12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΣτο μονοπάτι του lockdown

Στο μονοπάτι του lockdown


Του Δημήτρη Τόλια, 

Συνήθως, οι τίτλοι των άρθρων προσπαθούν με κάποια υπερβολή να προσδώσουν έμφαση σε ένα γεγονός. Ωστόσο, τίτλοι όπως «Lockdown χωρίς τέλος» και λοιπά, περιγράφουν με μεγαλύτερη σαφήνεια αυτό που βιώνουμε ως πραγματικότητα. Διότι, στην περίπτωση αυτή δεν  είναι ο τίτλος που υπερβάλλει της πραγματικότητας, αλλά υπερβάλλει η ίδια η πραγματικότητα. Μέσα στο υπάρχον δεύτερο lockdown, χωρίς να τελειώσει, ξεκινά το τρίτο και μέσα σε αυτό ένα ακόμη σκληρότερο.

Η αδυναμία μας να περιγράψουμε με την χρήση λέξεων την πραγματικότητα που βιώνουμε και τα μέτρα που εφαρμόζονται, μαρτυρά στο βάθος της μια αδυναμία προσαρμογής παγιωμένων πολιτικών σε ένα ρευστό πλαίσιο. Με άλλα λόγια, οι συνήθης παγιωμένες λύσεις αδυνατούν να επισυναφθούν σε ρευστά προβλήματα. Επομένως, το παρόν άρθρο θα ερμηνεύσει την αδυναμία των νέων μέτρων να μειώσουν τα κρούσματα μέσα στον Φλεβάρη μέσω της ανάλυσης των δημοσίων πολιτικών που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Πηγή εικόνας: news.gr

Πριν την εμφάνιση του κορωνοϊού, δεν υπήρχε κάποιο διαθέσιμο εγχειρίδιο χρήσης το οποίο θα άνοιγε η κάθε κυβέρνηση και θα εφάρμοζε τα «αρμόζοντα» μέτρα για την αντιμετώπιση της υγειονομικής και κοινωνικής κρίσης. Φυσικά, έννοιες όπως το lockdown, η καραντίνα, οι πανδημίες διόλου άγνωστες δεν ήταν, ενώ υπήρχε ένα προηγούμενο απόθεμα γνώσης για την διαχείριση τέτοιου είδους κρίσεων. Όμως, εν προκειμένω, όταν η κρίση φτάνει στο κατώφλι, οι όροι αλλάζουν και εμφανίζεται η ανάγκη προσαρμογής του αποθέματος αυτού στις εγχώριες ανάγκες.

Συνεπώς, όταν η κυβέρνηση τον Μάρτη του 2020 λαμβάνει μέτρα για την πανδημία, περισσότερο προσπαθεί να σταθμίσει, να υπολογίσει την αλληλεπίδραση πλήθους παραγόντων, παρά να εφαρμόσει, να υλοποιήσει από την αρχή έως το τέλος ένα ήδη υπάρχον σχέδιο αντιμετώπισης. Υπάρχουν θραύσματα γνώσης, θεωρίες και πρακτικές αντιμετώπισης ανάλογων κρίσεων και φυσικά οι πρακτικές που υλοποιούνται σε άλλα κράτη, οι οποίες όμως πρέπει να σταθμιστούν στα μέτρα της ελληνικής περίπτωσης. Έτσι, η λήψη μέτρων κατά το πρώτο διάστημα της πανδημίας πραγματοποιείται “tabula rasa” μέσω ορθολογικών διαδικασιών.

Στην συνέχεια, όμως, οι νέοι θεσμοί και διαδικασίες της πανδημίας σταδιακά παγιώνονται. Οι δρώντες αναπτύσσουν συμπεριφορές μέσα στους νέους θεσμούς και αλληλεπιδρούν παράγοντας νέες συμπεριφορές και νόρμες. Κατασκευάζουν μια νέα ειδική πραγματικότητα η οποία αντλεί νομιμοποίηση, αφενός μέσω της κατανόησης του κινδύνου της κατάρρευσης του δημόσιου συστήματος υγείας και αφετέρου μέσω της προσωρινότητας της κατάστασης.

Μετά την καλοκαιρινή άρση, τις μπόρες του φθινοπώρου συνόδευσαν και οι κατακλυσμοί των κρουσμάτων. Τότε, η απόφαση που λαμβάνεται από την κυβέρνηση δεν ερμηνεύεται μέσω της ορθολογικής επιλογής, όπως συνέβη στην αρχή της πανδημίας. Η φαρέτρα πλέον δεν είναι άδεια. Περιλαμβάνει ορισμένες ήδη υπάρχουσες και δοκιμασμένες πολιτικές που επιλέγονται προς εφαρμογή στο λεγόμενο «δεύτερο κύμα». Άρα, στην δεύτερη περίπτωση, η κυβέρνηση δεν λειτουργεί “tabula rasa”. Ανοίγει την ντουλάπα και φορά το πουκάμισο που περιμένει στην κρεμάστρα, δεν ράβει καινούργιο.

Πηγή εικόνας: Πρώτο Θέμα

Το αποτέλεσμα είναι πως ακολουθείται θεσμικά το μονοπάτι της εξάρτησης, χρησιμοποιείται δηλαδή άτυπα ένα εγχειρίδιο αντιμετώπισης του κορωνοϊού. Φυσικά, με αρκετές αλλαγές, όπως την χρήση μάσκας σε εξωτερικό χώρο, το click in shop κ.ο.κ. Οι αλλαγές αυτές, όμως, έχουν προσαυξητικό χαρακτήρα, χτίζουν πάνω στην υπάρχουσα δομή εισάγοντας μικρές αλλαγές, χωρίς να αναπροσαρμόζονται εκ βάθρων στις νέες συνθήκες. Το σημαντικότερο, ωστόσο, πρόβλημα αφορά την νομιμοποίηση των θεσμών αυτών.

Επανερχόμαστε στο σήμερα. Τα νέα μέτρα, το νέο lockdown, χάνουν το νόημά τους στον λόγο. Αυτό συμβαίνει, διότι καταρρέουν δύο νομιμοποιητικές αρχές του μονοπατιού εξάρτησης των έκτακτων θεσμών της πανδημίας. Πρώτον, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ένας από τους νομιμοποιητικούς παράγοντες ήταν η προσωρινότητα. Προφανώς, η λέξη «προσωρινός» είναι ρευστή. Κοινωνικά η αδυναμία νομιμοποίησης στον κοινό νου της νέας ειδικής πραγματικότητας εκφράζεται ως κόπωση. Παρατηρούμε τους ανάλογους δείκτες σε δημοσκοπήσεις μετά τον Ιανουάριο, να αυξάνουν κατακόρυφα. Είναι προφανές, πως όσο δεν επανέρχεται η κανονικότητα, η κόπωση της κοινωνίας και η οικονομική καταρράκωση θα αυξάνονται.

Δεύτερον, ο σκοπός ίδρυσης του θεσμού. Όπως αναφέραμε στην αρχή, το lockdown, σαν δημόσια πολιτική εφαρμόστηκε μετά από ορθολογικό υπολογισμό. Ο υπολογισμός απαιτεί στοχοθεσία και λύσεις. Ο στόχος ήταν να μην αυξηθούν τα κρούσματα, ώστε να μην αυξηθούν οι διασωληνωμένοι και καταρρεύσει το δημόσιο σύστημα υγείας. Σήμερα, όμως, έπειτα από απανωτές εφαρμογές της δημόσιας πολιτικής του lockdown παρατηρούνται αντίθετα αποτελέσματα. Συγκεκριμένα, το δεύτερο lockdown εφαρμόστηκε στα τέλη Οκτωβρίου. Έκτοτε, τα κρούσματα παρουσίασαν μεγάλες διακυμάνσεις μέχρι και σήμερα, ενώ η πολιτική που έχει στόχο να μειώσει τα κρούσματα εφαρμόζεται συνεχόμενα.

Παρατηρούμε πως ένας θεσμός, ηλικιακά μικρός, έχει καταφέρει να κλειδώσει, να παγιωθεί. Έτσι, αντί οι δρώντες που έχουν τα κλειδιά του θεσμού να δρουν με βάση τον πρότερο στόχο, δρουν με στόχο τον παγιωμένο θεσμό. Η εξάρτηση στο μονοπάτι περιορίζει άλλες δυνατές λύσεις, εναλλακτικές δημόσιες πολιτικές που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για την επίλυση του υγειονομικού ζητήματος. Με άλλα λόγια, στην πράξη, στην ανακοίνωση του πολλαπλασιασμού των κρουσμάτων της Δευτέρας, ο δημόσιος διάλογος στράφηκε αυτόματα στην αναζήτηση καινοτομιών μέσα στο lockdown, προσαυξητικές αλλαγές στην ίδια παγιωμένη δομή (π.χ. διπλή μάσκα, μετακίνηση «6» μόνο με τα πόδια κ.α.) και όχι στην αναζήτηση επιπρόσθετων ή νέων πολιτικών για την μείωση των κρουσμάτων.

Πηγή εικόνας: CNN

Αυτό συμβαίνει, διότι οι θεσμοί, καθώς ενσωματώνονται σε ένα ευρύτερο θεσμικό πλέγμα, αποκτούν αυτόνομη υπόσταση και εντάσσουν μέσα τους συμπεριφορές που τους διαιωνίζουν. Επιπλέον, στην περίπτωσή μας, η νομιμοποίησή τους μέσω της προσωρινότητας επιδρά καταλυτικά προς την διατήρηση τους παρά στην αναζήτηση εναλλακτικών πολιτικών.

Εννοείται ότι αυτό δεν σημαίνει πως το lockdown δεν είναι αποδοτικό. Αν μη τι άλλο, είναι η αποδοτικότερη λύση. Σημαίνει, όμως, πως η αποδοτικότητά του έχει όρια απροσπέλαστα από την πραγματικότητα. Ωστόσο, παρατηρούμε πως η αύξηση της αποδοτικότητας (μείωση κρουσμάτων) συνεχίζει να αναζητείται στην επέκταση των ορίων αυτού του θεσμού. Έτσι, έχουμε το φαινόμενο των καθημερινών αντιφάσεων της πραγματικότητας στην σχέση θεσμού-κοινωνίας (π.χ. περιορισμός μετακινήσεων μετά τις 6, οι οποίες προκαλούν συνωστισμό στα σούπερ μάρκετ και στους δρόμους).

Το συμπέρασμα του άρθρου είναι πως το lockdown, ως η αποτελεσματικότερη επιλογή, έχει όρια αναφορικά με την αποδοτικότητά του. Όσο η κοινωνία προσαρμόζεται στις ειδικές συνθήκες και αυξάνεται η ανάγκη για μεγαλύτερη μείωση στα κρούσματα, θα πρέπει να συμβούν δύο διαδικασίες. Πρώτον, η αναζήτηση εναλλακτικών που θα λειτουργούν παράλληλα με την λογική του lockdown για την αύξηση της αποδοτικότητας, παρά η επιμονή στην επέκταση των ορίων του πρώτου θεσμού. Δεύτερον, προκύπτει η ανάγκη μιας νέας νοηματοδότησης. Όσο η προσωρινότητα σταδιακά αδυνατεί να δώσει νόημα στους υπάρχοντες ειδικούς θεσμούς της πανδημίας, οι αρχές θα πρέπει να προσφέρουν ένα νέο νόημα, έναν ορίζοντα που θα αποτελέσει το κλειδί για την επίλυση του προβλήματος της συλλογικής δράσης των συμμετεχόντων δρώντων.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Τόλιας
Δημήτρης Τόλιας
Γεννήθηκε το 1998 και μεγάλωσε στον Ωρωπό Αττικής. Είναι αριστούχος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ασχολείται με την πολιτική ανάλυση και την πολιτική επικοινωνία έχοντας εργασιακή και ερευνητική εμπειρία στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Ερευνητικά του ενδιαφέροντα αποτελούν τα πολιτικά κόμματα, τα πολιτικά και εκλογικά συστήματα και η πολιτική κοινωνιολογία.