Της Ελένης Μακράκη,
To 1911 γεννιέται στην Κρήτη ο Οδυσσέας, το έκτο παιδί της Μαρίας και του σαπουνοβιομηχάνου Παναγιώτη Αλεπουδέλη από τη Μυτιλήνη. Μετά από τρία χρόνια, η οικογένειά του εγκαθίσταται στην Αθήνα. Περνά τα καλοκαίρια του στις Σπέτσες, έτσι για να μπορεί να εξηγεί πως μια ζωή -ακόμα και στον ύπνο του- όποτε άνοιγε τα παράθυρα, αντίκρυζε τη θάλασσα.
Σε μικρή ηλικία, το 1918, ο Οδυσσέας χάνει την αδερφή του Μυρσίνη, γεγονός που τον επηρεάζει βαθύτατα. Δύο χρόνια μετά, συλλαμβάνεται ο πατέρας του, καθώς η στενή σχέση της οικογένειας με τον Ελευθέριο Βενιζέλο την είχε βάλει στο στόχαστρο των βασιλικών. Ως μαθητής στο Γ΄ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών έρχεται σε επαφή με τη συγγραφή μέσα από το περιοδικό «Η Διάπλασις των Παίδων». Το 1925, ο δεκατετράχρονος τότε Οδυσσέας χάνει τον πατέρα του και τα επόμενα χρόνια αποκτά μια νευρασθένεια που τον οδηγεί στην αποκλειστική ενασχόληση με τη λογοτεχνία και την ποίηση.
Εννέα χρόνια αργότερα, θα εμπιστευθεί τα πρώτα του ποιήματα στον ποιητή Γιώργο Σαραντάρη, ο οποίος τα προωθεί στο συγγραφέα Γιώργο Κατσίμπαλη. Αυτός με τον Γιώργο Σεφέρη οδηγούν τα έργα στο τυπογραφείο και πιέζουν τον Οδυσσέα να τα εκδώσει. Μετά από ένα έτος, η πίεση αποδίδει και «γεννιέται» ο Ελύτης. Ένα ψευδώνυμο που επέλεξε ο ίδιος, «επειδή», όπως γράφει, «πάντοτε οι λέξεις που άρχιζαν από “ελ”, έψιλον και λάμδα, μου ασκούσαν μια μαγεία –είτε γιατί ήταν η Ελλάδα, είτε η ελπίδα, είτε μια Ελένη που ήμουν τότε ερωτευμένος, η ελευθερία, όλες αυτές που αρχίζουν από “ελ”– σκέφτηκα να το αρχίσω έτσι».
Το 1938 ανοίγει στη Σταδίου το παραδοσιακό καφενείο «Λουμίδης». Στο πατάρι του σύχναζαν άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών. Εκεί γνωρίζεται με το Νίκο Γκάτσο και γράφει: «Με το Νίκο Γκάτσο είχαμε στήσει το στρατηγείο μας καταμεσής της οδού Σταδίου, στο πατάρι του Λουμίδη. Εκεί κουβαλούσαμε τις καινούριες αγάπες μας, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Θέλω να πω, τις καινούριες ποιητικές συλλογές και τις καινούριες φιλενάδες μας».
Με το ξέσπασμα του Ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Με βαρύτατο τύφο πηγαίνει στο νοσοκομείο Ιωαννίνων, παλεύοντας σαράντα μέρες με το θεριό του θανάτου, νικώντάς το τη μέρα που δόθηκε η εντολή για εκκένωση του κτιρίου. Βρίσκεται στο Αγρίνιο, όπου τον περιθάλπει μια εθελόντρια. Η εμπειρία του πολέμου ήταν καθοριστική για τον ίδιο, εμβαπτίζοντάς τον στην αξία της ζωής και του συλλογικού αγώνα για την προάσπιση των κοινών ιδανικών.
Στα μεταπολεμικά χρόνια των αρχών της δεκαετίας του ‘50, και αφού έχει ταξιδέψει στην Ευρώπη και έχει συναναστραφεί με σπουδαίους ανθρώπους, βρίσκεται στη Γαλλία, όπου και γράφει το Άξιον Εστί, για το οποίο κερδίζει το Α΄ κρατικό βραβείο μια δεκαετία αργότερα, το 1960. Στο διάστημα αυτής εγκαθίσταται στην Ελλάδα, αναλαμβάνοντας καίριες θέσεις.
Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, και αφού έχει εγκατασταθεί ξανά στη Γαλλία, αρνείται να παρουσιάσει τα ποιήματά του ως ένδειξη διαμαρτυρίας για το δικτατορικό καθεστώς της Ελλάδας, από το οποίο θα αρνηθεί το 1972 την απονομή βραβείου.
Μετά την πτώση της Χούντας, αναλαμβάνει Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης και μέλος, για δεύτερη φορά, του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, ενώ το 1978 αναγορεύεται Επίτιμος Διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη.
Στις 10 Δεκεμβρίου του 1979, του απονέμεται το βραβείο Νόμπελ, δεύτερο για την Ελλάδα μετά του Σεφέρη. Ένα χρόνο αργότερα, ο ποιητής κατέθεσε μετάλλιο και διπλώματα στο Μουσείο Μπενάκη. Ακολουθούν κι άλλες τιμητικές διακρίσεις, όπως η ίδρυση Έδρας Νεοελληνικών Σπουδών με τίτλο «Έδρα Ελύτη», στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς του Νιου Τζέρσεϊ, ενώ ακώλυτα συνεχίζει το ποιητικό του έργο.
Ο Ελύτης, χωρίς να είναι πολιτικός ποιητής, ενστάλαξε στους στίχους του μια επαναστατικότητα και μια ειλικρινή πίστη στην ελευθερία. Αν και φαίνεται να συνδεόταν στα τελευταία του έτη με τη συντηρητική παράταξη, είχε αρνηθεί οποιοδήποτε αξίωμα του προτεινόταν, ακόμα και εκείνο του Προέδρου της Δημοκρατίας, ίσως γιατί αισθανόταν κι αυτός ότι ο Ελύτης ανήκει σε όλους τους Έλληνες, όπως είπε το 2012 η τελευταία του σύντροφος, Ιουλίτα Ηλιοπούλου, αντιδρώντας έντονα και ζητώντας να αποσυρθούν στίχοι του από προεκλογικό σποτ.
Την ημέρα που ανακηρύχθηκε Νομπελίστας, θα δηλώσει μεταξύ άλλων: «Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε μέρα νύχτα; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δε θα αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που για αυτή δε δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος…».
Σαν σήμερα, 25 χρόνια πριν, ο σπουδαίος Οδυσσέας Ελύτης φεύγει για το μεγάλο «ταξίδι» σε ηλικία 84 ετών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Οδυσσέας Ελύτης: 105 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή που θα ξανάφτιαχνε την Ελλάδα με ένα αμπέλι μια ελιά και ένα καράβι, Eirinika, διαθέσιμο εδώ
- Το διάσημο πατάρι των ποιητών στο καφέ του Λουμίδη, Μηχανή του χρόνου, διαθέσιμο εδώ
- Οδυσσέας Ελύτης, Ημερόδρομος, διαθέσιμο εδώ
- Η σύντροφος του Ελύτη ζητά απόσυρση διαφήμισης της ΝΔ, Σκάι, διαθέσιμο εδώ
- Έλληνες του Πνεύματος και της τέχνης: Ο.Ελύτης, Σκάι, διαθέσιμο εδώ
- Ο Ελύτης πολέμησε στην πρώτη γραμμή του Αλβανικού έπους. Αυτή είναι η ιστορία του, Lifo, διαθέσιμο εδώ
- Οδυσσέας Ελύτης-Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα, Ert Archives, διαθέσιμο εδώ