Της Θεοδώρας Κρέπη,
Κατά το τέλος του 15ου αιώνα, η Ιταλία βρίσκεται σε πολιτικό αναβρασμό. Η εισβολή του Γάλλου βασιλιά Καρόλου Η΄ αναστάτωσε τις ιταλικές πόλεις και εγκαινίασε μια περίοδο συνεχών πολέμων και ξένων επεμβάσεων στα πράγματα της Ιταλικής χερσονήσου. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, εμφανίστηκε σε μια από τις ισχυρότερες πόλεις, τη Φλωρεντία, η προσωπικότητα του Ιερώνυμου Σαβοναρόλα, ενός Δομινικανού μοναχού και δεινού ρήτορα, ενός ανθρώπου που άλλαξε την εικόνα της Φλωρεντίας, μεταβάλλοντάς την από κοιτίδα του πολιτισμού της Αναγέννησης σε θεοκρατική πολιτεία.
Ο Ιερώνυμος Σαβοναρόλα (Girolamo Savonarola) γεννήθηκε το 1452 στη Φερράρα. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, και ο παππούς του ήταν αυλικός γιατρός της οικογένειας των Este, των ηγεμόνων της Φερράρας. Ο Σαβοναρόλα ήταν αρχικά προορισμένος να ακολουθήσει το ίδιο επάγγελμα. Ωστόσο, σύντομα φάνηκε η δυσαρέσκειά του προς τα εγκόσμια και η κλίση του προς τη θρησκεία και την ασκητική ζωή.
Απογοητευμένος (σύμφωνα τουλάχιστον με όσα εξιστορεί σε κάποια ποιήματα που έγραψε στα νεανικά του χρόνια) από την παρακμή, το χάος και την ανηθικότητα που χαρακτήριζε τις ιταλικές πόλεις–κράτη, σύντομα στράφηκε προς το μοναχισμό. Την «καριέρα» του μοναχού τη ξεκίνησε σε νεαρή ηλικία από τη Μπολόνια. Έπειτα ξεκίνησε να κηρύσσει, πρώτα στη Φερράρα και κατόπιν στη Φλωρεντία, χωρίς όμως, τουλάχιστον σε ένα πρώτο στάδιο, να έχει μεγάλη απήχηση. Η τελευταία δεκαετία του 15ου αιώνα σηματοδοτεί την περίοδο κατά την οποία ο Σαβοναρόλα άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή, ενώ η δράση του συνδέθηκε με την ίσως σημαντικότερη ιταλική πόλη της Αναγέννησης, τη Φλωρεντία.
Ποια ήταν όμως, η πολιτική κατάσταση της Φλωρεντίας του 15ου αιώνα; Από το 1434 ο έλεγχος των πολιτικών θεσμών της Φλωρεντίας είχε περάσει στην πανίσχυρη οικονομικά οικογένεια των Μεδίκων. Οι Μέδικοι έθεσαν σταδιακά υπό τον έλεγχό τους όλα τα όργανα άσκησης εξουσίας της Φλωρεντίας και, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο φανερά, ήταν αυτοί που λάμβαναν τις σημαντικότερες αποφάσεις και ασκούσαν εξουσία, έτσι ώστε να θεωρούνται οι άρχοντες της Φλωρεντίας. Ειδικά την περίοδο του τελευταίου επιφανούς μέλους της οικογένειας των Μεδίκων, του Λαυρεντίου του Μεγαλοπρεπούς, το καθεστώς των Μεδίκων είχε καταστεί τυραννικό, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αντιδράσεις μέσα στην πόλη.
Σε αυτή την περίοδο, το 1490, επέστρεψε ο Σαβοναρόλα ξανά στη Φλωρεντία, μετά από μια περιπλάνηση σε πόλεις του ιταλικού βορρά, και εγκαταστάθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Μάρκου, όπου σύντομα ανακηρύχθηκε ηγούμενος. Ξεκίνησε ξανά να κηρύσσει, αυτή τη φορά με μεγαλύτερη επιτυχία. Τα κηρύγματά του είχαν έντονο εσχατολογικό χαρακτήρα, καθώς προέβλεπαν μεγάλες καταστροφές και συμφορές για τη Φλωρεντία και για την Ιταλία γενικότερα. Παράλληλα στα κηρύγματά του στηλίτευε τον επιδεικτικά πολυτελή και ηγεμονικό τρόπο ζωής των ανώτερων κοινωνικών τάξεων, και ιδίως των Μεδίκων, αλλά και τις παγανιστικές τάσεις της αριστοκρατίας. Εναντιωνόταν στη σύγχρονή του τέχνη και θεωρούσε πως η εκπαίδευση θα έπρεπε να βασίζεται όχι τόσο στα αρχαία γράμματα και στην επιστήμη (την οποία θεωρούσε δυνάμει επικίνδυνη), αλλά στα θρησκευτικά γράμματα (litterae sacrae).
Το 1494, δύο χρόνια μετά το θάνατο του Λαυρεντίου του Μεγαλοπρεπούς, το οικοδόμημα που αυτός είχε χτίσει, κατέρρευσε. Η δυσαρέσκεια για το τυραννικό καθεστώς των Μεδίκων και η ανικανότητα του γιου του Λαυρεντίου, Πιέρο, οδήγησαν στην εκδίωξη της οικογένειας από την πόλη. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την εισβολή στην Ιταλία των γαλλικών στρατευμάτων του Καρόλου Η΄, προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση στην πόλη της Φλωρεντίας. Αυτός που κλήθηκε να καθοδηγήσει την πόλη μέσα από το χάος, ήταν ο περίφημος προφήτης και κήρυκας Σαβοναρόλα, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία στη Φλωρεντία. Ο Σαβοναρόλα εγκαθίδρυσε μια λαϊκή χριστιανική δημοκρατία και προώθησε ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις. Αρχηγός της πολιτείας ήταν ο Χριστός και βασικό όργανο λήψης αποφάσεων ένα Μεγάλο Συμβούλιο, οργανωμένο κατά το πρότυπο της Βενετίας.
Τα κηρύγματά του έγιναν ακόμα πιο φλογερά αυτή την περίοδο. Εξαπέλυε σφοδρές επιθέσεις εναντίον του πάπα Αλεξάνδρου Στ΄, τον οποίο θεωρούσε διεφθαρμένο. Παράλληλα εκφραζόταν κατά των πολυτελών αντικειμένων, των βιβλίων και των έργων τέχνης που στέγαζαν τα σπίτια των πλουσιότερων Φλωρεντινών, και ο ίδιος και οι ακόλουθοί του άναβαν φωτιές και έκαιγαν είδη πολυτελείας, μάρτυρες της ανθρώπινης ματαιοδοξίας. Μέσα στη Φλωρεντία δημιουργήθηκαν παρατάξεις: υπήρχαν οι Piagnoni ή Frateschi, δηλαδή οι ακόλουθοι του Σαβοναρόλα, οι (λίγοι και διστακτικοί) υποστηρικτές των Μεδίκων, που ονομάζονταν Bigi, και τέλος οι Arrabbiati, αυτοί που δεν ήθελαν ούτε τη θεοκρατία του Σαβοναρόλα ούτε την τυραννία των Μεδίκων, αλλά ένα ολιγαρχικό καθεστώς. Οι υποστηρικτές του Σαβοναρόλα αποτελούσαν την πλειονότητα, και ανάμεσά τους δε συγκαταλέγονταν μόνο άτομα από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, αλλά και επιφανείς Φλωρεντινοί, όπως ο ζωγράφος Σάντρο Μποτιτσέλι ή ο φιλόσοφος Πίκο ντελλα Μιράντολα.
Το τέλος της δημοκρατίας του Σαβοναρόλα ήρθε, αφενός από την ανώτερη τάξη της Φλωρεντίας, που ένιωθε να θίγεται από τις μεταρρυθμίσεις του μοναχού, και αφετέρου, όσο κι αν ακούγεται οξύμωρο, από την ίδια την Εκκλησία. Οι επιθέσεις του Σαβοναρόλα ενάντια στον πάπα και στους θεσμούς της Εκκλησίας, οι απαρχαιωμένες ιδέες του και η απροθυμία του να επιτρέψει στη Φλωρεντία και να ενταχθεί στη συμμαχία των ιταλικών πόλεων, τη λεγόμενη «Ιερή Συμμαχία», ενάντια στο Γάλλο βασιλιά, προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια του πάπα Αλεξάνδρου Στ΄. Ο Σαβοναρόλα αφορίστηκε, συνελήφθη και, στις 23 Μαΐου του 1498, μαζί με δύο συντρόφους του, απαγχονίστηκε και στη συνέχεια κάηκε στην πυρά.
Οι ιδέες του Σαβοναρόλα φαντάζουν σε ένα σύγχρονο παρατηρητή απαρχαιωμένες, ειδικά αν ιδωθούν στο πλαίσιο της Αναγέννησης. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιες ήταν οι κοινωνικές ομάδες που είχαν πρόσβαση στην παιδεία και στην τέχνη της Αναγέννησης. Ο Σαβοναρόλα δεν απευθυνόταν σε αυτούς, αλλά στα λαϊκά στρώματα, που, καταπιεσμένα από την τυραννική πολιτική των Μεδίκων, ζητούσαν μια διέξοδο και έναν τρόπο συμμετοχής στα πολιτικά δρώμενα της πόλης τους. Αυτό που επιχείρησε (και πρόσκαιρα πέτυχε) ο Σαβοναρόλα ήταν να εγκαθιδρύσει μια δημοκρατία στην οποία θα κυριαρχούσε ο λόγος του Θεού και όχι η διαφθορά της αριστοκρατίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Burckhardt, J., The civilization of the renaissance in Italy, translated by S. G. C. Middlemore, London: George Allen & Unwin Ltd., 1878, σ. 473-479. Διαθέσιμο εδώ
- Λαμπράκη-Πλάκα, Μ., Ιταλική Αναγέννηση: Τέχνη και κοινωνία-Τέχνη και αρχαιότητα, Αθήνα: Καστανιώτη, 2004, σ. 33-34.
- Παγκράτης, Γ., Ιστορία της Ιταλίας από τη Συνθήκη του Λόντι στην ενοποίηση (1454-1870), σ. 29-30.
- Symmonds, J. A., Renaissance in Italy, vol. 1, New York: Henry Holt & Company, 1888, σ. 497-536.
- Από την ιστοσελίδα Italian Renaissance Resources, στο «Savonarola on images» Διαθέσιμο εδώ