8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι «φωνές» των Εθνών: Η επίδραση της τεχνολογίας του ήχου στη πολιτική...

Οι «φωνές» των Εθνών: Η επίδραση της τεχνολογίας του ήχου στη πολιτική κουλτούρα στις δεκαετίες 1930–1940


Του Γιάννη Μπαλαμώτη,

«Μπορώ να σας διαβεβαιώσω, φίλοι μου, ότι είναι ασφαλέστερο να κρατήσετε τα λεφτά σας σε μια νέα τράπεζα παρά κάτω από το στρώμα». Στις 12 Μαρτίου 1933, ο πρόεδρος των Η.Π.Α, Franklin D. Roosevelt μίλησε για την τραπεζική κρίση που έπληττε τη χώρα του κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από την πρώτη από μια σειρά δεκατριών ραδιοφωνικών μεταδόσεων (1933–1938) που έκανε και έμειναν γνωστές ως «fireside or bedtime chats». Ο όρος «bedtime» αναφερόταν στην ώρα της μετάδοσης, ενώ ο όρος «fireside» παρέπεμπε στην τοποθεσία των συζητήσεων. Στόχος του F. Roosevelt ήταν ο καθησυχασμός του αμερικανικού λαού σε μια περίοδο κρίσης με πολλές διαστάσεις.

Το ραδιόφωνο αποτέλεσε το κατάλληλο μέσο, προκειμένου ο F. Roosevelt να απευθυνθεί στο λαό με έναν οικείο τρόπο χωρίς δημοσιογραφική διαμεσολάβηση. Ο πρόεδρος μέσω του ραδιοφώνου έμπαινε στα σπίτια των Αμερικανών και με ηχητικά τεχνάσματα και λεκτική δεξιοτεχνία εξέπεμπε μια αύρα ηρεμίας και φιλικότητας, καθησυχάζοντας τους ακροατές του. Με ηχητικό εφέ ένα τζάκι να σιγοκαίει στο σκηνικό και μια ελαφριά βαβούρα προερχόμενη από συγγενικά του πρόσωπα, σε συνδυασμό με το απλό και άμεσο λεξιλόγιό του, κατάφερνε να απευθυνθεί στο αμερικανικό έθνος, δίνοντας την αίσθηση της αμεσότητας και της ειλικρίνειας, επιτυγχάνοντας να έρθει κοντά στα εκατομμύρια των ακροατών του, που προέρχονταν από διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές ομάδες.

Ο F. Roosevelt είχε φυσικό ταλέντο στην επικοινωνία. Η ευγλωττία, η πλούσια μελωδική φωνή του, η απλότητα και η αμεσότητα του λόγου του δημιουργούσαν την εντύπωση ότι νοιαζόταν για τα καθημερινά προβλήματα όλων ανεξαρτήτως. Το ραδιόφωνο για τον F. Roosevelt λειτούργησε ως το απόλυτο επικοινωνιακό εργαλείο. Ειδικά μετά το 1921, τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, τον δυσκόλευαν να δίνει μεγάλους δημόσιους λόγους, όπου το πάθος και η ένταση ήταν απαραίτητα στοιχεία. Αναγκαζόταν να παραμένει όρθιος, πίσω από το μικρόφωνο, στηριζόμενος σε ένα μπαστούνι, χάνοντας έτσι τη διαδραστικότητα που έχει ένας «ζωντανός» ομιλητής με το κοινό του. Αντίθετα, το ραδιόφωνο του προσέφερε τη στατικότητα και την ηρεμία που χρειαζόταν και σε συνδυασμό με το έμφυτο επικοινωνιακό του ταλέντο, ο F. Roosevelt εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους «ραδιοφωνικούς» προέδρους της εποχής του.

O F.D. Roosevelt απευθύνεται στον αμερικανικό λαό δίπλα στο τζάκι, στον Λευκό Οίκο, στις 9-12-1941. Πηγή εικόνας: politico.com

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τα πράγματα λειτούργησαν κάπως διαφορετικά. Στη Μεγάλη Βρετανία, τη μητέρα του Κοινοβουλευτισμού, το BBC και η Κυβέρνηση, στην αρχή τουλάχιστον, δε θέλησαν να χρησιμοποιήσουν το ραδιόφωνο ως μέσο προβολής των πολιτικών αντιπαραθέσεων. Έβλεπαν το ρόλο του ραδιοφώνου περισσότερο σα μέσο μαζικής, «καθαρής» ενημέρωσης παρά ως πεδίο έκθεσης πολιτικών ιδεών. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το BBC είχε συντονίσει τα ραδιοφωνικά προγράμματα των συμμάχων εκπέμποντας περισσότερα από 78 διαφορετικά ενημερωτικά δελτία σε 24 γλώσσες. Ωστόσο, ο Winston Churchill, που διαδραμάτιζε ήδη καθοριστικό ρόλο στο πολιτικό σκηνικό της Αγγλίας από τις αρχές του 20ου αιώνα, χρησιμοποίησε το ραδιόφωνο από την αρχή της πολιτικής του καριέρας. H πρώτη του ραδιοφωνική εμφάνιση έγινε στις 27 Ιουνίου 1924, κατά την πρώτη του υποψηφιότητα για την πρωθυπουργία.

Την επόμενη δεκαετία, όταν άρχισε να αντιπολιτεύεται την πολιτική κατευνασμού του τότε πρωθυπουργού Neville Chamberlain, το BBC και η Κυβέρνηση αποφάσισαν ότι τέτοιου είδους πολιτικές συζητήσεις δεν ήταν κατάλληλες για το εθνικό ραδιόφωνο. Ήταν η εποχή που ο W. Churchill βρήκε βήμα για να εκφράσει τις πολιτικές του απόψεις σχετικά με τα διεθνή θέματα στο αμερικανικό ραδιοφωνικό δίκτυο.

Από το Μάιο του 1940, ο W. Churchill ως πρωθυπουργός, επέστρεψε δυναμικά στο ραδιόφωνο αφήνοντας έντονο το στίγμα του. Ωστόσο, προτιμούσε να διοχετεύει το πηγαίο ρητορικό του ταλέντο στο Κοινοβούλιο, όπου η πολιτική αντιπαράθεση με τους αντιπάλους του ήταν άμεση. Ο ίδιος, δεν προτιμούσε να μιλάει χωρίς ζωντανό κοινό. Το ψέλλισμα, η «μπαρόκ» χρήση της γλώσσας, η ειρωνεία και οι περίπλοκες προτάσεις δεν αποτελούν ιδανικά χαρακτηριστικά για ένα ραδιοφωνικό ομιλητή. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι κάποιοι από τους πιο εμβληματικούς του λόγους δεν εκφωνήθηκαν ποτέ από τον ίδιο σε ζωντανή ραδιοφωνική μετάδοση, αλλά αποτελούσαν ομιλίες του στο κοινοβούλιο που ηχογραφήθηκαν εκ των υστέρων από το BBC. Το τελευταίο, μάλιστα, χρησιμοποιούσε έναν ηθοποιό, τον Norman Shelley, που μιμούνταν τη φωνή του πρωθυπουργού, προκειμένου να ηχογραφεί τους λόγους του.

Ο Winston Churchill σε μια από τις ομιλίες του στο ραδιόφωνο. Πηγή εικόνας: churchillarchiveforschools.com

Παρόλα αυτά, κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο W. Churchill μίλησε στο ραδιόφωνο 65 φορές με στόχο να εμπνεύσει στο βρετανικό έθνος ένα αίσθημα ενότητας, ελπίδας και αγωνιστικότητας. Επιστράτευσε το ρητορικό του ταλέντο και το διοχέτευσε στον πόλεμο μέσω του ραδιοφώνου για την υπεράσπιση της πατρίδας του. Σε αντίθεση με τον F. Roosevelt, που στόχος του ήταν να απευθύνεται φιλικά στους πολίτες μιλώντας για τα καθημερινά τους προβλήματα, ο W. Churchill χρησιμοποίησε το ραδιόφωνο για να δημιουργήσει μια ελπίδα σωτηρίας τα δύσκολα χρόνια του πολέμου, διατηρώντας, όμως, μια συναισθηματική απόσταση από τους ακροατές του.

Τη δύναμη του ραδιοφώνου χρησιμοποίησε με έναν πιο συστηματικό τρόπο το ναζιστικό καθεστώς, υπό το σχεδιασμό του Joseph Goebbels. Ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός επιστράτευσε το νέο μέσο για τη διάδοση της προπαγάνδας και την καλλιέργεια του αισθήματος της ομοιογένειας. Ο Adolf Hitler ήταν ένας ρήτορας–γητευτής, που απευθυνόταν άμεσα στις πνευματικές ανάγκες των Γερμανών που η ναζιστική προπαγάνδα είχε αποκρυσταλλώσει και οι ραδιοφωνικές ομιλίες του προγραμματίζονταν στρατηγικά ως εθνικά γεγονότα. Δημιουργούσε ένα ψυχολογικό δεσμό με το κοινό του, υπνωτίζοντάς το στις δημόσιες ομιλίες με τον τεταμένο και θεατρικό του λόγο. Ο J. Goebbels σύντομα συνειδητοποίησε ότι η ρητορεία του A. Hitler ήταν πιο αποτελεσματική στις δια ζώσης ομιλίες του, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να εκπέμψει ραδιοφωνικά μόνο την περίοδο 1932–1933 και μετά να στραφεί αποκλειστικά στις αναμεταδόσεις ζωντανών εμφανίσεων.

O A. Hitler σε μια από τις λίγες ραδιοφωνικές αναμεταδόσεις. Πηγή εικόνας: warfarehistorynetwork.com

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το ραδιόφωνο να υιοθετήσει άλλα μέσα για να προπαγανδίσει τη ναζιστική ιδεολογία: δημοφιλή πατριωτικά τραγούδια, αρεστά στην πλειοψηφία του λαού, που εναλλάσσονταν κατά τη διάρκεια του πολέμου με τη συνεχή ενημέρωση των πολιτών για τις εξελίξεις στο μέτωπο. Η αναμετάδοση των μουσικών προτιμήσεων των στρατιωτών προκαλούσε ένα αίσθημα συσπείρωσης στο λαό, κάνοντάς τον να συμμερίζεται τον αγώνα που μαχόταν το έθνος έξω από τα σύνορα. Το ραδιόφωνο συνέβαλε καθοριστικά για τη διάδοση της άριας ιδεολογίας: κατά την περίοδο 1933–1941, η παραγωγή ραδιοφωνικών συσκευών αυξήθηκε από 4,5 σε 13,3 εκατομμύρια κομμάτια, τα οποία προορίζονταν μόνο για τις κοινωνικές ομάδες που ασπάζονταν τη ναζιστική ιδεολογία ή συγκέντρωναν τα χαρακτηριστικά της άριας φυλής. Εννοείται ότι όλοι οι υπόλοιποι αποκλείονταν από την παροχή ραδιοφώνων και ειδικά οι Εβραίοι.

Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα δημιούργησε ένα νέο «ηχητικό» τοπίο μέσα στο οποίο αναδιαμορφώθηκε η πολιτική κουλτούρα. Η παραδοσιακή απόσταση που είχαν παλιότερα οι πολιτικοί με το ακροατήριό τους εξελίχθηκε σε μια πιο οικεία και στενή σχέση μεταξύ τους, μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής σφαίρας. Ιδιαίτερα, το ραδιόφωνο έδωσε στους πολιτικούς εκφωνητές τη δυνατότητα να εισχωρήσουν στην καρδιά της ιδιωτικής ζωής των πολιτών, στο σπίτι τους. Και αυτό, παρά την πραγματική απόσταση που τους χώριζε από το μαζικό και «αόρατο» ακροατήριό τους.

Έναν αιώνα μετά, έχει ήδη διανυθεί τεράστια τεχνολογική απόσταση στον τομέα του ήχου και της εικόνας στη μαζική επικοινωνία. Οι εξελίξεις θα επανακαθορίζουν το πλαίσιο στο οποίο εκτυλίσσεται το πολιτικό παιχνίδι. Από την κυριαρχία της τηλεόρασης, αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, φτάνουμε σήμερα στην πολυεπίπεδη έως σκοτεινή εισβολή των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης στην επικοινωνιακή πολιτική κουλτούρα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Huub Wijfjes, Spellbinding and Crooning: Sound Amplification, Radio, and Political Rhetoric in International Comparative Perspective, 1900–1945, Technology and Culture Vol. 55, No. 1 (January 2014), pp. 148-185
  • Carolyn Birdsall, Nazi Soundscapes. Sound, Technology and Urban Space in Germany, 1933 – 1945, Amsterdam University Press, 2012, pp. 103 – 119
  • Από την ιστοσελίδα The History Rat, στο « FDR’s Fireside Chats Were Way Ahead of Their Time but Perfect for Them», Διαθέσιμο εδώ
  • Από την ιστοσελίδα The Times, στο «Hanging on every word of Churchill’s oratory» Διαθέσιμο εδώ
  • Από την ιστοσελίδα Warfare History Network, του John Perry, στο «Adolf Hitler: Rhetoric’s Overlord of Darkness», Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιάννης Μπαλαμώτης
Γιάννης Μπαλαμώτης
Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Μιλάει αγγλικά και γαλλικά. Αγαπάει τα ταξίδια και παίζει μπάσκετ από μικρός. Ακούει κυρίως jazz και rock και έχει πάθος με τον κινηματογράφο. Τα ενδιαφέροντά του περιστρέφονται γύρω από τη σύγχρονη ιστορία, το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς σχέσεις.