Του Οδυσσέα Βλαχονικολού,
Πραγματικά, πόσες φορές ακούσαμε ή διαβάσαμε την παραπάνω πρόταση; Η αλήθεια βέβαια είναι πως πιστέψαμε στις αρχές Μαρτίου που αναστάλθηκε για δύο εβδομάδες η λειτουργία των σχολικών και Πανεπιστημιακών μονάδων, ότι ο κορωνοϊός δεν ήταν δα και τόσο τρομερός. Σκεφτόμασταν, ανακουφισμένοι ωσάν νέοι πως έχουμε δύο εβδομάδες διακοπές.
Ήρθε, όμως, η πρώτη εφαρμογή του lockdown. Αυξήθηκαν τα κρούσματα, έπεσαν λουκέτα στις επιχειρήσεις, απαγορεύτηκε η μετακίνηση. Εμφανίστηκαν στις οθόνες μας οι δύο άνδρες που ανέλαβαν την ενημέρωσή μας για την πορεία της πανδημίας. Με σημαντική συμβολή όλων των πολιτικών αρχηγών, καθώς και της Εκκλησίας, εμείς οι πολίτες τους εμπιστευτήκαμε. Έως και τον Μάιο που άρθηκαν τα μέτρα περιορισμού, καταφέραμε να γίνουμε χώρα πρότυπο σε όλη την υφήλιο. Ένα επίτευγμα που οφείλεται σε όλους μας.
Δυστυχώς, το καλοκαίρι η «μπάλα» χάθηκε. Η κυβέρνηση άνοιξε τον τουρισμό για να λειτουργήσει, έστω και με χαμηλές επιδόσεις, η οικονομία μας. Δέχτηκε σφοδρή κριτική για αυτή την απόφαση, καθώς άνοιξε τα σύνορα σε τουρίστες χωρίς υποχρεωτικό αρνητικό τεστ με αποτέλεσμα να έρθει το δεύτερο κύμα. Οι εντάσεις ενισχύθηκαν με το πέρας του καλοκαιριού στα τέλη του Φθινοπώρου. Η κυβέρνηση κατηγορήθηκε πως δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, όπως αποδείχτηκε από εικόνες συνωστισμού και «σαρδελοποίησης» σε αρκετά δρομολόγια τις ώρες αιχμής. Επιπλέον, τον Νοέμβριο στη βόρεια Ελλάδα επιβλήθηκαν -αργοπορημένα- απαγορευτικά μέτρα, με αποτέλεσμα η Θεσσαλονίκη να δεχτεί ένα ισχυρό πλήγμα κρουσμάτων και θανάτων. Παράλληλα, ξεκίνησε ο διάλογος για την νομιμότητα ή και την αναγκαιότητα των διαδηλώσεων με αφορμή την πορεία που πραγματοποιήθηκε στις 17 Νοεμβρίου.
Φθάνοντας στο σήμερα, με τον κόσμο ταλαιπωρημένο και κουρασμένο από τα απαγορευτικά μέτρα, αποξενωμένο λόγω της εξ αποστάσεως εργασίας και διδασκαλίας, διχασμένο και επιθετικό με αφορμή τις αστυνομικές αυθαιρεσίες και την υπέρμετρη άσκηση βίας, η πορεία της πανδημίας φαίνεται να κατευθύνεται επιτέλους προς το τέλος. Οι εμβολιασμοί έχουν ξεκινήσει εδώ και 3 μήνες, με την χώρα μας να λαμβάνει υψηλές θέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών στο ρυθμό και την αποτελεσματικότητα των εμβολιασμών. Όσο το αντιεμβολιαστικό κίνημα μειώνεται, υπάρχει αισιοδοξία για την επόμενη μέρα. Ήδη τα αποτελέσματα του εμβολίου στο Ισραήλ προσφέρουν ελπίδα για την μετα-πανδημική εποχή.
Αυτό που χρειαζόμαστε, ωστόσο, είναι να ξαναχτίσουμε τις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας. Ύστερα από ένα χρόνο εγκλεισμού και έλλειψης επικοινωνίας, έρευνες αποδεικνύουν πως αυξήθηκαν τα αρνητικά συναισθήματα όπως ο φόβος, η μοναξιά, το άγχος, ενώ υπήρξαν αυξητικές τάσεις κατάθλιψης στον πληθυσμό, κυρίως στους νέους. Η επαφή, συνεπώς, με όσους ήμασταν μακριά τόσο καιρό είναι επιτακτική.
Παράλληλα, η πολιτική σταθερότητα μπορεί να οδηγήσει στην απαιτούμενη οικονομική ανάπτυξη που τόσο έχουμε ανάγκη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μας χορηγήσει περίπου 200 δισεκατομμύρια ευρώ για επενδύσεις μέσα στα επόμενα χρόνια. Επενδύσεις στον τομέα της πράσινης ενέργειας, στον ψηφιακό μετασχηματισμό, καθώς και στην έρευνα των Πανεπιστήμιών μας, είναι μερικά από αυτά που μπορούμε να προσμένουμε. Είναι αλήθεια πως αυτή την περίοδο, ειδικά στις νεανικές ηλικίες, επικρατεί ανασφάλεια για το μέλλον τους. Είμαστε η γενιά που μεγάλωσε στην οικονομική, αλλά και στην πανδημική κρίση. Είμαστε η γενιά που μεγάλωσε στο «περίμενε» και στην οικονομική δυσφορία. Είμαστε, όμως, και αυτοί που καλούμαστε να αλλάξουμε τη χώρα. Θα καταφέρουμε να βγάλουμε από το τέλμα την Ελλάδα, ή θα συνεχίσουμε αυτή τη μεταπολιτευτική ρετσινιά της γκρίνιας, της βολεψιάς και του ωχαδερφισμού;