15.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΗ βίαιη αντίδραση των Τούρκων: Μια πύλη κλείνει για πάντα

Η βίαιη αντίδραση των Τούρκων: Μια πύλη κλείνει για πάντα


Της Μαρίας – Ελένης Κασαπάκη, 

H σπίθα της Ελληνικής Επανάστασης άναψε στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 στη Μολδοβλαχία υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, έπειτα από μακροχρόνιες προετοιμασίες και ζυμώσεις στο εσωτερικό της Φιλικής Εταιρείας. Ωστόσο, είχε ήδη γίνει γνωστή στο σουλτάνο Μαχμούτ Β’  η δράση μίας κρυφής οργάνωσης, η οποία προετοίμαζε τον ελληνικό ξεσηκωμό κατά του οθωμανικού κράτους. Η αποκάλυψη της έναρξης της Επανάστασης επρόκειτο να πυροδοτήσει από το Μάρτιο του 1821 μια σειρά από εκφοβιστικές ενέργειες των Τούρκων στην Κωνσταντινούπολη με αποκορύφωμα τον απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’.

Τον Ιανουάριο του 1821 παραδόθηκαν στο σουλτάνο κρυφές επιστολές του Υψηλάντη με τον Αλή Πασά, τις οποίες μετέφερε ένας αγγελιοφόρος της Φιλικής Εταιρείας που δολοφονήθηκε, ο Δημήτριος Ύπατρος. Ταυτόχρονα συνελήφθη ένας ακόμη Φιλικός, ο Αριστείδης Παππάς. Πλέον η Πύλη δεν είχε καμία αμφιβολία για την ύπαρξη μιας μυστικής οργάνωσης που υποκινούσε το κίνημα της απελευθέρωσης. Οι Τούρκοι δε γνώριζαν ούτε πόσοι Έλληνες συμμετείχαν σε αυτήν ούτε τι έκταση είχε η δράση της και αν πράγματι σκόπευε να κινηθεί ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Λίγο αργότερα, ο Ασημάκης Θεοδώρου, ο οποίος υπήρξε επίσης μέλος της Φιλικής Εταιρείας, πρόδωσε στο σουλτάνο ότι η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης δε θα αργήσει και ότι σκοπός της ήταν η καταστροφή του τουρκικού στόλου και η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Επίσης, γνωστοποιήθηκε η συμμετοχή πολλών επιφανών Φαναριωτών στην προετοιμασία του απελευθερωτικού κινήματος. Παράλληλα, ξεκίνησαν να διαδίδονται διάφορες φήμες, ότι κάποια σπίτια είχαν γίνει αποθήκες όπλων, ότι κάτω από τα δημόσια και σουλτανικά κτίρια είχαν φτιαχτεί υπόνομοι, ότι πρόκειται να δολοφονηθεί ο σουλτάνος και άλλοι Τούρκοι αξιωματούχοι. Ο Μαχμούτ έκπληκτος από τις αποκαλύψεις αναλαμβάνει γρήγορα δράση. Κηρύσσει την επικράτειά του σε κατάσταση πολιορκίας, ξεκινάει ελέγχους σε σπίτια με σκοπό τον αφοπλισμό των Ελλήνων, ενισχύει την ένοπλη φύλαξη της πρωτεύουσας σε στεριά και θάλασσα και ανακοινώνει στους πρέσβεις ότι θα γίνεται έλεγχος σε όλα τα καράβια που περνούν από το Βόσπορο, για να μη διαφύγουν μέσω αυτών οι Έλληνες.

Πορτραίτο του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄. Πηγή/sansimera.gr

Το κλίμα ανάμεσα στους κατοίκους της Πόλης ήταν τεταμένο. Οι Τούρκοι βρίσκονταν σε αναβρασμό, έβριζαν και απειλούσαν τους Γραικούς, ιδιαίτερα τους Φαναριώτες. Ταυτόχρονα οι Εβραίοι, οι οποίοι ανταγωνίζονταν τους Έλληνες στο εμπόριο, εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση και ξεκίνησαν εκδηλώσεις μίσους. Στις 17 Μαρτίου άρχισαν να θανατώνονται από τις οθωμανικές αρχές επιφανή πρόσωπα της φαναριώτικης κοινότητας, όπως ο Νικόλαος Σκαναβής και ο Θεόδωρος Ρίζος. Οι γενίτσαροι κυκλοφορούσαν βαριά οπλισμένοι και οι σκηνές βίας στα σπίτια και στους δρόμους της πρωτεύουσας ήταν πλέον καθημερινές. Στις 23 Μαρτίου το Πατριαρχείο και η Ιερά Σύνοδος εξαναγκάστηκαν να αφορίσουν τον Υψηλάντη και τον ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας, Μιχαήλ Σούτσο. Ο μέγας βεζίρης Χαλέτ κάλεσε τους μουσουλμάνους σε ιερή ένωση, κηρύχθηκε πόλεμος κατά των χριστιανών και δόθηκε σε όλους τους Τούρκους, κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξης, η διαταγή να οπλοφορούν. Τόσο ο εξαγριωμένος τουρκικός όχλος όσο και οι γενίτσαροι επιδίδονταν σε ληστείες, λαφυραγωγίες και πάσης φύσεως θηριωδίες. Οι φήμες που διαδίδονταν κατά καιρούς για ελληνικό ξεσηκωμό στην Πελοπόννησο ή τα νησιά όξυναν περισσότερο τα πνεύματα.

Πολλοί ευκατάστατοι Έλληνες της Πόλης, ένθερμοι υποστηρικτές του επαναστατικού κινήματος και μέλη της Φιλικής Εταιρείας, κατάφεραν να περάσουν κρυφά στην Ελλάδα, προκειμένου να πολεμήσουν. Άλλοι δραπέτευσαν στην Ευρώπη μέσω πλοίων και άλλοι σκοτώθηκαν στην προσπάθειά τους να διαφύγουν. Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης καταφθάνει στην Οδησσό. Ο σουλτάνος επιδιώκοντας να ανακόψει αυτό το κύμα φυγής ζήτησε από τους πρέσβεις να μη γίνονται δεκτοί στα ευρωπαϊκά καράβια Τούρκοι υπήκοοι και να διεξάγονται έρευνες από έναν Τούρκο και έναν Ευρωπαίο επιτηρητή. Οι συγκοινωνίες στη ξηρά διακόπτονται. Η Πύλη φτάνει στο σημείο να κάνει κατασχέσεις της αλληλογραφίας μεταξύ των πρέσβεων και των προξένων. Η έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο αναζωπύρωσε τις εκφοβιστικές ενέργειες του οθωμανικού κράτους. Αποκεφαλίζονται και οδηγούνται στην κρεμάλα πολλά διακεκριμένα πρόσωπα της φαναριώτικης κοινωνίας. Οικογένειες καταφεύγουν είτε σε σπίτια φίλων τους Τούρκων είτε στη ρωσική πρεσβεία, που ήταν η μοναδική η οποία παρέμενε ανοιχτή.

Κωνσταντινούπολη στις 22/4/1821: λεηλασίες, εκτελέσεις, φωτιά και απαγχονισμός του πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ ως αντίδραση στο άκουσμα της είδησης για την Ελληνική Επανάσταση. Σελίδα από βιβλίο. Πηγή/www3.ascsa.edu.gr

Στις 10 Απριλίου 1821, Κυριακή του Πάσχα, οι Τούρκοι συνέλαβαν τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ με την κατηγορία της συμμετοχής στην ανταρσία της Πελοποννήσου και τον κρέμασαν στη μεσαία θύρα του Πατριαρχείου, αφού πρώτα τον έβρισαν και τον κλώτσησαν. Μαζί του απαγχονίστηκαν οι αρχιερείς Εφέσου Άνθιμος, Νικομηδείας Αθανάσιος και Αγχιάλου Ευγένιος. Το σώμα του Γρηγορίου παρέμεινε κρεμασμένο για τρεις ημέρες και έπειτα παραδόθηκε στον εβραϊκό όχλο,  ο οποίος το διαπόμπευσε και το έριξε στη θάλασσα. Κατά παράδοξο τρόπο, το σκήνωμα αναδύθηκε στην πλευρά ενός ελληνικού πλοίου που ταξίδευε προς τη Ρωσία και ο πλοίαρχος Μάρκος Σκλάβος το αναγνώρισε και το μετέφερε με ευλάβεια στην Οδησσό. Έφτασε στην πόλη την 1η Ιουλίου και οδηγήθηκε με μεγάλη πομπή στη μητρόπολη, ενώ ταυτόχρονα ξέσπασαν αναταραχές σε βάρος των Εβραίων από τους Έλληνες πρόσφυγες, που είχαν έρθει από την Κωνσταντινούπολη. Ο νεκρός κηδεύτηκε με τιμές στρατάρχη. Έφτασαν από τον τσάρο πατριαρχική στολή, μίτρα και εγκόλπιο με πολύτιμους λίθους, για να κοσμήσουν τον πολύπαθο πατριάρχη. Στην εξόδιο ακολουθία συμμετείχαν Ρώσοι και Σέρβοι αρχιερείς, ενώ πλήθος κόσμου συνέρρευσε από την Ουκρανία, τη Μολδοβλαχία και τη Μόσχα.

Ολόκληρη η Ευρώπη συγκλονίστηκε από τα γεγονότα και καταδίκασε τις θηριωδίες του οθωμανικού κράτους. Ο τύπος στηλίτευσε την αποτρόπαια πράξη σε βάρος του πατριάρχη Γρηγορίου θεωρώντας το σουλτάνο ως αυτουργό του εγκλήματος και οι Τούρκοι κρίθηκαν ανάξιοι θέσης στην Ευρώπη. Ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ ως ομόδοξος οργίστηκε βαριά από τις ενέργειες του σουλτάνου. Προηγουμένως, ο Ρώσος πρέσβης της Κωνσταντινούπολης Στρογγανόφ είχε καλέσει την Πύλη να σεβαστεί τον άμαχο και αμέτοχο στα γεγονότα της Επανάστασης χριστιανικό πληθυσμό της πόλης, χωρίς να λάβει απάντηση. Επίσης, ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος δήλωσε ότι όσα συνέβησαν στον Έλληνα πατριάρχη έπρεπε να θεωρηθούν εξίσου σπουδαία προσβολή με το αν θα διαπράττονταν σε βάρος του Πάπα. Ακόμη και ο Μέττερνιχ αποδοκίμασε το έγκλημα των Τούρκων. Ο Στρογγανόφ κάλεσε τους ομολόγους του στην Αυστρία, τη Γαλλία και την Αγγλία να προειδοποιήσουν το σουλτάνο ότι θα σταλούν πολεμικά πλοία στην Κωνσταντινούπολη, για να προστατεύσουν τους άμαχους χριστιανούς. Ωστόσο, ο Άγγλος πρέσβης διαφώνησε, διότι θεωρούσε ότι μια τέτοια ενέργεια θα επιδείνωνε την κατάσταση. Η στάση του αυτή ενέπνευσε την εύνοια της Πύλης, σε αντίθεση προς το Ρώσο συνάδελφό του.

Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ Λιθογραφία. Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα. Πηγή/benaki.org

Οι σφαγές και οι διαρπαγές περιουσιών συνεχίστηκαν από το οθωμανικό κράτος το επόμενο διάστημα. Οι χριστιανοί φοβισμένοι και στερημένοι από καθετί, ακόμη και από τα πιο απαραίτητα, παρέμεναν κλεισμένοι στα σπίτια τους. Οι εκφοβιστικές ενέργειες της Πύλης κόστισαν τη ζωή σε 10.000 ανθρώπους. Πολλοί Έλληνες φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν και υπέστησαν κακουχίες που τους οδήγησαν σε έναν αργό θάνατο. Όσοι κατάφεραν να δραπετεύσουν, διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη (κυρίως στη Βεσσαραβία) και οι περισσότεροι υπέφεραν από αβάσταχτη φτώχεια, καθώς έχασαν τις περιουσίες τους. Στην Οδησσό έφτασαν εκείνη την περίοδο περίπου 6.000 ελληνικές οικογένειες. Ο σύγχρονος Τούρκος ιστορικός Şükrü Ilıcak χαρακτήρισε “πογκρόμ” όσα συνέβησαν στην Κωνσταντινούπολη, καθώς “η επίσημη ανοχή στην άσκηση τυφλής βίας εναντίον άοπλων μη μουσουλμάνων δεν είχε προηγούμενο στην οθωμανική ιστορία”.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Σ. Τρικούπης (1860) Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως Τόμος Α’. Λονδίνο: Εκ της εν τη Αυλή του Ερυθρού Λέοντος Τυπογραφίας Ταϋλόρου και Φραγκίσκου.
  • Δ. Α. Κόκκινος (1974) Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ Τόμος 1ος , Αθήνα: Εκδόσεις Μέλισσα.
  • Α. Ε. Βακαλόπουλος (1982) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ (1821 – 1829) – Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΚΡΙΣΗ (1822 – 1825) Τόμος Ε᾿. Θεσσαλονίκη: ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ.
  • Σ. Γ. Πλουμίδης (2012) Η έννοια του “θανάτου” στην Ελληνική Επανάσταση (1821-1832). Ιδεολογικές προσλήψεις και ιδεολογική πρακτική. Μνήμων (32)

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Ελένη Κασαπάκη
Μαρία Ελένη Κασαπάκη
Γεννήθηκε το 1997. Απoφοίτησε από το τμήμα Κλασικής Φιλολογίας Α.Π.Θ. Ζει και εργάζεται ως καθηγήτρια στη Θεσσαλονίκη. Έχει ενεργή συμμετοχή σε εθελοντικά προγράμματα, επιμορφώσεις και συνέδρια. Αγαπάει τη λογοτεχνία, την ιστορία της τέχνης και καθετί που συνδέεται με τον πολιτισμό και αντικατοπτρίζει το ανθρώπινο βίωμα. Την απασχολούν ιδιαίτερα τόσο ζητήματα διακειμενικότητας και πρόσληψης όσο και ο τρόπος που η τεχνολογία επαναπροσδιορίζει τον κλάδο των ανθρωπιστικών επιστημών.