Της Αγγελικής Ευαγγελακοπούλου,
Εν συνεχεία του πρώτου μέρος, θα προχωρήσουμε την οικονομική ανάλυση για τη Σρι Λάνκα, παρουσιάζοντας τους δείκτες που αφορούν το προσδόκιμο ζωής του πληθυσμού της χώρας, τη θνησιμότητα των βρεφών, καθώς και άλλους δείκτες που αντικατοπτρίζουν το επίπεδο ανάπτυξης μίας χώρας, το οποίο μπορεί να μην είναι φανερό αρχικά από άλλους μακροοικονομικούς δείκτες.
Το προσδόκιμο ζωής σε μια χώρα μετράται για να φανεί αν υπάρχει ευημερία του πληθυσμού και αν βελτιώνεται ή όχι η ποιότητα ζωής ανά τα χρόνια. Η συσχέτιση αυτού του δείκτη με την οικονομία έγκειται στο πόσους πόρους δαπανά η κυβέρνηση για την υγεία και τη φροντίδα των πολιτών της.
Στο παραπάνω διάγραμμα φαίνεται το προσδόκιμο ζωής ανά χρονιά στη Σρι Λάνκα. Από το 1960 έως και το 1982 η πορεία του ήταν μόνο ανοδική. Ξεκινώντας από τα 59 έτη, έφτασε στα 68 δώδεκα χρόνια μετά. Η θετική αυτή πορεία ήταν δεδομένη, αφού μετά την ανεξαρτησία της χώρας δόθηκε έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής μέσα από τη δημιουργία θέσεων εργασίας αλλά και την κρατική μέριμνα για τη βελτίωση του συστήματος υγείας. Παρά τη θετική αυτή εξέλιξη, από τότε έως και το 1996 το προσδόκιμο ζωής διατηρήθηκε στάσιμο και πιο συγκεκριμένα δεν ξεπέρασε τα 69 έτη. Γι’ αυτό ευθυνόταν το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στη χώρα, οπότε και η κυβέρνηση είχε αφοσιωθεί στη διευθέτηση της μάχιμης κατάστασης για επαναφορά της ηρεμίας στο εσωτερικό της.
Παράλληλα, δεδομένου του πολέμου, ήταν λογικό πως θα σημειώνονταν πολλοί θάνατοι, οπότε και δεν υπήρχε ευκαιρία για άνοδο του προσδόκιμου ζωής. Παρά την πολυετή στασιμότητα, από το 1997 έως και το 2006 σημειώθηκε εκ νέου αύξηση του δείκτη. Η θετική αυτή εξέλιξη οφειλόταν στη μείωση των πολεμικών συγκρούσεων για μερικά χρόνια και στη συγκέντρωση του κρατικού σχεδιασμού γύρω από την οικονομία και την ανάπτυξη, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Έτσι, από τα 69 έτη ανήλθε στα 74 έτη. Έκτοτε έως και το 2018, αυξήθηκε κατά δύο έτη, φτάνοντας στα 76, αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς. Για να οδηγηθεί η χώρα στην ενίσχυση του προσδόκιμου ζωής, προέβη σε επενδύσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας, σε συνεχείς έρευνες για βασικές ασθένειες που μαστίζουν τον πληθυσμό (όπως η αναιμία), καθώς και σε αναλύσεις του πόσιμου νερού και του φαγητού για τυχόν μολύνσεις. Επίσης, το εθνικό ινστιτούτο υγείας της Σρι Λάνκα μελετά συνεχώς στρατηγικά πλάνα για ενίσχυση του συστήματος υγείας και εξοικονόμηση πόρων ταυτόχρονα, ενώ αναζητούνται ευνοϊκοί οικονομικοί τρόποι ασφάλισης των πολιτών. Παρακάτω θα αναλυθεί το διάγραμμα θνησιμότητας των βρεφών.
Το ποσοστό θνησιμότητας των βρεφών είναι ακόμα ένας δείκτης που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της ποιότητας ζωής του πληθυσμού, τον έλεγχο της δημόσιας υγείας και την αποτελεσματικότητά της. Η βρεφική θνησιμότητα φέρνει στο φως τυχόν κοινωνικοοικονομικά προβλήματα, προβλήματα της δημόσιας υγείας και διαθεσιμότητα μέσων και πόρων για την υγεία. Όπως φαίνεται στο διάγραμμα, το ποσοστό θνησιμότητας των βρεφών φαίνεται να ακολουθεί ραγδαία πτωτική πορεία από το 1960 έως σήμερα. Ωστόσο, ήταν πολύ αυξημένο κατά την περίοδο των δεκαετιών του 1960 και 1970. Συγκεκριμένα, έφτανε στο 68% και μέχρι το 1979 είχε πέσει στο 40%. Αν και είχε κατιούσα πορεία, για πολλά χρόνια πάνω από το 50% των βρεφών πέθαιναν. Τα επόμενα είκοσι χρόνια κατάφερε να πέσει ακόμα περισσότερο και έφτασε να είναι στο 18.7% το 1990. Αν και το ποσοστό αυτό ήταν χαμηλό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, εξακολουθούσε να αφορά περίπου το 1/5 των βρεφών που γεννιούνταν αυτή την περίοδο. Τέλος, έως σήμερα συνεχίζει η πτωτική πορεία του και έχει καταφέρει να φτάσει στο 6% με βάση την τελευταία μέτρηση, που έγινε το 2019.
Οι επόμενοι δείκτες που αξίζει να σχολιαστούν αφορούν την εκπαίδευση. Η εκπαίδευση λαμβάνεται υπόψη στην οικονομία μιας χώρας, γιατί βοηθά το ανθρώπινο δυναμικό να μαθαίνει συνεχώς πράγματα και να εξελίσσεται. Επιπλέον, στη σύγχρονη εποχή οι οικονομίες βασίζονται όλο και περισσότερο στις επιστήμες και τη γνώση, οπότε είναι αναγκαίο να διατίθενται κρατικοί πόροι γι’ αυτή τη χρήση.
Ο πρώτος είναι οι δαπάνες της κυβέρνησης για την εκπαίδευση και το τι ποσοστό χρησιμοποιείται για αυτές από το ΑΕΠ της χώρας. Όσον αφορά τη Σρι Λάνκα, για τις χρονιές που υπάρχουν δεδομένα, φαίνεται πως ένα μικρό ποσοστό του ΑΕΠ χρησιμοποιείται για τις δαπάνες στην εκπαίδευση. Αναλυτικότερα, το 1990 ήταν το 2.4%, το 1995 το 3% και για τις χρονιές από το 2010 έως το 2018 το χαμηλότερο ήταν το 1.5% (2012) και το υψηλότερο έφτασε στα 3.4% (2017). Οι τιμές τις ενδιάμεσες χρονιές κυμαίνονταν από 1.7% έως 2.8%. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται ο δείκτης που αφορά τους μαθητές ανά καθηγητή. Συγκεκριμένα, το 1995 αντιστοιχούσαν 28 μαθητές ανά καθηγητή και για τις χρονιές από το 2010 έως το 2019 κατά μέσο όρο αντιστοιχούσαν 22 μαθητές ανά καθηγητή. Κυρίως ανά χρονιές υπήρχαν είτε 23 είτε 24 μαθητές ανά καθηγητή.
Τα παραπάνω δεδομένα δείχνουν πως η κυβέρνηση δεν δαπανά μεγάλα ποσά στην εκπαίδευση, μη δίνοντας πόρους για την εξέλιξή της και αφήνοντας απλήρωτους τους καθηγητές, μειώνοντας τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Πρέπει να σημειωθούν και οι κοινωνικοοικονομικές διαφορές ανάμεσα στις ομάδες πληθυσμού, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος ζει σε αγροτικές περιοχές που δεν έχουν πρόσβαση σε εκπαιδευτικές μονάδες. Όμως, προβαίνει σε συνεχείς αλλαγές για βελτίωση του εκπαιδευτικού επιπέδου. Το επίπεδο των καθηγητών είναι αρκετά εξελιγμένο, βοηθώντας τους νέους να εκπληρώσουν έως και δέκα χρόνια εκπαίδευσης. Ακόμα, η προσέλευση στο γυμνάσιο και το λύκειο είναι αρκετά μεγάλη. Χρειάζεται να υιοθετηθεί ένα σύστημα ελέγχου της απόδοσης της εκπαίδευσης ώστε να φαίνεται η πρόοδος των νέων, να αλλάξει η πολιτική απέναντι στους καθηγητές και να διευρυνθούν τα οφέλη της μάθησης για να αυξηθεί η προσέλευση.
Τέλος, παρατίθεται διάγραμμα με τον HDI (Human Development Index), δείκτη που αφορά γενικότερα την ανθρώπινη ανάπτυξη σε μια χώρα συναρτήσει τριών επιμέρους δεικτών: του προσδόκιμου ζωής, του βαθμού εκπαίδευσης και της ποιότητας ζωής. Στη Σρι Λάνκα, με βάση την τελευταία μέτρηση, ο δείκτης είναι 0.782 και παραμένει σταθερά στο 0.7 τα τελευταία δέκα χρόνια, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα. Στην παγκόσμια κατάταξη έρχεται στην 72η θέση όσον αφορά τον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης.
Συμπερασματικά, λοιπόν, η Σρι Λάνκα φαίνεται να είναι μια χώρα που προσπαθεί γενικά να βρει την τάξη και την ηρεμία που χρειάζεται μια χώρα για να οδηγηθεί στην ανάπτυξη. Αν και υπέφερε από έναν πολυετή εμφύλιο πόλεμο, που είχε χωρίσει τον πληθυσμό της σε δύο στρατόπεδα, δεν αμελούσε τον τομέα της οικονομικής και ανθρώπινης ανάπτυξης, αφού προσπαθούσε να διαθέτει πόρους, να πραγματοποιεί επενδύσεις και να οδηγείται σε διεθνείς οικονομικές συνεργασίες και παροχή βοήθειας από τη διεθνή κοινότητα για να ξεπεράσει τις δυσκολίες της. Παρά τις ορισμένες αποτυχίες κατά τη διάρκεια του πολέμου, τα τελευταία χρόνια έχει αφήσει πίσω το παρελθόν της και έχει μπει σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας για τον πληθυσμό της και τη θέση της στη διεθνή κοινότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Life expectancy: what does it measure?, Retrieved from here
- Why Focus on Infant Mortality?, Retrieved from here
- Human Development Indicators, Retrieved from here
- Government expenditure on education (% of GDP), Retrieved from here
- Pupil-teacher ratio, primary school (pupils per teacher), Retrieved from here
- Annual Health Bulletin, Ministry of Health Sri Lanka, Retrieved from here
- Sri Lanka Education Sector Assessment, Retrieved from here