Της Μαρίας Δούνια,
Το ξενοδοχείο Ritz αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά υπερπολυτελή πεντάστερα ξενοδοχεία όχι μόνο του Παρισιού, αλλά και ολόκληρου του κόσμου. Έχοντας μια ιστορία που ξεπερνάει τον έναν αιώνα, το ξενοδοχείο ακόμα και σήμερα φημίζεται για το χαρακτήρα που διατήρησε στην πάροδο του χρόνου. Η μεγάλη ηθοποιός Sophia Loren, όχι αδίκως, το είχε χαρακτηρίσει ως το πιο ρομαντικό ξενοδοχείο του κόσμου.
Η ιστορία του ξεκινάει το 19ο αιώνα, με τον Ελβετό ξενοδόχο César Ritz να αγοράζει στην Πλατεία Βαντόμ του Παρισιού μία έπαυλη σχεδιασμένη από το βασιλικό αρχιτέκτονα του Λουδοβίκου του 14ου, με σκοπό την ίδρυση ενός ξενοδοχείου. Έχοντας ήδη συνεργαστεί στο ξενοδοχείο Savoy του Λονδίνου με το φημισμένο Γάλλο σεφ Auguste Escoffier, τον καλεί να συνεχίσουν τη συνεργασία τους, και έτσι, αναλαμβάνει το ρόλο του κύριου σεφ του ξενοδοχείου, με τον ίδιο να θριαμβεύει και να θεωρείται αργότερα ως ο «πατέρας» της σύγχρονης Γαλλικής υψηλής κουζίνας.
Το The Ritz Hotel ανοίγει τις πόρτες του την 1η Ιουνίου του 1898, διοργανώνοντας μια υπερπολυτελή δεξίωση με καλεσμένους σημαντικές προσωπικότητες της υψηλής κοινωνίας του Παρισιού. Υπήρξε ένα από τα πρώτα ξενοδοχεία που προσέφεραν ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνο, καθώς και προσωπικό μπάνιο σε κάθε δωμάτιο. Παρά, βέβαια, τις πρωτάκουστες για την εποχή παροχές, υπήρχαν και κάποιοι που δεν ενθουσιάστηκαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο συγγραφέας Oscar Wilde, που παραπονέθηκε ότι οι ανελκυστήρες έχουν μεγάλη ταχύτητα και το en suite μπάνιο δεν είναι του γούστου του. Βέβαια, οι αντιδράσεις αποτελούσαν εξαίρεση, αφού γύρω από το όνομα του ξενοδοχείου δημιουργήθηκε γρήγορα μια τεράστια φήμη, προσελκύοντας πολιτικούς, διασημότητες και μέλη βασιλικών οικογενειών. Μια από τις πολλές διασημότητες που διέμεναν μόνιμα στο ξενοδοχείο ήταν και η σχεδιάστρια μόδας Coco Chanel. Η μπουτίκ της ήταν ακριβώς απέναντι από το ξενοδοχείο, στο οποίο και κατοικούσε μέχρι και το θάνατό της το 1971.
Κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Ιούνιο του 1940, οι Ναζί κατακτούν το Παρίσι και καταλαμβάνουν αμέσως το ξενοδοχείο. Ωστόσο, το ξενοδοχείο συνεχίζει κανονικά τη λειτουργία του, με τους Γερμανούς να εγκαθιστούν σε αυτό το αρχηγείο της πολεμικής αεροπορίας, Luftwaffe. Mάλιστα, ο επικεφαλής-διοικητής της και «δεξί χέρι» του Αδόλφου Χίτλερ, Hermann Göring, διέμενε στην Αυτοκρατορική Σουίτα του ξενοδοχείου. Παρόλα αυτά, και εξαιτίας της Ελβετικής υπηκοότητας του César Ritz, παρέμεινε μια «ουδέτερη ζώνη». Το 1944, με τη σταδιακή αποχώρηση των Γερμανών από τη Γαλλία, ο πασίγνωστος συγγραφέας -τότε πολεμικός ανταποκριτής- Ernest Hemingway, οδηγεί μια στρατιωτική ομάδα στο ξενοδοχείο και απελευθερώνει ένα από τα bar. Προς τιμήν του, αυτό έκτοτε ονομάζεται “Βar Hemingway”. Στα μεταπολεμικά χρόνια, το ξενοδοχείο αποτελεί αγαπημένο προορισμό για γυρίσματα χολιγουντιανών ταινιών, όπως της ρομαντικής κομεντί “Love in the Afternoon” με πρωταγωνιστές την Audrey Hepburn και το Gary Cooper, το “Funny Face” και το “How to Steal a Million” με τον Peter O’Toole.
Μετά το θάνατο του γιου και κληρονόμου του César Ritz το 1976, το ξενοδοχείο διανύει μια περίοδο παρακμής μέχρι το 1979, όταν ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας Mohamed Al Fayed το αγοράζει στην τιμή των 20 εκατομμυρίων δολαρίων, επενδύοντας, στη συνέχεια, και επιπλέον 250 εκατομμύρια δολάρια για την ανακαίνισή του. Στο Ritz θα δειπνήσουν για τελευταία φορά το 1997 και η Πριγκίπισσα Νταϊάνα με το σύντροφό της Dodi, γιο του Mohamed Al Fayed, πριν το τραγικό τροχαίο στο τούνελ Pont d’Alma.
To Ritz αρχίζει να χάνει την αίγλη του με την έναρξη του 21ου αιώνα. Το 2011, για πρώτη φορά μένει εκτός της λίστας με τα «παλάτια» του Γαλλικού Υπουργείου Τουρισμού. Έναν χρόνο αργότερα, ο Mohamed Al Fayed αποφασίζει να κλείσει το ξενοδοχείο για πρώτη φορά στην ιστορία του για 4 χρόνια και επενδύει επιπλέον 220 εκατομμύρια δολάρια για τον εκσυγχρονισμό και την ανακαίνιση ολόκληρης της μονάδας, επικεφαλής του εγχειρήματος ο Γάλλος σχεδιαστής και αρχιτέκτονας Thierry Despont. Ριζικές αλλαγές έλαβαν χώρα στα συστήματα θέρμανσης, κλιματισμού, ύδρευσης, φωτισμού και ασφάλειας. Ένας χώρος κάτω από το ξενοδοχείο διαμορφώθηκε σε μία υπερπολυτελή αίθουσα χορού, ενώ χτίστηκε και ένα τούνελ που οδηγεί από το πάρκινγκ απευθείας στο ξενοδοχείο για τη μέγιστη μυστικότητα των πελατών. Η πισίνα και το σπα ανανεώθηκαν με την ίδρυση του πρώτου Chanel Spa, γυμναστηρίου, του σαλονιού ομορφιάς David Mallet, καθώς και ενός πανέμορφου κήπου σχεδιασμένου σε γαλλικό στυλ. Από το σύνολο των 159 δωματίων που υπήρχαν πριν, πλέον υπάρχουν 142, με 71 εξ αυτών να είναι σουίτες. Το 2016, το Ritz Paris ανοίγει και πάλι τις πύλες του και εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα πιο υπερπολυτελή ξενοδοχεία του κόσμου, κρατώντας ακάθεκτο το χαρακτήρα του ανά τους αιώνες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Hôtel Ritz Paris, Wikipedia, διαθέσιμο εδώ
- Luxury Lineage: A Brief History of Ritz Paris, Forbes, διαθέσιμο εδώ
- History of the Ritz Paris Hotel and its renovation, EUtouring, διαθέσιμο εδώ