτέχνης καταφέρνει να κάνει ένα πολιτικό σχόλιο, που αφορούσε τόσο την κατάσταση εντός συνόρων της χώρας, όσο και την στάση της απέναντι σε άλλες ευρωπαϊκές τάσεις. Ο συγκρητισμός του πίνακα είναι ανάλογος με τον πολιτισμό ενός έθνους, που αναζητεί την ταυτότητά του.
Ο Νίκος Εγγονόπουλος δεν ήταν ο μόνος στην εποχή του που ασχολήθηκε με τη μυθολογία στη θεματολογία του. Ωστόσο, της έδωσε μια άλλη πνοή μέσα από τα προσωπικά του κίνητρα. Η οπτική γωνία, από την οποία φιλοτεχνεί τα έργα του, δίνει ένα πιο επιβλητικό ύφος στους ήρωές του, εκφράζοντας έτσι την υπερηφάνειά του ως φορέας της κληρονομιάς αυτής. Μυθικοί ήρωες και λογοτεχνικά πρόσωπα, γυναικείες φιγούρες, αλλά και υπαρκτοί χαρακτήρες, που ο καλλιτέχνης θαύμαζε, αποτελούν, κατά κύριο λόγο, επίκεντρο των συνθέσεών του, επικυρώνοντας την κοσμοπολίτικη και καλλιεργημένη φύση του. Ακόμα, μέσα στο γεμάτο συμβολισμούς πάντοτε έργο του, συνδυάζει την ποιητική και αινιγματική του ικανότητα, για να περάσει κοινωνικά μνήματα και ανησυχίες του στον θεατή. Παρά το αμφιλεγόμενο από το κοινό ύφος του υπερρεαλιστή καλλιτέχνη μας, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί, πως κάθε έργο του αποπνέει μόνο σεβασμό και θαυμασμό προς τον άνθρωπο και τη φύση του. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, που το 2007 ανακηρύχθηκε από τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας μας ως «Έτος του Νίκου Εγγονόπουλου».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Νίκος Εγγονόπουλος: «Μυθολογία», εκδ. Ύψιλον, 2006
- Δώρα Κομίνη-Διαλέτη: «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», εκδ. Μελισσα, 2010
- Εθνική Πινακοθήκη, διαθέσιμο εδώ
- Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, διαθέσιμο εδώ