Της Χαράς Αναστασιάδου,
Στο Εμπορικό Δίκαιο των εταιρειών, προκειμένου να δημιουργηθεί μια εταιρεία μεσολαβεί η δήλωση βούλησης τουλάχιστον δύο προσώπων πως επιθυμούν την ένωση αυτή, αποσκοπώντας σε κάτι κοινό, με απώτερο στόχο το μέγιστο κέρδος. Γι’ αυτό, πρώτα κάνουν μια έρευνα σχετικά με το ποιοι εταιρικοί τύποι προβλέπονται και τι προνόμια παρέχει ο καθένας. Ως προς το τελευταίο, να λεχθεί ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εντοπίσουν την πιο συμφέρουσα εμπορική δράση, δεδομένου ότι το Εμπορικό Δίκαιο είναι πολύ λεπτομερές και περιέχει πολλές άγνωστες έννοιες. Έτσι, καταφεύγουν σε κάποιον ειδικό, συνήθως σε δικηγόρο, ώστε να ενημερωθούν ως προς το ποιες είναι οι δυνατότητές τους.
Καταρχήν, όσοι εμπλέκονται σε μια εμπορική εταιρεία, δεδομένου ότι έχει και εξωτερική δράση, καθώς συναλλάσσεται με τρίτους, προσέχουν να μην βρεθούν στη δύσκολη θέση εκπλήρωσης των όσων αδυνατεί να εκτελέσει η εταιρεία, μολονότι το υποσχέθηκε. Γι’ αυτό, ένας έμπειρος δικηγόρος θα συμβούλευε να δημιουργήσουν Α.Ε., καθώς εκεί ισχύει η αρχή χωριστής εταιρικής περιουσίας από την ατομική, δηλαδή κατά κανόνα ενέχεται η εταιρεία και όχι το ΔΣ ή ο μέτοχος με επιρροή. Τα δύο τελευταία μέρη ενέχονται μόνο εσωτερικά, δηλαδή οχι έναντι των δανειστών, αλλά μόνο έναντι της εταιρείας, με την οποία συνδέονται με οργανική σχέση ανάθεσης καθηκόντων. Όμως, υπάρχει και η εξαίρεση να υπάρχει ευθύνη στο πρόσωπο του κυριαρχούντος μετόχου έναντι των δανειστών για δύο περιοριστικές περιπτώσεις, αυτή της παρέλκυσης (μη γνωστοποίηση πτώχευσης, εφόσον έχουν περάσει 30 ημέρες από την παύση πληρωμών) και της πτώχευσης. Τότε και μόνο, επέρχεται άρση αυτοτέλειας του νομικού προσώπου της, δηλαδή αποκτούν τη δυνατότητα οι δανειστές να στραφούν τόσο κατά του μετόχου, όσο και κατά της εταιρείας, οι οποίοι ευθύνονται παθητικά και εις ολόκληρον (μέχρι το ύψος της εισφοράς τους), όμως μέχρι να ικανοποιηθεί μια φορά ο έχων την αξίωση.
Ακριβώς γιατί ενέχεται η εταιρεία, μεγάλη σημασία έχει το μετοχικό της κεφάλαιο, το οποίο εντάσσεται στο παθητικό της, το οποίο δεσμεύεται και δεν διανέμεται, προκειμένου να προστατευτούν οι δανειστές. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο, καθώς νοείται και η περίπτωση διανομής του σε περίπτωση που αυτό μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις της εταιρείας και μετά από αυτό περισσεύει ένα τμήμα του. Παρατηρείται, επομένως, ότι οι διατάξεις της Α.Ε. είναι δημόσιας τάξης, και δεν επιτρέπεται απόκλιση από αυτές, με βάση την ιδιωτική βούληση και σε περίπτωση που γίνει τέτοια, αυτή είναι ανίσχυρη και δεν δεσμεύει.
Απεναντίας, στις προσωπικές εταιρείες, όσοι τις αποτελούν ευθύνονται προσωπικά, απεριόριστα με την ατομική τους περιουσία και εις ολόκληρον έναντι των δανειστών, οι οποίοι μπορούν να επιλέξουν να στραφούν απευθείας κατά αυτών χωρίς πρώτα να προσφύγουν κατά της εταιρείας. Με άλλα λόγια, η ευθύνη τους είναι άμεση και πρωτογενής και δεν εξαρτάται από προηγούμενη ανεπιτυχή προσπάθεια ικανοποίησης από την ίδια την εταιρεία. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι μένουν απροστάτευτοι, αφού ο Ν.4072/12 στο άρθρο 258 παρ. 2, τους παρέχει τη δυνατότητα να προβάλλουν ενστάσεις κατά των δανειστών, εφόσον αυτή (η ένσταση) υπήρχε και μπορούσε να προβληθεί από την εταιρεία. Εξ αντιδιαστολής, δεν μπορούν να προβάλουν προσωπικές ενστάσεις που ενδεχομένως να είχαν από προηγούμενη σχέση με τους δανειστές, καθώς δεν έχουν κάποια σχέση με την εταιρεία.
Ένα επιπρόσθετο στοιχείο, που διακρίνει τις προσωπικές εταιρείες (Ο.Ε.) και κεφαλαιουχικές (Α.Ε.), είναι τα περί των εισφορών. Δεδομένου ότι οι εισφορές δεν είναι μόνο χρηματικές, αλλά και συγκεκριμένα πράγματα (π.χ. ένα ακίνητο για στέγαση των γραφείων) ή κάποια συμπεριφορά που συνίσταται σε παροχή (π.χ. εργασία) ή υλική ενέργεια (προώθηση της εταιρείας μέσω διαφήμισης), αυτές είναι δυνατές στις Α.Ε., λόγω της ευελιξίας που την χαρακτηρίζει και βάσει του άρθρου 17 ν.4548/18 (εισφορές σε είδος). Επιπροσθέτως, δεν έχει τόσο μεγάλη βαρύτητα το αν υπάρχει εισφορά σε είδος, αφού στις Α.Ε. δεν έχει μεγάλη βαρύτητα το πρόσωπο των μετοχών, αλλά μόνο η εισφορά ενδιαφέρει. Τα παραπάνω, φυσικά, δεν ισχύουν στις προσωπικές εταιρείες, λόγω του ότι είναι ένας τύπος εταιρείας με έντονο το προσωπικό στοιχείο, και έτσι δεν νοείται ως εισφορά η περίπτωση της εργασίας.
Βέβαια, και οι προσωπικές εταιρείες έχουν πλεονεκτήματα, με βασικότερο ότι το νομικό πλαίσιο που τις διέπει δεν είναι διατάξεις δημόσιας τάξεως, αλλά ενδοτικού δικαίου. Έτσι, τα μέρη μπορούν να εισάγουν αποκλίσεις, ρυθμίζοντας το κανονιστικό πλαίσιο όπως επιθυμούν. Παρατηρείται εύλογα πως στον συγκεκριμένο τύπο εταιρειών υπάρχει μεγαλύτερη συμβατική ελευθερία, είτε με την προσθήκη ρητρών είτε με παραστατικές συμφωνίες (δηλαδή εξοχικές συμφωνίες που δεσμεύουν όσους συμβλήθηκαν, όχι όμως τρίτα μέρη, όπως οι δανειστές).
Ένα τελευταίο σημείο διάκρισης των δύο εταιρειών, αφορά στο τι γίνεται αν αποχωρήσουν τόσα μέλη, ώστε να μείνει ένα μόνο πρόσωπο. Το συγκεκριμένο μας ενδιαφέρει για το αν θα συνεχίσει να υπάρχει η νομική μορφή της εταιρείας ή αν θα εξαφανιστεί. Βάσει του άρθρου 267 ν.4072/12, καταρχήν οι Ο.Ε. δεν μπορούν να υπάρξουν αν παραμείνει ένας μόνο εταίρος, όμως ο νόμος, δείχνοντας επιείκεια, το επιτρέπει, εφόσον όμως συμπληρωθούν τα μέλη της μέσα σε διάστημα τεσσάρων (4) μηνών. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στις Α.Ε., καθώς ο νόμος 4548/18 δεν θεσπίζει τέτοια απαγόρευση. Επιπροσθέτως, στο άρθρο 115 του ίδιου νόμου επιβεβαιώνεται η δυνατότητα αυτή, αφού προβλέπεται η ύπαρξη Μονομελούς ΔΣ (όμως υπό την προϋπόθεση της παραγράφου 6: όταν δεν έχουμε μεγάλη ή μεσαία εταιρεία και εταιρεία που να είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο), ως εξαίρεση από τον κανόνα ότι το ΔΣ αποτελούν 3 ως 15 μέλη.
Άρα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι Α.Ε. εμφανίζουν περισσότερα πλεονεκτήματα από την προσωπική εταιρεία (Ο.Ε.), η οποία φαίνεται να έχει ως μόνο σημαντικό πλεονέκτημα τη δυνατότητα μεγάλης συμβατικής ελευθερίας, κάτι που δεν υπάρχει στην Α.Ε., καθώς λόγω της μεγάλης οικονομικής σημασίας της απαιτείται ασφάλεια του δικαίου, που επιτυγχάνεται με κανόνες αναγκαστικού δικαίου. Τέλος, σημαντικό είναι να έχουμε κατά νου τα θέματα της ευθύνης, που πολύ μεγαλύτερο εύρος αυτής υπάρχει στην Ο.Ε., λόγω του προσωπικού της χαρακτήρα, και μηδαμινή ως ελάχιστη στην Α.Ε., διότι εκεί απαραίτητο είναι το κεφάλαιο και όχι η εύρεση προσώπων για ευθύνη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Εμπορικό Δίκαιο Εταιρειών, Ν. Ρόκας, 9η έκδοση
- Εμπορικό Δίκαιο Εταιρειών, Αριστέα Σινανιώτη – Μαυρουδή
- Εμπορικό Δίκαιο, Π. Παναγιώτου (κεφ. Εμπορικές Εταιρείες)