Της Λιλής Οικονόμου,
Οι εκλογές της 14ης Μαρτίου στις περιοχές Βάδη-Βυρτεμβέργη και στη Ρηνανία-Παλατινάτο σηματοδοτούν και επισήμως την έναρξη μιας χρονιάς κρίσιμων αναμετρήσεων στη Γερμανία, με αποκορύφωμα τις βουλευτικές εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου 2021. Η επικείμενη αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ από την πολιτική σκηνή, οι δυσχερείς συνθήκες που προκαλεί η πανδημία του κορωνοϊού, η νέα ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), καθώς και τα πρόσφατα σκάνδαλα, δημιουργούν μια εξαιρετικά ασταθή πραγματικότητα.
Η Άνγκελα Μέρκελ ασκεί τα καθήκοντά της ως καγκελάριος της Γερμανίας από το 2005 έως και σήμερα, ανήκοντας στη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Γερμανίας (CDU) που αποτελεί το χριστιανοδημοκρατικό και συντηρητικό πολιτικό κόμμα της χώρας.
Στις 14 Μαρτίου, τα προαναφερόμενα δύο κρατίδια προσήλθαν στις κάλπες και τηρήθηκε το μοτίβο των προηγούμενων χρόνων. Κι αυτή τη φορά το CDU, σύμφωνα με τα exit polls του γερμανικού καναλιού ARD, «ηττήθηκε» στη Βάδη-Βυρτεμβέργη όπου το ποσοστό του κόμματος ανήλθε στο 23,6%, έναντι του 32,4% των Πράσινων. Με πρόεδρο τον Βίνφριντ Κρέτσμαν και πάλι, οι Πράσινοι αναδείχθηκαν ως πρώτο κόμμα. Αντίστοιχα, παρόμοιες απώλειες σημειώθηκαν στη Ρηνανία-Παλατινάτο όπου το ποσοστό του CDU περιορίστηκε στο 27,4% με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί ως το δεύτερο κόμμα, ακολουθώντας τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) που πρώτευσαν με 35,7%.
Η σημασία αυτών των αποτελεσμάτων κρίνεται εξαιρετικά υψηλή, αφού αποτελούν μία πρόγευση του τι θα ακολουθήσει σε έξι μήνες, όταν το σύνολο των Γερμανών πολιτών θα κληθεί να επιλέξει τον διάδοχο της Καγκελαρίου. Στις ομοσπονδιακές εκλογές που, όπως αποφάσισε το υπουργικό συμβούλιο, θα διεξαχθούν στις 26 Σεπτεμβρίου 2021, σύμφωνα με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ αναμένεται να υποστεί σθεναρή μείωση της εκλογικής του δύναμης. Ακόμη, λαμβάνοντας υπόψη την ψήφο εμπιστοσύνης των πολιτών στα δύο νοτιοδυτικά κρατίδια, εξάγεται το συμπέρασμα ότι είναι πλέον δυνατό να σχηματιστούν κυβερνήσεις χωρίς τη συμμετοχή των Χριστιανοδημοκρατών, κάτι που είναι ικανό να προκαλεί προβληματισμούς στον Άρμιν Λάσετ, εκλεγμένο πρόεδρο της γερμανικής Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης.
Επιπλέον, η κατάσταση για το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, το οποίο εντάσσεται στην κεντροδεξιά πλευρά του Γερμανικού πολιτικού φάσματος, παρουσιάζεται ήδη επιβαρυμένη εξαιτίας των σκανδάλων που έχουν έρθει στο φως. Ο λόγος, για το σκάνδαλο με την προμήθεια μασκών, η αποκάλυψη του οποίου οδήγησε στην παραίτηση του βουλευτή Νίκολας Λέμπελ από το Μανχάιμ (Βάδη-Βυρτεμβέργη) κι ενός ακόμη βουλευτή. Οι δυο τους κατηγορήθηκαν ότι έλαβαν μίζες για να προωθήσουν συμβόλαια προμήθειας μασκών. Παράλληλα, πλήθαιναν οι φήμες σχετικά με την υπερβολική «εγγύτητα» του υφυπουργού Οικονομίας Τόμας Μπάραϊς και του βουλευτή Μαρκ Χάουπτμαν με την ηγεσία του Αζερμπαϊτζάν, γεγονότα που κατέληξαν στην παραίτηση του τελευταίου από την Bundestag.
Σε όλα αυτά μπορεί να προστεθεί το παρατεταμένο lockdown που έχει ορίσει η κυβέρνηση για την καταπολέμηση του Covid- 19 και τα προβλήματα στον εμβολιασμό των πολιτών, που έχουν αρχίσει να αποσυνθέτουν την άλλοτε θετική και στιβαρή εικόνα της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της πανδημίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γερμανία: Νίκες Πρασίνων και Σοσιαλδημοκρατών, DW, διαθέσιμο εδώ
- Γερμανία: Μάσκες, δωροδοκία και πολιτική κρίση, Euronews, διαθέσιμο εδώ