Του Πάνου Μπόβαλη,
Όσοι είστε λάτρεις του Basket και παρακολουθείτε NBA ή τυχαίνει να ανήκετε στη μειοψηφία των Ελλήνων που παρακολουθούν American Football ή Βaseball, θα έχετε σίγουρα παρατηρήσει πως, πριν από κάθε αγώνα, ηχεί ο αμερικανικός εθνικός ύμνος από τα ηχεία του εκάστοτε γηπέδου. Τα τελευταία χρόνια ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις κοινωνικές και φυλετικές ανισότητες, που λαμβάνουν χώρα στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, αρκετοί αθλητές έχουν εκφράσει την αγανάκτησή τους κατά τη διάρκεια του εθνικού ύμνου.
Σε αυτές τις πράξεις ήρθε να προστεθεί και η αμφιλεγόμενη απόφαση του ιδιοκτήτη των Dallas Mavericks, Mark Cuban, να μην «παίζεται» ο εθνικός ύμνος πριν την έναρξη των παιχνιδιών στους εντός έδρας αγώνες της ομάδας. Θύελλα αντιδράσεων και αντιπαραθέσεων βρέθηκαν ξανά στο προσκήνιο, με πολλούς να κάνουν λόγο για έλλειψη σεβασμού, ενώ άλλοι επικρότησαν την κίνηση του πολυεκατομμυριούχου επιχειρηματία.
Πότε ξεκίνησε αυτή η παράδοση και γιατί;
Τουλάχιστον αυτό αναρωτιόμουν εγώ, κάθε φορά που παρακολουθούσα έναν αγώνα του NBA. Διαβάζοντας, λοιπόν, για την απόφαση του Cuban, η απορία αυτή, σκεπτόμενος και ότι σε καμία άλλη χώρα της Δύσης δεν ηχεί ο εθνικός ύμνος πριν την έναρξη ενός αγώνα, αναδύθηκε ξανά στο μυαλό μου. Για να βρει κανείς απάντηση στο ζητούμενό μας, θα πρέπει να κάνει μια μεγάλη ιστορική αναδρομή και να ξεκινήσει να ψάχνει από τη χρονική στιγμή που γράφτηκε ο αμερικανικός εθνικός ύμνος.
Τον Σεπτέμβριο του 1844, λοιπόν, ο Francis Scott Key, ένας Αμερικανός δικηγόρος και ερασιτέχνης ποιητής, συνόδευσε τον Αμερικανό πράκτορα Ανταλλαγής Αιχμαλώτων και Συνταγματάρχη, John Stewart Skinner, με σκοπό να διαπραγματευτούν με αξιωματικούς του Βρετανικού Ναυτικού την απελευθέρωση αιχμαλώτων. Εκεί, ο Key και ο Skinner έμαθαν την πρόθεση της Βρετανίας να επιτεθεί στην πόλη της Βαλτιμόρης, όμως δεν τους άφησαν να φύγουν καθ’ όλη την διάρκεια της μάχης και έτσι έγιναν μάρτυρες του βομβαρδισμού του Fort McHenry της Βαλτιμόρης στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου. Οι Αμερικανοί νίκησαν και ο Key, εμπνευσμένος από τη μεγάλη νίκη και το θέαμα της αμερικανικής σημαίας να ορθώνεται ψηλά και να ανεμίζει, έγραψε το επόμενο πρωί ένα ποίημα με τίτλο: «Η άμυνα του Fort McHenry». Τα επόμενα χρόνια και μετά από πολλές παρεμβάσεις και παραλλαγές, το ποίημα έγινε τραγούδι, γνωστό ως: “The Star Spangled Banner”. To τραγούδι κέρδισε σταδιακά δημοτικότητα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και παιζόταν συχνά σε παρελάσεις και εορτασμούς της Ημέρας της Ανεξαρτησίας, ενώ, στα τέλη του αιώνα, ξεκίνησε να ακούγεται και σε μερικούς αγώνες του Baseball.
Οι τελικοί του Baseball, World Series, το 1918, όμως, αποτέλεσαν το έναυσμα, για να καθιερωθεί το Star Spangled Banner, έστω και ανεπίσημα ως ο εθνικός ύμνος των Η.Π.Α. Το τραγούδι θεωρήθηκε μέσο συσπείρωσης και ενότητας, σε μια εποχή που οι Η.Π.Α. συμμετείχαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και υπήρχε η ανάγκη ο Αμερικάνικος λαός να ενωθεί και να νιώθει υπερήφανος για την στάση που υιοθέτησε η χώρα ενάντια στην εισβολή και την καταπίεση στο εξωτερικό. Ο πρώτος αγώνας του World Series ήταν το πρώτο παιχνίδι μετά από 17 μήνες (η Αμερική μετρούσε 100.000 νεκρούς στρατιώτες), αφ’ ότου η Αμερική είχε μπει στον πόλεμο. Μια στρατιωτική μπάντα έπαιξε τον ανεπίσημο ύμνο της χώρας. Οι παίκτες στο άκουσμα του ύμνου έβαλαν το χέρι στην καρδιά και το κοινό σηκώθηκε όρθιο σε ένα ντελίριο συγκίνησης, ενθουσιασμού και πατριωτισμού και ξεκίνησε να τραγουδά. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο ύμνος του Key, έπειτα και από χρόνιες πιέσεις των βετεράνων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έγινε ο επίσημος ύμνος των Η.Π.Α. το 1931.
Ο ύμνος, πάντως, εκείνη την χρονική περίοδο δεν ακουγόταν σε όλα τα παιχνίδια, για τον απλό λόγο, ότι οι ιδιοκτήτες των ομάδων προσλάμβαναν μπάντες μόνο σε μεγάλους αγώνες και τελικούς. Αυτό άλλαξε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς τα ηχοσυστήματα πρωτοέκαναν την εμφάνισή τους και τότε ο εθνικός ύμνος ξεκίνησε να αντηχεί πραγματικά παντού. Πριν από κάθε θεατρική παράσταση, πριν από κάθε ταινία και φυσικά πριν από κάθε αθλητικό γεγονός. Με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα πρωταθλήματα (MLB, NFL, NBA) συνειδητοποιήσαν ότι η συσχέτιση του αθλητισμού με τον πατριωτισμό αποτελεί μεγάλη διαφήμιση για το εκατέρωθεν άθλημα και έτσι καθιερώθηκε μια παράδοση που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Τα τελευταία χρόνια, πάντως, έχουν αρχίσει στην Αμερική να αναπαράγονται διάφορες απόψεις. Μια απ’ αυτές είναι ότι ο εθνικός ύμνος έχει εμπορευματοποιηθεί και ηχεί για διαφημιστικούς και πολιτικούς λόγους. Όσον αφορά τους πολιτικούς λόγους, η ένδειξη σεβασμού απέναντι στον εθνικό ύμνο σηματοδοτεί αποδοχή στην εκάστοτε πολιτική της αμερικάνικης κυβέρνησης και παραδοχή της υφιστάμενης κατάστασης και των κοινωνικών ανισοτήτων/φυλετικών διακρίσεων. Επίσης, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι με την ανάκρουση του εθνικού ύμνου σε καθημερινή βάση στα πρωταθλήματα της χώρας χάνεται η σημαντικότητα, η αυθεντικότητα και η ιδιαίτερη σημασιολογία του. Αναφορικά με τον πρώτο πολιτικό λόγο, που ανέφερα, είδαμε για πρώτη φορά πριν μερικά χρόνια αθλητές να χρησιμοποιούν την ανάκρουση του εθνικού ύμνου, για να διαμαρτυρηθούν.
Το 2017, πιο συγκεκριμένα, παίχτες του NFL (National Football League) γονάτισαν στον εθνικό ύμνο, ώστε να διαμαρτυρηθούν για το γεγονός, ότι οι Η.Π.Α. είχαν αφήσει τους κατοίκους του Πουέρτο Ρίκο στο έλεος των καταστροφών του Τυφώνα Μαρία, οπού εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν για πολλούς μήνες χωρίς νερό και ρεύμα. Ακολούθησε το κίνημα διαμαρτυρίας του Colin Kaepernick, όπου ο άλλοτε παίκτης των San Francisco 49ers γονάτισε και εκείνος με την σειρά του στην ανάκρουση του εθνικού ύμνου, για να διαμαρτυρηθεί για τις κοινωνικές ανισότητες. Γρήγορα τα παραπάνω γεγονότα έγιναν το Νο.1 θέμα συζήτησης στην Αμερική. Κάποιοι θεώρησαν ότι ήταν κίνηση ασέβειας απέναντι στον εθνικό ύμνο, ενώ άλλοι θεώρησαν έξυπνη την κίνηση των παιχτών του NFL, να διαμαρτυρηθούν κατ’ αυτό τον τρόπο.
Το καλοκαίρι, που μας πέρασε, με το κίνημα του Black Lives Matter και τη δολοφονία του George Floyd, είδαμε αντίστοιχες κινήσεις απ’ όλες τις ομάδες του NBA, με τους παίχτες να γονατίζουν σε κάθε αγώνα κατά την διάρκεια του εθνικού ύμνου δίνοντας το μήνυμα της αλλαγής και δείχνοντας την αγανάκτησή τους για τις φυλετικές διακρίσεις και την κοινωνική ανισότητα. Όπως ανέφερα και στην αρχή, ως κερασάκι στην τούρτα ήρθε η απόφαση του Mark Cuban, να μην «παίζεται» από τα ηχεία του γηπέδου των Dallas Mavericks o εθνικός ύμνος. Στο «χωρίς θεατές», λόγω κορωνοϊού, American Airlines Center, o Cuban προέβη σε αυτή την κίνηση, πιστεύοντας και δείχνοντας την ενόχλησή του: 1) ότι χωρίς θεατές δεν έχει νόημα να αντηχεί ο εθνικός ύμνος και χάνει την σημαντικότητά του 2) η κατάσταση, όσον αφορά τις κοινωνικές ανισότητες δεν έχει αλλάξει σημαντικά, παρά την έλευση του Biden στην προεδρία.
Το παράδειγμα του ιδιοκτήτη των Mavericks δεν έχει ακολουθήσει κάποια άλλη ομάδα μέχρι στιγμής, αλλά είναι θέμα χρόνου να δούμε τι θα ακολουθήσει. Προσωπικά, πιστεύω, ότι δύσκολα θα σταματήσει η παράδοση του εθνικού ύμνου πριν τους αγώνες, θα συνεχίσει όμως να χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης για την ικανοποίηση των κοινωνικών αιτημάτων. Το μόνο σίγουρο είναι πως ο πραγματικά συγκινητικός και καθηλωτικός εθνικός ύμνος της Αμερικής μπορεί να έχει χάσει μέρος από τη λάμψη και τη σημασία του στον βωμό της εμπορευματοποίησης και του χρήματος, όμως, στο άκουσμά του, η πλειονότητα των Αμερικάνων συνεχίζει και φουσκώνει από υπερηφάνεια, παρά τα όποια προβλήματα αντιμετωπίζει στο εσωτερικό η χώρα τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- It’s actually very strange for sports games to begin with the national anthem, Vox, διαθέσιμο εδώ
- Why is the national anthem played before American sporting events? And when did it start?, USA Today, διαθέσιμο εδώ
- Mark Cuban is standing up to patriotism for profit in sports, SB Nation, διαθέσιμο εδώ
- Why Do We Sing the National Anthem at Sporting Events?, Mental Floss, διαθέσιμο εδώ